Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιατί οι Γερμανοί πρέπει να ανοίξουν επιτέλους το πορτοφόλι

Σκληρή κόντρα κορυφαίων οικονομολόγων για την οικονομική πολιτική της Γερμανίας. Ο Λορέντζο Μπίνι Σμάγκι απαντά στον Ότμαρ Ίσινγκ: Δείτε τι έγινε το '30, ανοίξτε οποιοδήποτε βασικό μακροοικονομικό εγχειρίδιο κι αν χρειάζεται... να σας το μεταφράσουμε κιόλας.

  • Του Lorenzo Bini Smaghi**
Γιατί οι Γερμανοί πρέπει να ανοίξουν επιτέλους το πορτοφόλι

Σε πρόσφατο άρθρο στους FT, Ότμαρ Ίσιγνκ (πρώην επικεφαλής ανάλυσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) υποστήριξε πως δεν υπάρχουν λόγοι για μία χώρα όπως η Γερμανία – η οποία απολαμβάνει σχεδόν πλήρη απασχόληση και ισοσκελισμένο προϋπολογισμό, χρέος «πολύ καλύτερο του στόχου» και ακραία χαλαρή νομισματική πολιτική – να υιοθετήσει «επεκτατικό» προϋπολογισμό. «Ποιο είναι το οικονομικό βιβλίο που γράφει ότι μία τέτοια χώρα θα πρέπει να καταγράφει ελλείμματα για να δώσει αναπτυξιακά κίνητρα στην οικονομία;» διερωτάται.

Το επιχείρημα μπορεί να μοιάζει πειστικό, αλλά λείπει μία βασική μεταβλητή: Οι εθνικές αποταμιεύσεις της Γερμανίας υπερβαίνουν τις εθνικές επενδύσεις περισσότερο από 6% του ΑΕΠ. Αυτό το πλεόνασμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών προκύπτει από την επιθυμία των Γερμανών να συγκεντρώσουν πλούτο, κυρίως για τη σύνταξή τους. Το πρόβλημα είναι πως η γερμανική οικονομία δεν παράγει αρκετά στοιχεία ενεργητικού για να ικανοποιήσει αυτή την επιθυμία. Εάν η Γερμανία ήταν μία κλειστή οικονομία, οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις – συγκριτικά με τις επενδύσεις – θα οδηγούσαν σε απότομη μείωση των επιτοκίων σε επίπεδα ακόμη χαμηλότερα από τα σημερινά και σε παρατεταμένο αποπληθωρισμό.

Ευτυχώς για τη Γερμανία, η οικονομία της δεν είναι κλειστή και πολλές άλλες χώρες είναι διατεθειμένες να πουλήσουν στοιχεία ενεργητικού στους Γερμανούς αποταμιευτές. Όμως, ενώ η βούληση της Γερμανίας να συγκεντρώνει πλούτο δείχνει άπειρη – η καθαρή θέση ξένων περιουσιακών στοιχείων στης Γερμανίας πλησιάζει το 100% του ΑΕΠ - η ικανότητα των άλλων χωρών να δανείζονται και να εκδίδουν χρέος είναι πεπερασμένη. Μάλιστα, το εξωτερικό χρέος ορισμένων χωρών της περιφέρειας έχει ξεπεράσει το 100% και είναι πλέον μη βιώσιμο, αναγκάζοντας τις συγκεκριμένες χώρες να μειώσουν απότομα τις δαπάνες τους.

Οι Γερμανοί αποταμιευτές θα μπορούσαν να αποφασίσουν να στρέψουν τις επενδύσεις τους σε άλλα μέρη του κόσμου, αλλά οι μνήμες των ζημιών που υπέστησαν μετά την ασιατική κρίση στη δεκαετία του 1990 και την κρίση subprime δανείων στις ΗΠΑ την τελευταία δεκαετία, είναι ακόμη ζωντανές. Δεδομένου ότι οι Γερμανοί είναι από τους μεγαλύτερους καθαρούς αποταμιευτές στον κόσμο, εξ ορισμού θα πρέπει να επενδύσουν στο εξωτερικό και δεν αποτελεί έκπληξη κατά συνέπεια ότι πλήττονται σημαντικά όταν ξεσπούν χρηματοοικονομικές κρίσεις σε άλλα σημεία του πλανήτη.

Η Ευρώπη έχει κατά συνέπεια εγκλωβιστεί σε μία παράδοξη κατάσταση από την οποία δεν μπορεί να ξεφύγει. Από τη μία πλευρά, η Γερμανία και λίγες ακόμη χώρες θέλουν να αποταμιεύουν μεγάλο ποσοστό των εισοδημάτων τους και να συγκεντρώνουν πλούτο με πλεονάσματα τρεχουσών συναλλαγών που αγγίζουν επίπεδα ρεκόρ. Από την άλλη, οι χώρες της περιφέρειας δεν μπορούν και δεν θέλουν να δανειστούν περισσότερο από το εξωτερικό επειδή πρέπει να προχωρήσουν σε απομόχλευση για να βάλουν σε τάξη τα του οίκου τους και να μειώσουν το υπερβολικό  τους χρέος. Αυτό καταλήγει με γενικό πλεόνασμα αποταμιεύσεων στην Ευρώπη το οποίο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, δημιουργεί αποπληθωριστικές πιέσεις.

