Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οι εθνικοί μύθοι και η σύγχρονη πραγματικότητα

Πόση αμφισβήτηση αντέχει ένας λαός που θεωρεί ότι είναι ευλογημένος από την Παναγία και έχει ενσωματωμένα στο DNA ειδικά γενετικά χαρακτηριστικά; Οι «μύθοι» του 1821, ο Βελουχιώτης και οι «προδότες». Γράφει ο Κ. Μαρκάζος.

Οι εθνικοί μύθοι και η σύγχρονη πραγματικότητα
  • του Κώστα Μαρκάζου*

Σε ένα ενδιαφέρον άρθρο, ο καθηγητής Στάθης Καλύβας θέτει ένα επίκαιρο ερώτημα: «Ποιο είναι το μέλλον της επετείου της 25ης Μαρτίου;». Αναφέρει ότι «τα έθνη βασίζονται σε αφηγήματα που εμπεριέχουν σημαντικό ποσοστό μύθων», πάντα με τα δικά τους, μοναδικά χαρακτηριστικά, που επιτρέπουν την ανάπτυξη συλλογικών ταυτοτήτων. Αυτό είναι σωστό. Συνήθως τα προβλήματα ξεκινάνε όταν από το αφήγημα (μαζί με τις ισχυρές δόσεις μυθολογίας), περνάμε στην ουσία. Αναφέρει επίσης ότι «οι μύθοι είναι απαραίτητοι γιατί λειαίνουν την πάντοτε σύνθετη πραγματικότητα».

Και αυτό είναι γενικά σωστό. Αλλά τι γίνεται όταν, με βάση τους μύθους, ερμηνεύεται και παραμορφώνεται (συνήθως σκοπίμως) η τρέχουσα πραγματικότητα; Ένας λαός, με διαπιστωμένη ροπή προς τη συνωμοσιολογία, εύκολα πιστεύει ότι του χρωστούσαν οι ξένοι την απελευθέρωση από τους Οθωμανούς ή ότι έχει ενσωματωμένα στο DNA ειδικά γενετικά χαρακτηριστικά (φιλότιμο, ανδρεία μεγαλύτερη από τους αντιπάλους και ας είναι πάντα περισσότεροι).

Οι περισσότεροι Έλληνες πιστεύουν ότι «Έλληνας γεννιέσαι, δεν γίνεσαι». Αναγνωρίζουμε και μειονεκτήματα όπως το «μικρόβιο του διχασμού» ή γονιδιακά μεταλλαγμένους «προδότες», αλλά δόξα τω Θεώ είμαστε ευλογημένοι από την Παναγία. Βέβαια δεν είμαστε ο μοναδικός λαός που θεωρεί ότι έχει τη θεϊκή εύνοια· υπάρχουν και χειρότεροι.

Πόση αμφισβήτηση αντέχουμε;

«Το Εικοσιένα. Έχουμε ως την ώρα την ιστορία του; Φοβάμαι πως όχι.
Τη μυθολογία του; Φοβάμαι πως ναι» (Κωστής Παλαμάς)

Ομολογώ ότι οι αμφισβητίες της ιστορίας της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 μού τράβηξαν νωρίς την προσοχή. Ήταν μία πρόκληση να καταρρίπτονται σχεδόν όλα όσα μαθαίναμε στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Ο Σ. Καλύβας παραδέχεται ότι «σε γενικές γραμμές, οι αμφισβητίες έχουν την ιστορία με το μέρος τους».

