Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

FT: Τα μυστικά της κρίσης του καπιταλισμού

Το 40% των Αμερικανών δεν έχει πια θετική άποψη για τον καπιταλισμό. Ο L. Summers παραδέχεται ότι το σύστημα είναι άδικο. Ότι πέτυχε φθηνές τηλεοράσεις, αλλά ακριβά σχολεία. Σημειώνει, όμως, ότι δεν υπάρχει καλύτερη επιλογή.

  • Lawrence Summers*
FT: Τα μυστικά της κρίσης του καπιταλισμού
Πριν από πέντε χρόνια, θα ήταν σχεδόν αδιανόητο οι Financial Times να έχουν σειρά άρθρα γα την «Κρίση του καπιταλισμού». Το γεγονός ότι κάτι τέτοιο πλέον συμβαίνει αντανακλά τόσο τη δυσμενή κοινή γνώμη όσο και τα ανησυχητικά μηνύματα σε μεγάλο μέρος του βιομηχανοποιημένου κόσμου.

Οι Αμερικανοί είναι παραδοσιακά οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές του καπιταλισμού. Παρ' όλα αυτά, σε πρόσφατη δημοσκόπηση, θετική γνώμη για τον καπιταλισμό φαίνεται πως έχει το 50% του πληθυσμού των ΗΠΑ, σε αντίθεση με το 40% που δεν έχει. Η απογοήτευση είναι ιδιαίτερα εμφανής στη νεολαία, σε ανθρώπους ηλικίας 18-29 ετών, σε Αφροαμερικανούς και σε ισπανόφωνους, των οποίων τα εισοδήματα είναι κατώτερα των 30.000 δολαρίων, και σε ανθρώπους που δηλώνουν Δημοκρατικοί.

Οι τρεις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις ήταν λουτρό αίματος για τους αξιωματούχους. Το 2006 και το 2008, η Αριστερά πήγε καλά. Το 2010 η Δεξιά κέρδισε με μεγάλη άνεση. Όμως, με την άνοδο του Tea Party στη Δεξιά και του κινήματος Occupy Wall Street στην Αριστερά, φαίνεται πως η φετινή εκλογική αναμέτρηση θα γίνει ακόμη πιο περίπλοκη.

Πόσο δικαιολογημένη, όμως, είναι αυτή η απογοήτευση από τον καπιταλισμό; Αυτό εξαρτάται από την απάντηση που δίνουμε σε δύο ερωτήσεις: Τα σημερινά προβλήματα είναι σύμφυτα με την παρούσα μορφή του καπιταλισμού ή μπορούν να αντιμετωπιστούν με πιο άμεση λύση; Υπάρχουν καλύτερες εναλλακτικές επιλογές;

Η εξάπλωση της στασιμότητας και της ασυνήθιστα υψηλής ανεργίας στην Ιαπωνία και στον υπόλοιπο βιομηχανοποιημένο κόσμο εγείρει αμφιβολίες για την αποτελεσματικότητα του καπιταλισμού ως μέσου προώθησης της απασχόλησης και βελτίωσης του επιπέδου διαβίωσης για την ευρεία μεσαία τάξη. Το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Ελάχιστοι στοιχηματίζουν ότι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη θα επιστρέψουν σε επίπεδα πλήρους απασχόλησης τα επόμενα πέντε χρόνια. Και στις δύο οικονομίες πιθανότατα θα εκδηλωθούν πιέσεις στη ζήτηση για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Αυτό, όμως, δείχνει δομικό ελάττωμα του καπιταλισμού ή, όπως το θέτει και ο Keynes, «we have got magne to trouble» (μας χάλασε το κιβώτιο ταχυτήτων, με αποτέλεσμα την ακινητοποίηση του οχήματος), και αυτό σημαίνει ότι το πρόβλημα μπορεί να αντιμετωπιστεί με τη σωστή δημοσιονομική και νομισματική πολιτική, αλλά δεν θα βελτιωθεί με διαρθρωτικά μέτρα.

Πιστεύω πως τα στοιχεία συνηγορούν υπέρ της δεύτερης επιλογής. Οι προσπάθειες για μεταρρύθμιση του καπιταλισμού είναι πιθανόν περισσότερο να αποκλίνουν από τα βήματα που χρειάζονται για την προώθηση της ζήτησης παρά να συνεισφέρουν στο να επιστρέψει ο κόσμος στην αγορά εργασίας. Υποπτεύομαι ότι εάν και όταν οι μακροοικονομικές πολιτικές ρυθμιστούν καταλλήλως μεγάλο μέρος της τρέχουσας ανησυχίας θα σβήσει.

