Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΒΡ και Λιβύη: Μία ειδική... σχέση

Η στενή σχέση ανάμεσα στην πετρελαϊκή και στρατιωτική βιομηχανία και στους δικτάτορες της Μέσης Ανατολής είναι κοινός τόπος, όπως και η κρατική διαμεσολάβηση υπέρ των επιχειρηματικών συμφερόντων.

  • John Gapper
ΒΡ και Λιβύη: Μία ειδική... σχέση
Πολλές συζητήσεις έγιναν αυτήν την εβδομάδα για την ειδική σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και στη Βρετανία. Τόσο ο κ. David Cameron, ο Βρετανός πρωθυπουργός, όσο και ο κ. Barack Obama, ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, αναφέρθηκαν αρκετές φορές σε αυτήν τη σχέση κατά τη συνάντησή τους. Αλλά η πιο ενδιαφέρουσα σχέση είναι ανάμεσα στην ΒΡ και στη Λιβύη.

Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι η πετρελαϊκή προσπάθησε να επηρεάσει απευθείας τη βρετανική κυβέρνηση για την απελευθέρωση του Abdel Basset al-Megrahi, του βομβιστή του Λόκερμπι. Υπάρχει, όμως, η παραδοχή ότι στήριξε τη συμφωνία με την Λιβύη το 2007 για τη μεταφορά του κρατουμένου. Δύο χρόνια αργότερα, ο κ. Megrahi είναι στο σπίτι του και η ΒΡ έχει τα δικαιώματα άντλησης αργού πετρελαίου.

Ακόμη και εάν η αποφυλάκιση του κ. Megrahi έγινε σε μία απευθείας ανταλλαγή ώστε να αποκτήσει η ΒΡ το συμβόλαιο, και όχι για λόγους υγείας όπως επισήμως αναφέρθηκε, δεν υπάρχει καταπάτηση της νομοθεσίας. Εάν η ΒΡ δωροδόκησε Λίβυους αξιωματούχους με μετρητά, τότε θα είχε προβλήματα με τις ΗΠΑ και την αμερικανική νομοθεσία κατά των διεθνών πρακτικών διαφθοράς (FCPA). Η εμπορική realpolitik, όμως, δεν είναι παράνομη.

Ηθικά υπάρχει λογική. Οι Αμερικανοί γερουσιαστές, οι οποίοι δηλώνουν εξοργισμένοι από τον φημολογούμενο συσχετισμό της αποφυλάκισης Megrahi και του πετρελαϊκού συμβολαίου -που διαψεύδουν τόσο η ΒΡ όσο και ο κ. Cameron- θα δικαιωθούν ηθικά όταν προκύψουν καταδικαστικές αποδείξεις.

Τι διαφορά, άλλωστε, υπάρχει ανάμεσα σε μία εταιρία που δωροδοκεί και σε μία βρόμικη πολιτική συμφωνία που ευνοεί κάποια συγκεκριμένη εταιρία; Απολύτως καμία.

Το χάσμα ανάμεσα στη δικαιοσύνη για την επιχειρηματική διαφθορά -όπως αντιμετωπίζεται στις ΗΠΑ με την FCPA και στη Βρετανία με τη νέα νομοθεσία περί δωροδοκιών- και στη σχετική αμνηστία που απολαμβάνουν οι πολιτικοί είναι ένα κίνητρο για τις μεγάλες εταιρίες να χρησιμοποιούν τις κυβερνήσεις ως επιχειρηματική ασπίδα. Ενισχύει το στρατιωτικό - βιομηχανικό δίκτυο (τώρα είναι στρατιωτικό - βιομηχανικό - ενεργειακό δίκτυο) για το οποίο έχει προειδοποιήσει ο Dwight Eisenhower.

«Η δωροδοκία πλήττει τους λιγότερο ισχυρούς. Το γεγονός ότι οι επιχειρήσεις λειτουργούν με έναν τρόπο στις ΗΠΑ και με έναν άλλον τρόπο στην Αφρική ή στη Λατινική Αμερική δεν είναι συμβατό με την ανθρώπινη αξιοπρέπεια», υποστηρίζει και ο κ. Mark Brzezinski, της νομικής εταιρίας McGuire Woods.