Είναι υποχρεωμένος να το κάνει, γιατί οποιοσδήποτε ισχυρίζεται το αντίθετο χάνει αυτομάτως το επιστημονικό του κύρος. Ταυτόχρονα απορρίπτει τόσο την αποδόμηση (καλόβουλη ή κακόβουλη) όσο και τη στείρα επανάληψη του εθνικού αφηγήματος. Για να καταλήξει στην ανάγκη αναθεώρησης καθώς «σχεδόν δύο αιώνες μετά τα γεγονότα που οδήγησαν στη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού έθνους, μια κουρασμένη και απογοητευμένη κοινωνία αγκομαχά να ξαναβρεί τον βηματισμό της και διστάζει να πιστέψει στο μέλλον. Είναι μια μοναδική ευκαιρία να διηγηθούμε ξανά το ιδρυτικό μας αφήγημα, με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας». Υπάρχουν όμως κάποια προβλήματα:

(1) Οι μύθοι μεταλλάσσονται στο πέρασμα του χρόνου. Όση μυθολογία γνωρίζουμε για το 1821 διαμορφώθηκε σταδιακά σε βάθος χρόνου. Τα κρυφά σχολειά «ανακαλύφθηκαν» δεκαετίες μετά το τέλος της Επανάστασης, χωρίς να υπάρχει καμία ιστορική μαρτυρία ή απόδειξη. Ο πίνακας του Ν. Γύζη που οπτικοποίησε τον μύθο φιλοτεχνήθηκε το 1886, ενώ ο Ι. Πολέμης γράφει το γνωστό ποίημα το 1899. Θυμάμαι ως φοιτητής διάβασα το βιβλίο του Άλκη Αγγέλλου «Το κρυφό σχολείο-Χρονικό ενός μύθου» (εκδόσεις Εστία), που τεκμηρίωνε την κατασκευή του μύθου.

Όταν διαφωνούσα με κάποιους, τους έδινα δώρο το βιβλίο (που δεν ήταν του Κορδάτου, του Σκαρίμπα ή κάποιου αιρετικού). Τότε πρωτοανακάλυψα ότι οι άνθρωποι θέλουν να ακούν αυτά που πιστεύουν.

Αργότερα έμαθα και την επιστημονική ορολογία του φαινομένου· πρόκειται για την πλάνη αυτοεπιβεβαίωσης (confirmation bias), που χωρίς αυτή, όλες οι θεωρίες συνωμοσίας θα κατέρρεαν. Οι άνθρωποι επίσης υπερασπίζονται τις διαμορφωμένες αντιλήψεις τους ανεξαρτήτως της ύπαρξης αντίθετων τεκμηρίων. Σε μία προσπάθεια αντίδρασης, οι -αποδειγμένα λανθασμένες- αντιλήψεις όχι μόνο δεν ανατρέπονται αλλά ενισχύονται (back fire effect). Το θέμα λοιπόν είναι πόσους μύθους μπορούμε να καταναλώσουμε χωρίς να χαθεί κάποιος θεμιτός εθνικός στόχος.

(2) Όταν οι μύθοι μεταφέρονται ατόφιοι, παραμορφώνουν τη σύγχρονη πραγματικότητα. Τις περισσότερες φορές, οι αναλογίες και τα διδάγματα υπηρετούν τρέχουσες πολιτικές σκοπιμότητες.

Ο Χριστόδουλος σήκωνε το λάβαρο της Αγίας Λαύρας σε συγκέντρωση υπέρ της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες. Μπορεί να μην υπήρξε το συγκεκριμένο λάβαρο, αλλά ανέμιζε πραγματικά στην πλατεία Συντάγματος στις αρχές του 21ου αιώνα. Η Εκκλησία και ένας εσμός ακροδεξιών, εθνικιστών και ναζιστοχουντικών, κακοποιούν την Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασης, σε μια προσπάθεια οπισθοδρόμησης σε ένα παρελθόν που τους βολεύει. Αν αναζητούμε τον ελάχιστο κοινό παρονομαστή που θα μας ενώνει, τότε δεν μπορεί να έχουμε ένα Σύνταγμα με θρησκευτικές πρωτοκαθεδρίες και πολλαπλούς αποκλεισμούς. Κανένα σύγχρονο δημοκρατικό κράτος δεν έχει τέτοια χαρακτηριστικά. Επιμένοντας στη μετατροπή μύθων σε ατόφια αλήθεια, τα εθνικά θεμέλια μετατρέπονται σε βαρίδια.