Παρ' όλα αυτά, εγείρονται σοβαρές ανησυχίες για τη δικαιοσύνη του καπιταλιστικού συστήματος. Αυτές προέρχονται από την απότομη αύξηση της ανεργίας περισσότερο από όσο θα περίμενε κανείς από τον οικονομικό κύκλο -ένας στους έξι Αμερικανούς μεταξύ 24 και 54 ετών πιθανότατα θα βρίσκεται εκτός αγοράς εργασίας μετά την ανάκαμψη της οικονομίας-, σε συνδυασμό με τη δραματική αύξηση του μεριδίου του εισοδήματος που αντιστοιχεί στο 1% του πληθυσμού (αν όχι στο 0,01%) και τη μείωση της κοινωνικής κινητικότητας.

Το πρόβλημα είναι υπαρκτό και βαθύ και φαίνεται απίθανο να διορθωθεί από μόνο του χωρίς παρεμβάσεις. Εν αντιθέσει με τις κυκλικές ανησυχίες, αυτήν τη φορά δεν φαίνεται να υπάρχει εμφανής διαθέσιμη λύση. Ακόμη και στον κινεζικό κλάδο μεταποίησης, το ποσοστό της απασχόλησης φαίνεται πως είναι χαμηλότερο από τα προ 15ετίας επίπεδα, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται πιο βαθιά, στην εξέλιξη της τεχνολογίας.

Η αγροτική οικονομία έδωσε τη σκυτάλη στη βιομηχανική οικονομία επειδή η πρόοδος απάντησε στην ανάγκη για παραγωγή τροφίμων που να απαιτεί συμμετοχή μικρότερου μέρους του πληθυσμού, απελευθερώνοντας έτσι μεγάλο αριθμό ανθρώπων, οι οποίοι πλέον είχαν τη δυνατότητα να εργαστούν σε άλλους τομείς. Η ίδια πρόοδος συντελείται και τώρα στον μεταποιητικό κλάδο και σε ευρεία γκάμα υπηρεσιών, μειώνοντας τις προοπτικές απασχόλησης γα πολλούς.

Παράλληλα, όπως συνέβη τις πρώτες μέρες της βιομηχανικής εποχής, ο συνδυασμός ουσιαστικών πληθυσμιακών μετακινήσεων και της δυνατότητας παραγωγής σε μεγάλη κλίμακα έδωσε την ευκαιρία σε λίγους τυχερούς να συγκεντρώσουν ισχυρές περιουσίες.

Η φύση της μεταμόρφωσης επισημαίνεται από την 50πλάσια μεταβολή στη σχετική τιμή μιας τηλεόρασης συγκριτικά με το κόστος ημερήσιας νοσηλείας κατά την τελευταία γενιά.

Έχει συχνά αναφερθεί ότι ο μέσος μισθός των εργαζομένων έχει μείνει στάσιμος, γεγονός που συγκαλύπτει ένα σημαντικό μέρος του τι συμβαίνει. Εάν εξετάσουμε την εξέλιξη, μετρώντας την πορεία των τιμών στις συσκευές ή στα ρούχα ή στις τηλεπικοινωνίες, όπου η ανάπτυξη της παραγωγικότητας ήταν ταχεία, τότε καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι οι μισθοί αυξήθηκαν σημαντικά κατά την τελευταία γενιά. Το πρόβλημα είναι πως έμειναν στάσιμοι ή μειώθηκαν εάν η μέτρηση γίνει ως προς τις τιμές των κατοικιών, οι οποίες υποχωρούν, το κόστος της υγείας, των τροφίμων, της ενέργειας και της εκπαίδευσης.

Δεδομένου ότι πλέον απαιτούνται λιγότεροι εργαζόμενοι για να ικανοποιηθεί η ζήτηση για συσκευές και ρουχισμό, είναι φυσικό και επόμενο ότι τόσο περισσότεροι θα εργάζονται σε κλάδους όπως η υγεία και η εκπαίδευση, όπου τα αποτελέσματα είναι καταφανώς απογοητευτικά. Όπως αναφέρει και ο οικονομολόγος Michael Spence, ουσιαστικά όλη η ανάπτυξη της απασχόλησης στις ΗΠΑ κατά την τελευταία γενιά έλαβε χώρα σε μη εμπορεύσιμα προϊόντα.

