Διατλαντικό χάσμα απόψεων στο τραπεζικό σύστημα

Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. προσεγγίζουν διαφορετικά τον κίνδυνο τραπεζικών καταρρεύσεων. Στις ΗΠΑ επιλέγεται αντιμετώπιση τύπου Lehman Brothers, ενώ η Ε.Ε. επιμένει στη διάσωση των τραπεζών. Στην G20 θα αναζητηθεί η κοινή λύση.

  • Gillian Tett
Διατλαντικό χάσμα απόψεων στο τραπεζικό σύστημα
Τι θα συνέβαινε εάν μία μεγάλη (ή έστω μεσαία) τράπεζα κατέρρεε σήμερα; Στις αρχές αυτού του έτους, ορισμένοι αξιωματούχοι και επενδυτές ενδεχομένως να είχαν πιστέψει ότι αυτό το ερώτημα αποκτά μάλλον ακαδημαϊκό χαρακτήρα, δεδομένου ότι η χρηματοοικονομική κρίση έδειχνε να έχει τελειώσει, λόγω της κρατικής στήριξης.

Το θέμα των τραπεζικών πτωχεύσεων, ωστόσο, βρίσκεται ξανά στο επίκεντρο. Ένας εμφανής λόγος είναι το δράμα της Ιρλανδίας σχετικά με την Anglo Irish Bank. Ο δεύτερος λόγος, όμως, είναι ότι σε διεθνές επίπεδο οι αξιωματούχοι έχουν εμπλακεί σε κρίσιμες παρασκηνιακές διαμάχες για το μελλοντικό θεσμικό καθεστώς πτωχεύσεων του χρηματοοικονομικού κλάδου. Οι διαμάχες ενδέχεται να ενταθούν όσο πλησιάζει η σύνοδος της G20 στη Σεούλ.

Η σημασία αυτής της συζήτησης είναι αδιαμφισβήτητα μεγάλη. Τον τελευταίο χρόνο, στις συζητήσεις για τις μεταρρυθμίσεις του χρηματοοικονομικού κλάδου, οι πολιτικοί επικεντρώθηκαν σε θέματα όπως η κεφαλαιακή επάρκεια, το trading παραγώγων και οι μισθοί των τραπεζιτών. Αγνοήθηκε όμως το θέμα της πτώχευσης των τραπεζών.

Είναι απολύτως κρίσιμο για το μέλλον, όμως, να εξακριβωθεί εάν υπάρχει ένα πρακτικό σχήμα αντίδρασης σε περιπτώσεις κατάρρευσης τραπεζών. Εάν οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να αφήσουν τις τράπεζες να καταρρεύσουν όταν οι τραπεζίτες (και οι επενδυτές) κάνουν χαζές επιλογές και χρειάζεται συνεχώς να διασώζονται, τότε δεν υπάρχει χρηματοοικονομικός καπιταλισμός. Και σε αυτήν την περίπτωση, οι κυβερνήσεις να πουν τα σύκα σύκα και να κρατικοποιήσουν όλο το τραπεζικό σύστημα. Βλέπε… Ιρλανδία.

Η αλήθεια είναι πως οι δυτικοί αξιωματούχοι και οι κεντρικοί τραπεζίτες κατανοούν τα παραπάνω πολύ καλά και η επιτροπή της Βασιλείας συζητά το θέμα εδώ και έναν χρόνο. Δυστυχώς, όμως, υπάρχει ακόμη αβεβαιότητα για το τι δεν μπορεί να γίνει -ή για το τι δεν θα έπρεπε να γίνει- σε διεθνές επίπεδο με τις πολυεθνικές τράπεζες.

Στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση έχει στηρίξει τον νόμο Dodd-Frank, ο οποίος επεκτείνει για όλες τις τράπεζες την προσέγγιση που ήδη υιοθετείται για τις μικρότερες. Η προσέγγιση αυτή κινείται στην ιδέα ότι όταν μία τράπεζα αντιμετωπίζει προβλήματα βιωσιμότητας, κρατικοποιείται, ανατίθεται σε μία ενδιάμεση τράπεζα και στη συνέχεια πωλείται ή διασπάται με την επιβολή haircut στους πιστωτές της (με τρόπο παρεμφερή με τα όσα ισχύουν στην υπαγωγή προστασίας έναντι πιστωτών για τον επιχειρηματικό κλάδο).

