Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τα διλήμματα Ντράγκι για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης

Ο ρυθμός και ο χρόνος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης στο επίκεντρο της σημερινής συνεδρίασης της ΕΚΤ. Το πρόβλημα της έλλειψης επιλέξιμων τίτλων και οι οικονομικές προβλέψεις για την ευρωζώνη. Τα ερωτήματα για την Ιταλία.

Τα διλήμματα Ντράγκι για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης
  • της Claire Jones στη Φρανκφούρτη

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πραγματοποιεί τη σημαντικότερη συνεδρίαση των τελευταίων μηνών σήμερα, καθώς πολλαπλασιάζονται τα ερωτήματα για την εξαιρετικά χαλαρή νομισματική της πολιτική, η οποία στηρίζει την οικονομική ανάκαμψη της ευρωζώνης, όμως δεν συγχρονίζεται με την Ουάσινγκτον και το Βερολίνο.

Την ώρα που η Fed φαίνεται έτοιμη να αυξήσει τα επιτόκια την επόμενη εβδομάδα, καθώς οι ΗΠΑ στρέφονται από τη νομισματική στη δημοσιονομική τόνωση, η ΕΚΤ αναμένεται να παρατείνει το πρόγραμμα ποσοτικής της χαλάρωσης, ως τον πιο σίγουρο τρόπο προκειμένου να συνεχιστεί η ανάκαμψη της ευρωζώνης.

Τα παρακάτω είναι τα πέντε σημεία που θα πρέπει να προσεχθούν στην ανακοίνωση της ΕΚΤ (14:45 ώρα Ελλάδας) και τη συνέντευξη Τύπου του Μάριο Ντράγκι (15:30 ώρα Ελλάδας).

Επιβράδυνση του ρυθμού αγοράς ομολόγων

Η ΕΚΤ άρχισε να αγοράζει ομόλογα στο πλαίσιο του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσής της πριν από σχεδόν δυο χρόνια, τον Μάρτιο του 2015 –αρχικά με ρυθμό 60 δισ. ευρώ μηνιαίως, που στη συνέχεια αυξήθηκε σε 80 δισ. ευρώ. Βασικό ζήτημα σήμερα είναι αν η ΕΚΤ θα επιβραδύνει τον ρυθμό, ιδιαίτερα μετά τη λήξη του δεύτερου σκέλους του QE τον Μάρτιο.

Σε κάποιον βαθμό, ο κ. Ντράγκι βρίσκεται «εγκλωβισμένος» μεταξύ των υπέρμαχων του QE, που θεωρούν τις αγορές ομολόγων ως ζωτικής σημασίας για τη στήριξη της εύθραυστης οικονομικής ανάκαμψης σε μια περίοδο πολιτικής αστάθειας, και των σκεπτικιστών της υπερβολικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής, ιδιαίτερα της Γερμανίας, όπου οι πολιτικοί σε τακτική βάση ωρύονται για τις επιπτώσεις του QE στους αποταμιευτές.

Οι περισσότεροι αναλυτές θεωρούν πως η τράπεζα θα συνεχίσει την αγορά τίτλων ύψους 80 δισ. ευρώ μηνιαίως μετά τον Μάρτιο. Αν όμως το ποσό αυτό μειωθεί στα 60 δισ. ευρώ, όπως προτείνουν ορισμένοι, ο κ. Ντράγκι είναι πιθανό να υποστηρίξει πως μια τέτοια μείωση δεν είναι το ίδιο με το «tapering» (την περιστολή) της Fed. Αυτή η πολιτική, η οποία συνέβαλε στη δημιουργία αναταραχής στις αγορές όταν αποκαλύφθηκε το 2013, μείωσε σταδιακά με μια σειρά μέτρων την αγορά τίτλων, μέχρι να σταματήσουν τελείως.

Οι αγορές ίσως να μην συμφωνούν. Αν ο κ. Ντράγκι δεν καταφέρει να τις πείσει πως η μείωση του μεγέθους του προγράμματος αγοράς ομολόγων διαφέρει από το tapering, τότε τα κόστη δανεισμού των κρατών μπορεί να αυξηθούν –ιδιαίτερα στις πιο ευάλωτες περιοχές της νομισματικής ένωσης, που εξαρτώνται περισσότερο από τις αγορές ομολόγων προκειμένου να διατηρηθούν υπό έλεγχο τα επίπεδα των αποδόσεων. Αυτό θα ακύρωνε μεγάλο μέρος του έργου που έχει επιτελεστεί από το QE για τη μείωση του κόστους δανεισμού στις προβληματικές οικονομίες της ευρωζώνης.  

Ο χρόνος

Ένας από τους λόγους για τους οποίους η ΕΚΤ μπορεί να υποστηρίξει ότι μια επιβράδυνση στην ταχύτητα της αγοράς τίτλων διαφέρει από το «tapering» είναι διότι μια τέτοια κίνηση δεν χρειάζεται να μειώσει τον όγκο των ομολόγων που αγοράζουν τελικά οι κεντρικοί τραπεζίτες.

Αναλυτές θεωρούν πως τα πρόσφατα σχόλια του κ. Ντράγκι σημαίνουν ότι το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ θα έχει να αντιμετωπίσει την επιλογή μεταξύ της αγοράς ομολόγων ύψους 80 δισ. ευρώ κάθε μήνα για έξι μήνες, ή 60 δισ. ευρώ για εννέα μήνες.

Μάλιστα, ο περιορισμός στα 60 δισ. ευρώ μηνιαίως, αλλά για μια πιο μακρά περίοδο, θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα η ΕΚΤ να αγοράσει περισσότερα ομόλογα.