Η δήλωση αυτή αφορά και στην πολιτική δωροδοκία - αν και δεν αναφέρεται ρητά. Έχει τον ίδιο αντίκτυπο με την ενίσχυση της elite στις διεφθαρμένες οικονομίες. Λίγα, όμως, μπορούν να γίνουν για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης. Και οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, έχουν τη δική τους εμπειρία από ύποπτες συμφωνίες με ξένες κυβερνήσεις που ευνοούν τα στρατηγικά συμφέροντα και αμερικανικές επιχειρήσεις.

Η προώθηση του εμπορίου είναι ένα σχετικά ακίνδυνο καθήκον. Δημιουργούνται, ωστόσο, ερωτήματα ως προς το γιατί είναι καθήκον των κυβερνήσεων να συγκεντρώνουν παραγγελίες για τον ιδιωτικό κλάδο. Το γεγονός ότι ο πρίγκιπας Andrew ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο προωθώντας βρετανικές εταιρίες δίνει στους Βρετανούς φορολογουμένους κάποια επένδυση στη… βασιλική τους επένδυση.

Η περιστρεφόμενη πόρτα ανάμεσα στα κρατικά κεφάλαια και στον ιδιωτικό κλάδο είναι ακόμη πιο αμφισβητήσιμη. Όταν πρόκειται για ανταλλαγές ανάμεσα σε επιχειρηματικά και κρατικά συμφέροντα -όπως ένα στρατιωτικό συμβόλαιο και μία πετρελαϊκή συμφωνία με πολιτικά ανταλλάγματα- τότε η ηθική μπαίνει στην άκρη.

Αυτό, βέβαια, έρχεται σε αντίθεση με την επιθετική στάση που κρατούν οι ΗΠΑ -τώρα και η Βρετανία- για τη δωροδοκία ξένων αξιωματούχων. Η ενίσχυση της νομοθεσίας, η οποία παρουσιάστηκε πρώτη φορά το 1977, πλέον επεκτείνεται όχι μόνο σε αμερικανικές επιχειρήσεις όπως η Halliburton αλλά και σε ευρωπαϊκές επιχειρήσεις όπως η BAE Systems, η Daimler και η Siemens.

Τα μεγάλα πρόστιμα που επιβάλλονται σε ξένες επιχειρήσεις οι οποίες όμως είναι εισηγμένες στην αμερικανική αγορά -η Siemens κλήθηκε να καταβάλει 1,3 δισ. δολ. και η ΒΑΕ 400 εκατ. δολ.- έχουν έναν διακρατικό χαρακτήρα. Υπάρχει, ωστόσο, μία λογική: η δωροδοκία ξένων αξιωματούχων θα πρέπει να καταπολεμηθεί από την πλευρά της προσφοράς, καθώς η πλευρά της ζήτησης βρίσκεται εκτός ελέγχου.

Βεβαίως εξακολουθεί να υπάρχει μια μεγάλη γκρίζα ζώνη ανάμεσα στη δωροδοκία και στην πολιτική επιρροή. Ο δείκτης 2009 της Διεθνούς Διαφάνειας για τη διαφθορά δίνει πολύ χαμηλή βαθμολογία (που αντιστοιχεί σε πολύ υψηλό επίπεδο κρατικής διαφθοράς) στις πετρελαιοπαραγωγούς χώρες της Μέσης Ανατολής όπως το Ιράκ και η Λιβύη και στη Σαουδική Αραβία, που είναι μεγάλος πελάτης της ΒΑΕ.

Σε γενικές γραμμές, υπάρχει μία ηθική ασυνέπεια. Από τη μια πλευρά ζητείται η επιβολή προστίμων σε επιχειρήσεις που δωροδοκούν αξιωματούχους και από την άλλη είναι αποδεκτές -έστω και ως αναγκαίο κακό- οι επιχειρηματικές συμφωνίες που κλείνονται με την κυβερνητική διαμεσολάβηση.

Εάν το αποτέλεσμα είναι μια στενή σχέση ανάμεσα στην πετρελαϊκή και στρατιωτική βιομηχανία και στους δικτάτορες της Μέσης Ανατολής, τότε κανείς -ούτε οι Αμερικανοί γερουσιαστές- δεν δικαιούται να δηλώνει ότι έχει εκπλαγεί.
© The Financial Times Limited 2010. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v