Το… πολιτικό κόστος συγκρατεί την ΕΚΤ

Η αγορά προεξοφλεί ότι η ΕΚΤ αν δεν προχωρήσει σε μείωση επιτοκίων, τουλάχιστον θα τα διατηρήσει σταθερά. ”Μέγα λάθος” σημειώνει ο κ. Wolfgang Munchau, αρθρογράφος των ”F.T.” για την ευρωπαϊκή οικονομία. Σύμφωνα με τον κ. Munchau, η ΕΚΤ γνωρίζει ότι θα πρέπει να αυξήσει τα επιτόκια, καθώς ο πληθωρισμός ενισχύεται. Όμως δεν θα το πράξει γιατί δεν επιθυμεί να κοντραριστεί με τους πολιτικούς.

του Wolfgang Munchau

Γνωρίζω ότι η άποψή μου δεν είναι διόλου δημοφιλής. Πιστεύω ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να προχωρήσει σε αύξηση του βασικού της επιτοκίου (βρίσκεται στο 4%) και δεν θα πρέπει να περιμένει έως το 2008 για να το πράξει. Δεν πρόκειται για πρόβλεψη σχετικά με το τι θα πράξει η τράπεζα. Αντίθετα. Πιστεύω ότι δεν πρόκειται να αυξήσει τα επιτόκια.

Ο βασικός παράγοντας που καθορίζει τη νομισματική πολιτική μίας κεντρικής τράπεζας είναι η πορεία του πληθωρισμού. Η ΕΚΤ διαθέτει σαφή στόχο τονίζοντας ότι ”ο πληθωρισμός θα πρέπει να βρίσκεται κοντά αλλά χαμηλότερα από το 2%”.

Βέβαια, οι εκτιμήσεις για τα είδη πληθωρισμού που υπάρχουν είναι αρκετά διαφορετικές, ανάλογα με το ποιος τις εκδίδει. Η διαφωνία δεν έγκειται φυσικά στο απόλυτο νούμερο. Γι’ αυτό κανείς δεν έχει διαφορετική εκτίμηση.

Η πραγματική ανάγκη για αύξηση των επιτοκίων έγκειται στα υπάρχοντα στοιχεία. Ο πληθωρισμός διαμορφώθηκε στο 2,6% τον Οκτώβριο και οι προβλέψεις επισημαίνουν ότι θα παραμείνει υψηλότερα του 2% έως το τέλος του 2007, ενώ το ίδιο ισχύει και για το 2008.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος –καθώς δεν εξετάζω την πορεία των τιμών του πετρελαίου αλλά ούτε αυτή των τροφίμων– για την ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων είναι η αγορά εργασίας, η οποία εμφανίζεται σφιχτή μετά την ανάκαμψη της οικονομίας. Σαφής απόδειξη ότι αυτός ο κίνδυνος διατηρείται είναι η πρόσφατη ανακοίνωση για αύξηση μισθών 4% στον μηχανολογικό κλάδο της Αυστρίας, έναν κλάδο-ορόσημο για τη χώρα.

Φυσικά η Αυστρία είναι μία μικρή οικονομία, όμως η αγορά εργασίας της είναι παρόμοια με αυτή της Γερμανίας, όπου επίσης οι μισθοί ακολουθούν ανοδική πορεία. Αν και αύξηση μισθών 4%, τουλάχιστον βάσει των αγγλοσαξονικών σταθερών, δεν είναι υπερβολική, σαφώς προκαλεί ανησυχίες.

Ένα ακόμη συμβολικό παράδειγμα ότι η περίοδος ήπιων απαιτήσεων στη Γερμανία έχει περάσει είναι η τρέχουσα απεργία των οδηγών τρένων, τα συνδικάτα των οποίων ζητούν αύξηση 30%. Μέχρι σήμερα η γερμανική αγορά εργασίας βοηθούσε στη συγκράτηση των πληθωριστικών πιέσεων στην ευρωζώνη. Αυτή η βοήθεια φτάνει στο τέλος της.