Μεταβαλλόμενο περιβάλλον

Όταν η ΕΚΤ ανακοίνωσε τον Σεπτέμβριο πως δημιουργεί επιτροπές για να εξετάσουν νέες επιλογές για την ενίσχυση του πληθωρισμού και της ανάπτυξης στην ευρωζώνη, ένα από τα σημαντικότερα ερωτήματα που αντιμετώπισαν ήταν το πώς να χειριστούν την έλλειψη ομολόγων που εκδίδονται από τα πιο ασφαλή κράτη της ευρωζώνης.

Η ΕΚΤ μπορεί να αγοράσει μόνο κρατικά ομόλογα που διαπραγματεύονται με αποδόσεις άνω του -0,4%. Στον απόηχο της ψήφου στη Βρετανία τον Ιούνιο για αποχώρηση από την ΕΕ, υπήρξε μαζική στροφή προς ασφαλή καταφύγια, που έστειλε τις αποδόσεις ορισμένων γερμανικών τίτλων πολύ χαμηλότερα του επιπέδου αυτού.

Οι κεντρικοί τραπεζίτες στη Γερμανία πρέπει επίσης να αγοράζουν περισσότερα ομόλογα απ’ όσο οι Ιταλοί εταίροι τους, αφού οι κανόνες του QE ορίζουν πως οι αγορές πρέπει να γίνονται αναλογικά με το μέγεθος της κάθε οικονομίας της ευρωζώνης και τον πληθυσμό της. Αυτό, παρά το γεγονός ότι η Ιταλία έχει περισσότερο κρατικό χρέος.

Η ΕΚΤ περιορίζεται επίσης από τους κανόνες που θέτουν όρια στο ποσό μιας συγκεκριμένης έκδοσης ομολόγων που μπορεί να αγοράσει, και τη συνολική αναλογία του χρέους οποιουδήποτε κράτους μέλους που μπορεί να διακρατά.

Η πρόσφατη άτακτη υποχώρηση στις αγορές ομολόγων σε όλον τον κόσμο έχει αμβλύνει τις πιέσεις προς τους κεντρικούς τραπεζίτες σε χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία και η Αυστρία. Ενώ η σημερινή συνεδρίαση είναι πιθανό να συμπεριλάβει συζητήσεις για την αλλαγή των κανόνων του QE, ωστόσο δεν είναι απαραίτητο ότι θα υπάρξει απόφαση.

Η όποια χαλάρωση των κανόνων θα αποδειχθεί μη δημοφιλής για τα «γεράκια» του συμβουλίου, που είναι επίσης πιθανό να ταχθούν κατά νέων γύρων αγοράς τίτλων. Ωστόσο, η σημερινή συνεδρίαση θα αποτελούσε έναν φυσικό χρόνο για να ανακοινώσει η ΕΚΤ τις όποιες αλλαγές στον σχεδιασμό του QE.

Αν το συμβούλιο συμφωνήσει στις αλλαγές στους κανόνες, τότε το έργο της ανακοίνωσης των αλλαγών αυτών θα «πέσει» στον κ. Ντράγκι, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που θα παραχωρήσει.

Οικονομικές προβλέψεις

Ο πρόεδρος της ΕΚΤ θα παρουσιάσει επίσης τα αποτελέσματα του τελευταίου γύρου των τριμηνιαίων προβλέψεων των κλιμακίων της Τράπεζας, κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου. Οι προβλέψεις αυτές θα αποκαλύψουν, για πρώτη φορά, το τι πιστεύουν οι κεντρικοί τραπεζίτες της νομισματικής ένωσης ότι θα συμβεί με τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη το 2019.

Οι προβλέψεις αναμένεται να δείξουν πως η ανάκαμψη της ευρωζώνης παραμένει ανέπαφη και πως ο πληθωρισμός θα αυξηθεί προς τον στόχο της ΕΚΤ –χαμηλότερα, αλλά κοντά στο 2%- μέχρι το 2019.

Οι πιο πρόσφατες προβλέψεις, που δημοσιοποιήθηκαν τον Σεπτέμβριο, έκαναν λόγο για ανάπτυξη 1,7% φέτος, 1,6% το 2017 και 1,6% το 2018. Ο πληθωρισμός προβλέπονταν να διαμορφωθεί στο 0,2% φέτος, στο 1,2% το 2017 και στο 1,8% το 2018.

Η Ιταλία

Ο κος Ντράγκι, ο πρώην επικεφαλής της Τράπεζας της Ιταλίας είναι πιθανό να αντιμετωπίσει ερωτήσεις για το «όχι» των συμπατριωτών του στο δημοψήφισμα για τις συνταγματικές αλλαγές και τις πιθανές συνέπειες στις τράπεζες της χώρας. 

Ενώ ο επικεφαλής της ΕΚΤ στο παρελθόν έχει μιλήσει για τα προβλήματα των τραπεζών με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, η ευαίσθητη κατάσταση που περιβάλλει το θέμα της παλαιότερης τράπεζας του κόσμου, της Monte dei Paschi di Siena μπορεί να τον οδηγήσει στο να υψώσει «πέτρινο τοίχο» στις σχετικές ερωτήσεις.

Ο Jens Weidmann, πρόεδρος της Bundesbank και ένα από γεράκια του συμβουλίου έχει ήδη εκφράσει ανησυχία για το ότι το «όχι» θα οδηγήσει σε έλλειψη προόδου στις οικονομικές μεταρρυθμίσεις. Τόσο ο Jens Weidmann όσο και ο Ντράγκι βλέπουν αυτές τις μεταρρυθμίσεις ως ουσιαστικές για την μακροχρόνια ανάκαμψη της Ιταλίας.

© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v