Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οι ελληνικές ψευδαισθήσεις και η σκληρή πραγματικότητα

Είναι όντως οι Έλληνες οι τρίτοι πιο δυστυχισμένοι άνθρωποι στον κόσμο, ή κάτι δεν πάει καλά στο επίπεδο της... λογικής; Πώς χτίστηκαν οι ψευδαισθήσεις και γιατί το πολιτικό σύστημα συνεχίζει να τις συντηρεί. Γράφει ο Αθ. Χ. Παπανδρόπουλος.

Οι ελληνικές ψευδαισθήσεις και η σκληρή πραγματικότητα

Όταν είδα τον τίτλο, δεν το πίστευα. Στη συνέχεια, όμως, διαβάζοντας προσεκτικά το συνοδευτικό κείμενο, ήλθε ο προβληματισμός. Και είναι από κάθε άποψη σοβαρός. Διότι, ούτε λίγο ούτε πολύ, οι Έλληνες εμφανίζονται να είναι οι τρίτοι πιο δυστυχισμένοι κάτοικοι του πλανήτη Γη -με δυστυχέστερους από αυτούς τους κατοίκους της Αϊτής και της Νιγηρίας, δύο χώρες με σοβαρότατα και ποικίλα προβλήματα.

Αυτό προκύπτει από πρόσφατη παγκόσμια έρευνα για την ευτυχία στον πλανήτη μας (Pew Research) και ως εύρημα είναι όντως αποκαλυπτικό. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι η χώρα, αν και υπό επιτήρηση και χωρίς ανάπτυξη, παραμένει εντούτοις η 40ή πλουσιότερη στον κόσμο. Έχει δε πάνω από πέντε φορές μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα από τις είκοσι φτωχότερες χώρες στον κόσμο, όπως είναι για παράδειγμα το Μπαγκλαντές και η Κένυα. Χώρες, εντούτοις, οι οποίες έχουν κατοίκους που αισθάνονται ευτυχέστεροι από τους Νεοέλληνες.

Τι συμβαίνει λοιπόν στην Ελλάδα, όπου και παλαιότερες έρευνες έχουν αποδείξει ότι η ελληνική κοινωνία αντιμετωπίζει σοβαρά ψυχολογικά προβλήματα -τα οποία πολύ φοβούμεθα ότι είναι εντέλει σοβαρότερα και βαθύτερα από την οικονομική κρίση που έπληξε την χώρα.

Στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, είναι πλέον περισσότερο από ορατό ότι πραγματοποιήθηκε σταδιακά μία σοβαρότατη πνευματική καταστροφή, η οποία βαπτίστηκε «πρόοδος». Την ίδια περίοδο, η προϊούσα κρατικοποίηση της ελληνικής οικονομίας όχι μόνον έκανε δυσχερέστερη την ενσωμάτωση της χώρας στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο, αλλά εξέθρεψε και ένα τερατώδες πελατειακό κράτος, το οποίο διαστρέβλωσε πλήρως την έννοια της παραγωγής πλούτου. Η τελευταία συνταυτίστηκε περισσότερο με την αρπαγή, τον δανεισμό, τη διαπλοκή,τις προσόδους με αέρα κοπανιστό και τους συντεχνιακούς εκβιασμούς, παρά με την εργασία και την παραγωγική οργάνωση.

Παράλληλα, το κλίμα αντιεπιχειρηματικότητας που καλλιέργησαν οι δυνάμεις του ζόφου και της οπισθοδρόμησης απέτρεψε τον παραγωγικό μετασχηματισμό της χώρας, τόνωσε τον εμπορικό παρασιτισμό και την αντιπαραγωγική διαμεσολάβηση και συνέβαλε στη δημιουργία ενός κλίματος παρανοϊκής εσωστρέφειας, το οποίο σήμερα είναι και η βασική αιτία της υψηλής ανεργίας.

Μέσα σε αυτό το κλίμα, από το 1974 έως και το 2009 -έτος που ξεσπά η κρίση-, η Ελλάδα και οι κάτοικοί της έζησαν υπό συνθήκες ψευδαισθήσεως. Με ελάχιστη και εσωστρεφή παραγωγή και με υπεράφθονο δανεικό χρήμα, στο οποίο προσετέθησαν και κοινοτικές επιδοτήσεις, στήθηκε στη χώρα ένα ξέφρενο φαγοπότι στο οποίο άλλοι είχαν μεγάλη συμμετοχή, άλλοι μικρότερη και κάποιοι ελάχιστη ή και καθολου.