Η Γερμανία έχει προς το παρόν αποφύγει την ύφεση επειδή μπορούσε να αντισταθμίσει τη μείωση της ζήτησης από την υπόλοιπη Ευρώπη με ισχυρή πορεία εξαγωγών στις αναδυόμενες αγορές. Όμως, η τρέχουσα επιβράδυνση στην Κίνα, τη Ρωσία και τις χώρες του Κόλπου δείχνει πόσο ευάλωτη είναι η γερμανική οικονομία. Είναι ένδειξη αδυναμίας μία τόσο μεγάλη οικονομία όπως η γερμανική να εξαρτάται σε ποσοστό σχεδόν 50% του ΑΕΠ από τις εξαγωγές.

Πως μπορεί λοιπόν να γλιτώσει η Ευρώπη από τον αποπληθωρισμό; Υπάρχουν δύο δρόμοι.

Ο πρώτος είναι να σταματήσουν οι Γερμανοί αποταμιευτές να επενδύουν σε τίτλους σταθερού εισοδήματος (προς το παρόν αυτές τις τοποθετήσεις προτιμούν) και να στραφούν στα χρηματιστήρια του εξωτερικού και στις άμεσες ξένες επενδύσεις, όπως κάνει όλο και περισσότερο η Κίνα. Έτσι θα αποφευχθεί η υπερβολική συγκέντρωση χρέους και θα δοθεί αναπτυξιακή ώθηση στις χώρες της περιφέρειας.

Η άλλη λύση είναι και η ίδια η Γερμανία να εκδώσει περισσότερους τίτλους στους οποίους να μπορούν να επενδύσουν οι αποταμιευτές της. Πώς μπορεί να εφαρμοστεί αυτό; Μία πιθανότητα είναι να αυξηθεί το δημόσιο χρέος της χώρας. Οι Γερμανοί οικονομολόγοι και πολιτικοί όμως, δεν επιθυμούν κάτι τέτοιο. Η εναλλακτική είναι η ενθάρρυνση των ιδιωτικών επενδύσεων. Γιατί δεν επενδύει περισσότερο ο ιδιωτικός τομέας στη Γερμανία; Οι επιχειρηματίες απαντούν ότι δεν υπάρχει αρκετή ζήτηση για τα προϊόντα τους που θα δικαιολογούσε αύξηση επενδύσεων. Πράγματι, η ξένη ζήτηση επιβραδύνεται και η εγχώρια ζήτηση είναι αναιμική.

Τι θα μπορούσαν να κάνουν οι Γερμανοί αξιωματούχοι υπό αυτές τις συνθήκες; Να εφαρμόσουν πολιτικές που τονώνουν την εγχώρια ζήτηση είτε πρόκειται για ενίσχυση της κατανάλωσης είτε για αύξηση των επενδύσεων. Ένας τρόπος να επιτευχθεί αυτό, επί παραδείγματι, είναι να μειωθεί ο ΦΠΑ, ο οποίος βρίσκεται στο 19% και αποθαρρύνει τις δαπάνες των νοικοκυριών. Ένας άλλος είναι να ενθαρρυνθούν οι ιδιωτικές επενδύσεις με προνομιακή φορολογική μεταχείριση.

Εάν δεν αυξηθεί η εγχώρια ζήτηση για να αντισταθμίσει την επιβράδυνση στην παγκόσμια ζήτηση, τότε το τεράστιο πλεόνασμα των γερμανικών αποταμιεύσεων θα παρασύρει την ευρωπαϊκή οικονομία σε αποπληθωριστικό σπιράλ. Αυτό υποδεικνύει η βασική οικονομική ανάλυση και αυτό πρακτικά συνέβη κατά τη δεκαετία του 1930 με αποτέλεσμα την οικονομική και κοινωνική καταστροφή που όλοι γνωρίζουμε.

Εάν θέλουμε να μην επαναλάβουμε τα ίδια λάθη, το μόνο χρειάζεται να κάνουμε είναι να πάρουμε από το ράφι μίας πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης οποιοδήποτε βασικό εγχειρίδιο μακροοικονομίας  και – εάν είναι απαραίτητο – να το μεταφράσουμε.

 

**Ο Lorenzo Bini Smaghi είναι πρώην μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και νυν visiting scholar στο Weatherhead Center for International Affairs  του Harvard και του Istituto Affari Internazionali

© The Financial Times Limited 2014. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v