Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γ. Μουρμούρας: Πιο θετική η εικόνα της Ελλάδας

Αισιόδοξος υπό την προϋπόθεση της αυστηρής τήρησης του Μνημονίου είναι ο αναπληρωτής Διοικητής της ΤτΕ για την ελληνική οικονομία. Το διάστημα πριν τα capital controls, η οικονομική πολιτική δεν είχε κατεύθυνση, γράφει.

  • Του Γιάννη Μουρμούρα (*)
Γ. Μουρμούρας: Πιο θετική η εικόνα της Ελλάδας

Με την ενδελεχή αξιολόγηση περιουσιακών στοιχείων (Asset Quality Review - AQR) που πραγματοποίησε η ΕΚΤ τον περασμένο Οκτώβριο, μέσω του ενιαίου εποπτικού μηχανισμού, διαπίστωσε ότι οι ελλείψεις κεφαλαίου των τεσσάρων συστημικών ελληνικών τραπεζών στο βασικό σενάριο ήταν 4,4 δισ. ευρώ και το αρνητικό σενάριο 14,4 δισ. ευρώ. Και οι τέσσερις τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν επιτυχώς έως τον Δεκέμβριο.

Στην πραγματικότητα, δύο από αυτές κατάφεραν να καλύψουν όχι μόνο τις κεφαλαιακές ανάγκες του βασικού σεναρίου αλλά και εκείνες του αρνητικού, αποκλειστικά μέσω της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα. Για τις άλλες δύο, οι απαιτήσεις του βασικού σεναρίου καλύφθηκαν μέσω του ιδιωτικού κλάδου και εκείνες του αρνητικού μέσω δημόσιων κεφαλαίων ύψους 5,84 δισ. ευρώ, τα οποία προήλθαν από τα 86 δισ. ευρώ του ESM που διατέθηκαν στο πλαίσιο του τρίτου Μνημονίου της χώρας. Σαν αποτέλεσμα, το μίνιμουμ Tier I κεφάλαιο των τεσσάρων ελληνικών τραπεζών είναι κοντά στο 18% -ένα από τα υψηλότερα στην Ευρωζώνη.

Όσον αφορά στο περιβάλλον μετά την κεφαλαιοποίηση για τις ελληνικές τράπεζες, υπάρχουν δύο κύριες προκλήσεις, οι οποίες είναι αδιαχώριστα συνδεδεμένες: πρώτα, η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η οποία έχει περιγραφεί ως η αχίλλειος πτέρνα του ελληνικού τραπεζικού κλάδου και, δεύτερον, η παροχή επαρκούς ρευστότητας στην ελληνική οικονομία.

Τα μεγέθη είναι αρκετά ανησυχητικά: τα NPLs ως ποσοστό των συνολικών δανείων μετά τη μεγάλη ύφεση που αντιμετώπισε η Ελλάδα ανέβηκαν από 10% το 2010 (20 δισ. ευρώ) σε πάνω από 43% το 2015 (107 δισ. ευρώ), έναντι μέσου όρου 8% στην ευρωζώνη.

Η αναδιάρθρωση

Μια αξιόπιστη στρατηγική επίλυσης του θέματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ειδικά σε ό,τι αφορά τα επιχειρηματικά δάνεια (φτάνουν τα 40 δισ. ευρώ) θα μπορούσε να φανεί επίσης ως μια μοναδική ευκαιρία για:

πρώτον, αναδιάρθρωση -όχι μόνο του επιχειρηματικού τραπεζικού χρέους- αλλά και για επαναπροσανατολισμό της ελληνικής οικονομίας προς εξαγωγικές εταιρίες.

Δεύτερον, θα μπορούσε να είναι ευκαιρία για αύξηση του μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων -ειδικά κλάδων της ελληνικής οικονομίας που μπορούν να διεκδικήσουν παγκόσμια εμπορική παρουσία-, δίνοντας κίνητρα για τη συμμετοχή νέων ξένων μετόχων που θα φέρουν νέα κεφάλαια ως στρατηγικοί επενδυτές σε κλάδους υψηλής προστιθέμενης αξίας (όπως η ιχθυοκαλλιέργειες, τα τρόφιμα, τα logistic και ο τουρισμός).