(3) Το χρώμα των αφηγήσεων ποικίλλει. Υπάρχουν πολλές οπτικές για ένα ιστορικό γεγονός. Σταδιακά στην «παραδοσιακή» δημιουργήθηκε και αριστερή αφήγηση για το 1821, η οποία στηρίχθηκε στην ανυπότακτη δράση και κατασκεύασε τη δική της συνέχεια στο εθνικό αφήγημα («αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι πάντα είν’ ο ίδιος ο λαός»). Ο Βελουχιώτης είχε εμμονή με τους ήρωες του 1821 και θεωρούσε τον εαυτό του απόγονο και συνεχιστή της δικής τους παράδοσης. Ο Σ. Καλύβας αναφέρει ότι «μια πλέον γραφική ομάδα αναβαπτίζει το εθνικό αφήγημα μέσα στην παλιομοδίτικη μαρξιστική κολυμβήθρα, βαφτίζοντας την Ελληνική Επανάσταση “ταξική”». Προφανώς ο Κολοκοτρώνης δεν ήταν κομμουνιστής.

Οι μαρξιστικές αναλύσεις της Ελληνικής Επανάστασης στηρίζονται στην ταξική δομή της για να ψάξουν για συμπεράσματα. Όμως αν δεν αναλυθούν τα ταξικά συμφέροντα όσων συμμετείχαν (ή εναντιώθηκαν) στην επανάσταση, τότε δεν μπορεί να εξηγηθεί ποιος πολέμησε εναντίον ποιου και γιατί. Οι «μαρξιστικές» αναλύσεις δεν είναι περισσότερο λανθασμένες από εκείνες με αντίθετο πολιτικό πρόσημο· όποιος προκατασκευάζει συμπεράσματα με ιδεολογικά εργαλεία σφάλει. Το πρόβλημα ξεκινά όταν κάποιοι προσπαθούν να αναλύσουν το παρελθόν για να το χρησιμοποιήσουν πολιτικά στο παρόν. Κατασκευάζουν προδότες, εκατέρωθεν του πολιτικού άξονα, και αναζητούνται οι πρόγονοί τους στην Αντίσταση ή στον Εμφύλιο. Με ανάλογα πολιτικά άλματα, φτάνουν μέχρι το 1821. Πρόκειται για μία κακή χρήση μιας κατασκευασμένης Ιστορίας, ανεξαρτήτως ιδεολογικού πρόσημου.

Αντιμέτωποι με τη σύγχρονη πραγματικότητα

Ακόμη και αν οι εθνικοί μύθοι παρέμεναν αναλλοίωτοι, τους ξεθωριάζει ο χρόνος και χάνουν την αρχική τους αξία. Ο κόσμος γύρω μας αλλάζει με δραματικές ταχύτητες, ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση των καθεστώτων και των ισορροπιών που είχαν εδραιωθεί για δεκαετίες μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Θέλουμε να πιστεύουμε στο τρισχιλιόχρονο έθνος και συγκινούμαστε όταν δημοσιεύονται επιστημονικές μελέτες που αποδεικνύουν ότι οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι είναι γενετικά συνδεδεμένοι με τους σημερινούς Έλληνες. Λες και καταλαβαίνει από επιστημονικές βιολογικές έννοιες ο μέσος Έλληνας. Όπως έλεγε και ο Νίκος Σβορώνος, «Δεν πιστεύω στη φυλετική συνέχεια. Δεν κάνω ζωολογία, ιστορία κάνω».

Οι σύγχρονοι Έλληνες θαυμάζουν έναν δικτάτορα (ο Πούτιν είναι ο πιο δημοφιλής ηγέτης στην Ελλάδα), αλλά δύο στους τρεις θέλουν να παραμείνει η χώρα στην ΕΕ, παρότι η πλειοψηφία πιστεύει ότι περισσότερο ωφελημένη από τη συμμετοχή βγήκε η ΕΕ (58%, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα της διαΝΕΟσις).

