Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Lex: Η Deutsche Bank και το «καμπανάκι» του ΔΝΤ

Η μετοχή της Deutsche επηρεάζει περισσότερο εκείνες των άλλων τραπεζών. Μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση, η τράπεζα έχει υποστεί πολλή μεταβλητότητα, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι θα πτωχεύσει ή θα τραβήξει μαζί της και τις άλλες «στον γκρεμό».

Lex: Η Deutsche Bank και το «καμπανάκι» του ΔΝΤ

Το να χτυπάς κάποιον όταν βρίσκεται στο πάτωμα δεν είναι ευγενικό. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, δυστυχώς για την Deutsche Bank, δεν «κολλάει» στους καλούς τρόπους. Η Deutsche, μια τράπεζα ήδη αβοήθητη και σε δύσκολη κατάσταση, είναι σύμφωνα με το ΔΝΤ η πιο συστημικά επικίνδυνη τράπεζα του κόσμου.

Δεν είναι κάτι που οι επενδυτές δεν ήξεραν ήδη. Οι μετοχές της τράπεζας έχουν υποχωρήσει κατά περισσότερο από δύο πέμπτα φέτος. Και πάλι, η αντίδραση στην πρόσφατη αξιολόγηση του γερμανικού χρηματοπιστωτικού συστήματος ήταν σημαντική: το κόστος εξασφάλισης των ομολόγων αξίας 10 εκατ. δολαρίων της Deutsche, έναντι μιας πτώχευσης, αυξήθηκε από περίπου 430.000 δολάρια σε πάνω από 500.000. Αυτό είναι σχεδόν διπλάσιο του μέσου όρου της ευρωπαϊκής τράπεζας, σύμφωνα με στοιχεία της Markit.

Για τους περισσότερους ανθρώπους, συστημικό ρίσκο είναι ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν όλες οι τράπεζες σε περίπτωση που πτωχεύσει μία από αυτές. Ο κίνδυνος αυτός δεν γίνεται εύκολα αισθητός. Επομένως το ΔΝΤ μελέτησε τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί από το 2007 μέχρι το 2016 και εξέτασε το πώς οι μεταβολές στη συμπεριφορά της τιμής μετοχής καθεμίας τράπεζας επηρεάζει εκείνες των άλλων τραπεζών. Οι μετοχές της Deutsche κρίθηκε πως είναι οι πλέον «συνδεδεμένες»: η ευαισθησία των υπόλοιπων στις κινήσεις τους ήταν η υψηλότερη. Πρόκειται για μια πιο αδύναμη σύνδεση συγκριτικά με τις σχέσεις αντισυμβαλλομένων ή άλλες άμεσες ως προς τον ισολογισμό συνδέσεις.

Η Deutsche Bank έχει σίγουρα βιώσει πολλή μεταβλητότητα από τη χρηματοπιστωτική κρίση και μετά -λόγω μηνύσεων, ζημιών πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων, αλλαγές στη διοίκηση και μειώσεις στο μέρισμα. Έπειτα υπάρχουν τα πιο συνηθισμένα «βάσανα» που πλήττουν και τις άλλες τράπεζες, όπως τα υψηλά κόστη, η μειούμενη κερδοφορία σε βασικές αγορές, η υπερβολική μόχλευση και μια μεγάλη πτώση στη δραστηριότητα των κεφαλαιαγορών.

Ίσως υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι για να ανησυχεί κανείς για την Deutsche. Υπάρχει ο πολύ μεγάλος όγκος της (αξίας 31 δισ. ευρώ) σε μη ρευστοποιήσιμα και δύσκολο να εκτιμηθούν περιουσιακά στοιχεία, για παράδειγμα, ή το γεγονός ότι η πιστωτική της έκθεση στην Ιταλία (της οποίας η κυβέρνηση διαπληκτίζεται με την ΕΕ για το πώς θα ανακεφαλαιοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο τις τράπεζές της) αντιστοιχεί στο 3,5% της συνολικής της πιστωτικής έκθεσης και είναι σχεδόν διπλάσια της τρέχουσας αξίας της ιδίων κεφαλαίων.

Συνοψίζοντας, η επένδυση σε μετοχές της Deutsche Bank παραμένει επικίνδυνη. Αλλά αυτό δεν θα έπρεπε να θεωρείται πως σημαίνει ότι η τράπεζα παραπαίει στο χείλος της πτώχευσης ή ότι θα τραβήξει ολόκληρο το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα μαζί της στον γκρεμό.

© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v