Είναι ξεκάθαρο ότι οι βελτιώσεις στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, για παράδειγμα μέσω outsoursing σε εξειδικευμένες πλατφόρμες, θα μειώσει τα επιτοκιακά spreads και θα ελευθερώσει κεφάλαια από τις τεράστιες προβλέψεις που οι τράπεζες είναι αναγκασμένες να κάνουν. Αυτό μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να διοχετευθεί η αναγκαία ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.

Πράγματι, από τον Ιανουάριο του 2011 η πιστωτική ανάπτυξη της Ελλάδας έχει κινηθεί σε αρνητικό έδαφος. Τον Νοέμβριο του 2015 ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης των συνολικών πιστώσεων προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα διαμορφώθηκε στο 2,2% έναντι ποσοστού 1,4% της Ευρωζώνης.

Τι πρέπει να κάνει η Ελλάδα

Τα επόμενα σημαντικά βήματα της χώρας περιλαμβάνουν μια επιτυχή κατάληξη στο θέμα των διαπραγματεύσεων για την ελάφρυνση του χρέους, βασισμένη στις προτάσεις του ESM, επόμενες αναβαθμίσεις πιστοληπτικής ικανότητας και αποκατάσταση του waiver στα ελληνικά ομόλογα (κάτι που ο Πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι υπονόησε τον Σεπτέμβριο του 2015, όσο η χώρα είναι εντός προγράμματος και το υλοποιεί), το οποίο θα μπορούσε να μειώσει την τρέχουσα εξάρτηση των τραπεζών από τον ELA.

Αλλά πάνω από όλα, μια δέσμευση να ακολουθηθεί η ατζέντα των μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας και προϊόντων, όπως περιγράφεται στο τρίτο Μνημόνιο, είναι απαραίτητη, όπως και η μητέρα όλων των μεταρρυθμίσεων: η ιδιωτικοποίηση.

Το βασικό όφελος αυτού δεν θα είναι ούτε τα υψηλότερα κρατικά έσοδα, ούτε ένας αδύνατος και αποτελεσματικός δημόσιος τομέας, αλλά περισσότερο η ώθηση που χρειάζεται η χώρα απελπισμένα μέσω της προσέλκυσης ξένων άμεσων επενδύσεων και η επανατοποθέτησή της στον παγκόσμιο επενδυτικό χάρτη -κάτι που θα μπορούσε να σημάνει την επιστροφή στην κανονικότητα.

Αν όλα αυτά γίνουν γρήγορα, η ανάκαμψη και το άλμα της ελληνικής οικονομίας στο δεύτερο μισό του 2016 θα είναι ένα ρεαλιστικό σενάριο. Τελικά, καθώς η εμπιστοσύνη αποκαθίσταται, θα υπάρχει σταδιακή επιστροφή των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, κάτι το οποίο θα δώσει ώθηση στον δανεισμό προς ιδιωτικές επιχειρήσεις και θα είναι καθοριστικός παράγοντας στην άρση των capital controls που επιβλήθηκαν τον περασμένο Ιούλιο. Τα capital controls ήρθαν μετά τις εκροές καταθέσεων ύψους 40 δισ. ευρώ, οι οποίες προκλήθηκαν από την πολιτική αβεβαιότητα και τη χωρίς κατεύθυνση οικονομική πολιτική που ασκούνταν τότε.

Η εφαρμογή του τρίτου μνημονίου δεν είναι επιλογή. Είναι επιβεβλημένη. Με δεδομένη τη μικρή αξιοπιστία της χώρας σε όλο το 2015, η Ελλάδα θα πρέπει να συμμορφωθεί με την αρχή pacta sunt servanda (οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται), η οποία είναι προαπαιτούμενο για ένα κράτος-μέλος μιας νομισματικής ένωσης που ρυθμίζεται από κανόνες.

Έτσι, μια έγκαιρη και επιτυχημένη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης είναι ένα πραγματικό τεστ για τις ελληνικές αρχές, ώστε να δείξουν ευθύνη στις μεταρρυθμίσεις και, γενικά, πρόγραμμα. Αυτό θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των εταίρων μας και εκείνη της αγοράς. Από τη μεριά μου, βλέπω το ποτήρι στην ευρωζώνη μισογεμάτο.

 

(*) Ο Γιάννης Μουρμούρας είναι αναπληρωτής Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και πρώην υφυπουργός Οικονομικών. Επίσης είναι καθηγητής μακροοικονομίας στο Πανεπιστήμιο της Μακεδονίας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v