Το πρόβλημα είναι πως σε πολλούς από αυτούς τους τομείς η παραδοσιακή επιχειρηματολογία υπέρ του καπιταλισμού είναι αδύναμη. Δεν είναι βεβαίως τυχαίο ότι σχεδόν σε όλες τις κοινωνίες η υγεία και η εκπαίδευση βρίσκονται στα χέρια του δημόσιου τομέα, εν αντιθέσει με όσα συμβαίνουν στην παραγωγή βιομηχανικών προϊόντων. Υπάρχει η ανάγκη για μεταφορά περισσότερων εργαζομένων από δραστηριότητες όπως η χαλυβουργία σε δραστηριότητες όπως η φροντίδα των γηραιότερων. Παράλληλα, υπάρχει η ανάγκη για συρρίκνωση ή τουλάχιστον για επιβράδυνση της ανάπτυξης του δημόσιου τομέα.

Έτσι, ερχόμαστε στην ενοχοποίηση των χρεοκοπημένων κυβερνήσεων των βιομηχανοποιημένων καπιταλιστικών κοινωνιών. Παρότι η οικονομία ακολουθεί μη ικανοποιητική πορεία, οι πιέσεις στους προϋπολογισμούς περιορίζουν τη δυνατότητα αντίδρασης του δημόσιου τομέα. Οι συζητήσεις πλέον αφορούν το πώς και το πότε -όχι το εάν- θα μειωθούν τα βασικά προγράμματα κοινωνικής πρόνοιας. Ακόμη και το ουσιώδες θέμα της φερεγγυότητας πολλών καπιταλιστικών κρατών φαίνεται πως αμφισβητείται.

Και πάλι το πρόβλημα είναι υπαρκτό. Αν και πιστεύω περισσότερο απ' ό,τι οι περισσότεροι πως οι ΗΠΑ θα έχουν τη δυνατότητα να δανείζονται με ευνοϊκούς όρους για μεγάλο χρονικό διάστημα εάν -όπως φοβάμαι- ο ιδιωτικός δανεισμός συνεχίσει να δέχεται πιέσεις, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο δρόμος στον οποίο βρισκόμαστε ως προς τις προγραμματισμένες δαπάνες και τα προγραμματισμένα δημόσια έσοδα δεν είναι βιώσιμος. Και το παράδειγμα της Ευρώπης μας δείχνει ότι οι αγορές μπορούν να μετατρέψουν σημαντικά δημοσιονομικά προβλήματα σε πραγματική καταστροφή, ανησυχώντας υπερβολικά και πολύ γρήγορα.

Από μία άποψη, η απάντηση θα ήταν να επιμείνουμε σε μεγαλύτερη πολιτική βούληση και κουράγιο. Εάν εξετάσουμε το θέμα πιο βαθιά, όμως, οι πολίτες του βιομηχανοποιημένου κόσμου, που πιστεύουν ότι ζουν σε προοδευτικές κοινωνίες, δικαίως αναρωτιούνται γιατί οι κοινωνίες που στηρίζονται όλο και περισσότερο στην αφθονία πρέπει να περικόψουν τα επίπεδα κοινωνικής προστασίας. Παραδόξως, η απάντηση βρίσκεται στην ίδια την επιτυχία του καπιταλισμού, η οποία κατέστησε την ευκαιρία για εκπαίδευση και νοσηλεία και τη διοίκηση πολύ πιο δαπανηρές.

Όταν η κατάσταση γίνεται απογοητευτική, τότε είθισται να υπάρχει η αντιπαράθεση εκείνων που ζητούν να συνεχίσουμε πιο δυναμικά στην ίδια γραμμή και αυτών που ζητούν ριζικές αλλαγές κατεύθυνσης. Στην περίπτωση του καπιταλισμού, όμως, η συζήτηση αυτή είναι εκτός θέματος.

Όπου εφαρμόστηκε συνάντησε τεράστια επιτυχία. Η πρόκληση για την επόμενη γενιά είναι πως αυτή η επιτυχία θεωρείται δεδομένη. Και μάλιστα σε τέτοιον βαθμό που θα αποτελέσει αιτία εντεινόμενης απογοήτευσης σε περιόδους οικονομικής στενότητας. Το πρόβλημα δεν αφορά τα περισσότερο καπιταλιστικά μέρη της σύγχρονης οικονομίας, αλλά τα λιγότερο καπιταλιστικά μέρη. Οι τομείς που αφορούν την υγεία, την εκπαίδευση και την κοινωνική πρόνοια είναι εκείνοι που πρέπει να επαναπροσδιοριστούν.

*Ο κ. Lawrence Summers είναι πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ και καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Harvard.
© The Financial Times Limited 2012. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v