Προέκυψε έτσι μία τεράστια δανειακή και αντιπαραγωγική φούσκα, το σκάσιμο της οποίας απέτρεψαν για λόγους αυτοπροστασίας τους οι εταίροι-δανειστές μας -γεγονός που σήμερα εμποδίζει τους περισσότερους Νεοέλληνες να καταλάβουν τι έχει συμβεί. Γι’ αυτό και οι περισσότεροι δηλώνουν δυστυχισμένοι. Η αντίληψη αυτή, όμως, αποτελεί σήμερα το σοβαρότερο εμπόδιο στην παραγωγική ανασυγκρότηση και ανάκαμψη της χώρας, η οποία παράλληλα φθίνει δημογραφικά και επίσης χάνει και τους πιο δυναμικούς και δημιουργικούς ανθρώπους της.

Πέρα, έτσι, από υψηλό χρέος, ανεπαρκή εξωστρέφεια και χαμηλή παραγωγική βάση, η μνημονιακή Ελλάδα έχει και τεράστιο έλλειμμα ανθρώπων ικανών να αναλάβουν τον αποφασιστικό ρόλο σε μία νέα αναγέννηση της χώρας.

Είναι λυπηρά έτσι, από την άποψη αυτή, τα όσα λέγονται από τα πιο επίσημα χείλη για το τέλος της τρίτης αξιολόγησης. Αντί ο κύριος πρωθυπουργός και οι αρμόδιοι υπουργοί του να ομιλούν για αναδιαρθρώσεις και θεσμικούς μετασχηματισμούς, προβάλλουν ως ύπατη κυβερνητική επιδίωξη τη νέα έξοδο στις αγορές δανειακών κεφαλαίων, με επιτόκια που σαφώς θα είναι δύο και τρεις φορές υψηλότερα από τα σημερινά.

Με τον τρόπο αυτόν, η κυβέρνηση κατά κύριο λόγο αλλά και το πολιτικό σύστημα συνολικά, με εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, εμποδίζουν κάθε προσπάθεια αυτογνωσίας. Και αυτό δεν είναι τυχαίο. Η αυτογνωσία απελευθερώνει. Αντιθέτως, ο φόβος, η οργή και ο λαϊκισμός -κύρια συστατικά του πελατειακού συμπλέγματος- σκλαβώνουν.

«Άσε τους άλλους. Εσύ ο ίδιος, πού ευθύνεσαι; Τι προσάπτεις στον εαυτό σου; Από εκεί θα βρεθούν τα υπόλοιπα. Όσο αυτό δεν γίνεται, η κρίση θα παρατείνεται, το σάπισμα θα βαθαίνει και τα φαινόμενα της ανομίας θα γίνονται πιο άγρια. Ψυχή έχουμε. Δεν έχουμε κατανόηση του εαυτού μας. Άλλο να είσαι έξυπνος και άλλο να κατανοείς. Η κατανόηση είναι ένας βαθμός πάνω από την εξυπνάδα και τη γνώση. Είναι μία ευαισθησία βαθύτερη, η οποία έχει να κάνει με το κατά πόσον βγαίνουμε από τον εαυτό μας. Παριστάνουμε ή νομίζουμε ότι είμαστε πολύ κοινωνικοί, ενώ στο βάθος έχουμε έναν συναισθηματικό εγωκεντρισμό που μας οδηγεί σε ναυάγια και καταθλίψεις. Ενδιαφέρει αυτή την ώρα της κρίσεως να κοιταχθούμε απέξω. Τι σημαίνει απέξω; Σημαίνει, αντί να παίρνουμε θέσεις, να κατανοούμε. Έτσι και στον εαυτό μας θα μένουμε, και θα ισορροπούμε. Αντίθετα, εμείς καθρεφτιζόμαστε στις επιθυμίες μας -δηλαδή, δεν κοιταζόμαστε πουθενά.

Υπάρχει περίπτωση να βρεθούμε;». Αυτά γράφει ο Στέλιος Ράμφος στην Λογική της Παράνοιας, και μάλλον σημαδεύει καλά…


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v