Τα παιδιά των μεταναστών δεν είναι καλοδεχούμενα (35,3% των Ελλήνων δεν θέλουν να κρατάνε την ελληνική σημαία σε εκδηλώσεις των σχολείων που φοιτούν), δεν θέλουμε να λαμβάνουν άμεσα την ελληνική υπηκοότητα ακόμη και αν έχουν γεννηθεί εδώ (34%), ενώ το συντριπτικό 90,3% θεωρεί ότι ο αριθμός των μεταναστών είναι υπερβολικά μεγάλος. Όλα αυτά τα πιστεύουν οι κάτοικοι μιας χώρας που φθίνει πληθυσμιακά, αντιμέτωποι με μια πραγματικότητα μεταναστευτικών ροών που δεν προβλέπεται να μειωθούν. Σημειωτέον είναι ότι η Τουρκία στις αρχές της δεκαετίας του 1960 είχε 27 εκατ. πληθυσμό, στις αρχές του 1980, 44 εκατ. ενώ σήμερα αγγίζει τα 80 εκατ.

Τα αντίστοιχα νούμερα για την Ελλάδα είναι 8,3 εκατ., 9,7 εκατ., ενώ σήμερα ο πληθυσμός είναι 10,7 εκατ. με έντονες τάσεις συρρίκνωσης και γήρανσης. Όταν αντιμετωπίζουμε τις επιθετικές τάσεις των Τούρκων, ας έχουμε και αυτά τα στοιχεία στο μυαλό μας. Παρακολούθησα την παρέλαση και τις δηλώσεις του υπουργού Άμυνας, ο οποίος έχει μασκαρευτεί με όλων των ειδών τις στρατιωτικές στολές. Τα «αυστηρά μηνύματα» που απεύθυνε σε αυτούς που δεν τον αφήνουν να πλησιάσει ελληνικές νησίδες πετώντας στεφάνια μίλια μακριά, περισσότερο τρόμαξαν εμένα.

Υποψήφια συμπεράσματα

Δύο αιώνες από την έναρξη μιας Επανάστασης που μας επιτρέπει να ζούμε ελεύθεροι, ο περί εθνεγερσίας πολιτικός λόγος δεν είναι μόνο αντίθετος με την επιστημονική ιστοριογραφία, αλλά σε μία χρεοκοπημένη χώρα κυριαρχούν υψηλότονες ρητορικές και εκτόξευση κούφιων απειλών. Σίγουρα πρέπει να στηριχθούμε στην Ιστορία που διαμόρφωσε τη σύγχρονη Ελλάδα, αλλά χωρίς αυταπάτες και γραφικές φιέστες. Τις τελευταίες δεκαετίες εθιστήκαμε επικίνδυνα στα οφέλη της συμμετοχής μας στην ΕΕ, χωρίς να θέλουμε να αναλάβουμε υποχρεώσεις, ξεχνώντας ότι τίποτα δεν είναι διαχρονικά δεδομένο ή αυτονόητο. Αποδείχθηκε ότι στρατηγικές τύπου «Κούγκι» τόσο στην οικονομία ή στο μεταναστευτικό οδηγούν σε μοναχικά χαρακίρια.

Σήμερα στρέφουμε το βλέμμα στο παρελθόν -και μάλιστα με λάθος τρόπο-, γιατί αρνούμαστε να αναλύσουμε τη διεθνή πραγματικότητα· βαδίζουμε χωρίς πυξίδα σε ένα μέλλον που δεν διαμορφώνουμε. Η Ελλάδα μπορεί να γίνει ένα ισχυρό ευρωπαϊκό κράτος ή μία μικρή και ασήμαντη βαλκανική χώρα οιονεί υποτελής σε νέου τύπου σουλτάνους.

Και τα δύο ενδεχόμενα είναι πιθανά.

 

* Ο Κώστας Μαρκάζος είναι οικονομολόγος, συγγραφέας του βιβλίου «ΑΝΤΙΠΑΛΟΙ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΑΣ» (εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη)


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v