Η Ευρώπη δεν έχει τέτοιο σχήμα. Αν και ορισμένες χώρες -όπως η Βρετανία- έχουν υιοθετήσει κάποια παρεμφερή συστήματα, οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες παραμένουν δύσπιστες. Το αποτέλεσμα είναι πως οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι και οι τραπεζίτες προκρίνουν άλλες προτάσεις, όπως η χρήση των αποκαλούμενων cocos (έκτακτων ομολογιακών που μετατρέπονται σε μετοχές όταν η τράπεζα αρχίζει να αντιμετωπίζει προβλήματα) ή σχημάτων «bail-in» που να εξασφαλίζουν ότι οι πιστωτές θα αναλάβουν το μεγαλύτερο μέρος της ζημίας αντί για το κράτος.

Στη θεωρία δεν υπάρχει κάποιο επιχείρημα που να αποτρέπει τον συνδυασμό αυτών των προτάσεων. Η κατακλείδα, άλλωστε, είναι πως οι πιστωτές θα αναλάβουν το κόστος των ζημιών με οποιονδήποτε τρόπο.

Γεγονός, όμως, είναι ότι υπάρχει χάσμα στην προσέγγιση -και στην έμφαση που δίνεται- για το συγκεκριμένο θέμα που καθιστά δύσκολη την επίτευξη προόδου. Για τους Αμερικανούς, όπως η κ. Sheila Bair, επικεφαλής της αρμόδιας Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ασφάλισης Καταθέσεων των ΗΠΑ, προτάσεις όπως τα cocos και τα bail-in αποτελούν λάθος. Ο φόβος της είναι πως οι πολιτικοί και οι τραπεζίτες θα χρησιμοποιήσουν αυτά τα σχήματα ως δικαιολογία για να αποφύγουν τη δημιουργία ενός σωστού συστήματος πτωχεύσεων. Η κ. Bair προτείνει στην Ευρώπη να υιοθετήσει την αμερικανική προσέγγιση, έτσι ώστε να εξασφαλιστεί ότι οι χρεοκοπίες πολυεθνικών τραπεζών θα αντιμετωπιστούν με συνέπεια. Τονίζει ότι η προσέγγιση της αρμόδιας επιτροπής των ΗΠΑ έχει δοκιμαστεί με επιτυχία σε μικρότερες τράπεζες.

Για αρκετούς Ευρωπαίους αξιωματούχους, ωστόσο, η υιοθέτηση λύσεων «made in America» είναι απευκταία. Αμφισβητούν επίσης -ενδεχομένως δικαίως- την επιτυχία της αμερικανικής προσέγγισης σε μεγάλες, πολυεθνικές τράπεζες. Επίσης, το νομικό σύστημα και η κουλτούρα στην Ευρώπη είναι πολύ διαφορετικά από ό,τι στις ΗΠΑ. Κατά συνέπεια, η υιοθέτηση νομοθεσίας περί πτωχεύσεων στην Ευρώπη όπως εκείνη που εφαρμόστηκε στην περίπτωση της Lehman Brothers είναι πολύ δύσκολη.

Η καλύτερη επιλογή για την G20 θα ήταν να στηρίξει μία καθαρή διασυνοριακή συμφωνία η οποία -εάν είναι αναγκαίο- θα περιλαμβάνει τη δέσμευση να χρησιμοποιηθούν και οι δύο προσεγγίσεις, τόσο η νομοθεσία περί πτωχεύσεων όσο και τα bail-in. Και αυτή η πρόταση, όμως, θα πρέπει να επιβάλει στις τράπεζες να έχουν ξεχωριστές θυγατρικές εταιρίες σε κάθε χώρα με ξεχωριστά κεφάλαια, αντί για υποκαταστήματα. Αυτό βεβαίως είναι δαπανηρό για τις τράπεζες, αλλά θα μπορούσε να είναι πολύ ευνοϊκό για τη δημιουργία ενός σθεναρού διεθνούς τραπεζικού συστήματος.

Ένα πράγμα όμως είναι ξεκάθαρο: ότι οι κυβερνήσεις δεν μπορούν άλλο να αγνοούν αυτό το θέμα. Τα προβλήματα στον διεθνή τραπεζικό κλάδο δεν έχουν εξαφανιστεί, ούτε και η τάση πανικού των επενδυτών σε κάθε είδηση κρατικής διάσωσης τραπεζών, ούτε όμως και η αβεβαιότητα για τις επιπτώσεις στους πιστωτές.

Το παράδειγμα της Anglo Irish είναι ενδεικτικό και δείχνει ότι απαιτείται να δημιουργηθεί ένα ξεκάθαρο σχήμα, τόσο για τις μεσαίες όσο και για τις μεγάλες τράπεζες.
© The Financial Times Limited 2010. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v