Παράλληλα, τόσο οι νομισματικές όσο και οι πιστωτικές εξελίξεις βαδίζουν σε μια πιο σφιχτή πραγματικότητα. Ο ετήσιος δείκτης προσφοράς χρήματος Μ3 ενισχύθηκε κατά 11,5% στο διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου. Τα επιχειρηματικά δάνεια αυξήθηκαν κατά 11,1%, ενώ τον Σεπτέμβριο τα δάνεια (εκτός του χρηματοοικονομικού κλάδου) σημείωσαν άνοδο 14,1% σε ετήσια βάση.

Ενώ ο πληθωρισμός ενισχύεται, η ανάπτυξη αναμένεται ότι θα διατηρηθεί στο υψηλότερο επίπεδό της. Για παράδειγμα, το ΔΝΤ προέβλεψε ότι η οικονομία της ευρωζώνης θα ”τρέξει” με 2,5% φέτος και με 2,1% το 2008.

Όλα τα παραπάνω στοιχεία υποδεικνύουν σαφώς ότι ο πληθωρισμός όχι μόνο έχει ξεπεράσει τον στόχο (της ΕΚΤ) αλλά και ότι θα διατηρήσει την ανοδική του πορεία. Δεδομένης αυτής της πρόβλεψης, θα ήταν λογικό κάποιος να επισημάνει ότι η νομισματική πολιτική δεν μπορεί να παραμείνει ουδέτερη.

Από την άλλη πλευρά, η απόφαση να μην υπάρξει αύξηση επιτοκίων, όπως έχει καταγραφεί στις μέχρι τώρα συνεδριάσεις-συζητήσεις της ΕΚΤ, βασίζεται σε τρία επιχειρήματα.

Πρώτον, στην τρέχουσα πιστωτική κρίση. Θα ήταν καλύτερα να περιμένουμε έως ότου η ομίχλη απομακρυνθεί. Όμως, αν και η πιστωτική κρίση αποτελεί όντως σοβαρό πρόβλημα, δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα για διατήρηση στάσιμης νομισματικής πολιτικής.

Δεύτερον, στην αύξηση των επιτοκίων στις αγορές χρήματος. Αυτή ενδεχομένως να καθιστά περιττή μία αντίστοιχη αύξηση από την ΕΚΤ. Το πρόβλημα με αυτό το επιχείρημα είναι ότι η κεντρική τράπεζα είναι εκείνη που οφείλει να καθορίζει την πορεία των επιτοκίων και όχι οι χρηματαγορές.

Τρίτον, στη συνεχιζόμενη ενίσχυση του ευρώ. Αυτό που πρέπει να έχει σημασία για μία κεντρική τράπεζα είναι η πραγματικές ισοτιμίες και όχι αυτές των αγορών.

Ο δείκτης που καταγράφει την πορεία του ευρώ έναντι ενός ”καλαθιού” νομισμάτων άγγιξε τις 108 μονάδες στα τέλη Δεκεμβρίου του 2004. Έναν χρόνο αργότερα υποχώρησε δραματικά στις 102 μονάδες και έφτασε στα μέσα Σεπτεμβρίου του 2007 στις 108,9 μονάδες. Επομένως, δεν πρόκειται για κάποια δραματική αλλαγή.

Ως εκ τούτου η σωστή κίνηση θα ήταν μία αύξηση των επιτοκίων. Βέβαια η ΕΚΤ δεν πρόκειται να το πράξει καθώς δεν θέλει να έρθει σε κόντρα με τους ευρωπαϊκούς πολιτικούς κύκλους, οι οποίοι ζητούν μείωσή τους. Όμως σε αυτή την περίπτωση διακινδυνεύει στο άμεσο μέλλον να βρεθεί αντιμέτωπη με έναν εκρηκτικό πληθωριστικό κίνδυνο.

© The Financial Times Limited 2007. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v