Έρευνα της Stat Bank για την αγορά πετρελαίου

Σε δεινή θέση βρίσκονται οι μικρές και μεσαίες εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών που στριμώχνονται από το διυλιστικό μπλοκ και τις απανωτές αυξήσεις φόρων, συμπεραίνει η STAT Bank σε σχετική ανάλυση.

Έρευνα της Stat Bank για την αγορά πετρελαίου
Η πλέον ραγδαία ανακατανομή δυνάμεων και βεβαίως κερδών συντελέστηκε στην εγχώρια αγορά "μαύρου χρυσού" το 2009, ενώ η ίδια τάση συνεχίζεται και κατά το τρέχον έτος.

Αυτό προκύπτει από μεγάλη πανελλαδική έρευνα της STAT BANK μεταξύ των 85 μεγαλύτερων (βάσει κύκλου εργασιών) παραγωγικών και εμπορικών επιχειρήσεων πετρελαιοειδών προϊόντων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, τα συνολικά καθαρά κέρδη των δύο διυλιστικών επιχειρήσεων της χώρας (Ελληνικά Πετρέλαια και Μότορ Όιλ) άγγιξαν σχεδόν τα 350 εκατομμύρια ευρώ το 2009 έναντι ζημιών 42,7 εκατομμυρίων ευρώ το 2008. Η διυλιστική βιομηχανία της χώρας εργάστηκε με περιθώριο κέρδους 5,7% που θεωρείται ιδιαίτερα υψηλή επίδοση στο σύνολο της βιομηχανίας της χώρας.

Αντιθέτως, οι εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών, παρά την αύξηση της κερδοφορίας (παρότι αυτή δεν αφορά σε απολύτως συγκρίσιμα στοιχεία), εργάστηκαν με περιθώριο κέρδους 0,68%, ποσοστό απαγορευτικό για αρκετές μεμονωμένες εταιρίες που λειτούργησαν στο κόκκινο.

Βασικός μοχλός για την ανακατανομή δυνάμεων στην αγορά του "μαύρου χρυσού" ήταν η αλλαγή της πιστωτικής πολιτικής των διυλιστηρίων, τα οποία από τον Απρίλιο του 2009 μείωσαν ριζικά τον χρονικό ορίζοντα της πίστωσης προς τις εταιρίες. Έτσι από 40 ημέρες η πίστωση έχει πέσει αυστηρά στις 20 ημέρες. Αυτό είχε ως συνέπεια η πίεση να μεταφερθεί από τις εταιρίες στους πρατηριούχους, που πλέον μετρούν σημαντικές απώλειες: σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας, περίπου 1.100 πρατήρια υπολειτουργούν ή έχουν κλείσει σε ολόκληρη τη χώρα.

Το πρόβλημα της αγοράς επιδεινώθηκε από τις τρεις αυξήσεις του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ) στα καύσιμα και τις δύο αυξήσεις στον ΦΠΑ. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έρευνας της STAT BANK, η συνολική αγορά "μαύρου χρυσού" το πρώτο εξάμηνο του 2010 εμφανίζει συνολική μείωση 18% - 19% σε όγκους, γεγονός που επιτείνει το κλίμα ανασφάλειας στο σύνολο των εταιριών που δεν είναι συνδεδεμένες με διυλιστήρια.
Ειδικότερα, με βάση τη συγκεκριμένη έρευνα: 

• Οι συνολικές πωλήσεις των διυλιστικών επιχειρήσεων εμφανίζουν αισθητή μείωση (32,8%) κυρίως εξαιτίας της σοβαρής υποχώρησης των διεθνών τιμών του αργού πετρελαίου. Ενδεικτικά, οι τιμές του αργού μειώθηκαν από 150 δολάρια το βαρέλι τον Σεπτέμβριο του 2008 σε 70 - 80 δολάρια το 2009. Η μείωση αυτή μεταφράστηκε σε μικρότερους τζίρους, που όμως δεν είχαν καμία σχέση με τα λειτουργικά κέρδη των διυλιστικών επιχειρήσεων, που κινήθηκαν σε πολύ υψηλά επίπεδα.

Η αξιοποίηση της πιστωτικής πολιτικής προς τις εταιρίες είχε ως αποτέλεσμα τη θεαματική αύξηση της κερδοφορίας των διυλιστικών επιχειρήσεων. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι μία μεσαίου μεγέθους ελληνική εταιρία εμπορίας για να καλύψει τη διαφορά του χρόνου πίστωσης έπρεπε να εξασφαλίσει ένα ποσό της τάξης των 30 εκατομμυρίων ευρώ, το οποίο αξιοποιήθηκε από τα διυλιστήρια για καλύτερες και πιο κερδοφόρες συμφωνίες αγοράς αργού αλλά και προϊόντων.

• Οι συνολικές πωλήσεις των 76 μεγαλύτερων εμπορικών επιχειρήσεων πετρελαιοειδών μειώθηκαν κατά 16%, ενώ η συνολική κερδοφορία τους παρουσίασε αύξηση 77%. Έτσι, οι συνολικές πωλήσεις έφτασαν τα 11,5 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα συνολικά τους κέρδη ανήλθαν σε 78,36 εκατομμύρια ευρώ. Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι η αύξηση 77% δεν αντικατοπτρίζει πραγματικές αυξήσεις κερδών, αλλά συμπεριλαμβάνει και λογιστικές τακτοποιήσεις που δεν αφορούν σε αύξηση λειτουργικών κερδών.

• Καθοριστική για το νέο τοπίο που δημιουργείται στην εγχώρια αγορά καυσίμων είναι οι συμφωνίες εξαγοράς του δικτύου πρατηρίων της BP από τα Ελληνικά Πετρέλαια και του δικτύου της Shell από τη Μότορ Όιλ.

Τα οικονομικά αποτελέσματα

* Στη πρώτη θέση από άποψη τζίρου βρέθηκε η ΕΚΟ (ανήκει στον όμιλο των ΕΛΠΕ), η οποία διαχειρίστηκε πωλήσεις 1,6 δισ. ευρώ. Η εταιρία ωστόσο εμφάνισε κάθετη μείωση των καθαρών της αποτελεσμάτων. Έτσι, από κέρδη το 2008 πέρασε σε ζημίες το 2009. Το στοίχημα που θα κληθεί να λύσει η διοίκηση των ΕΛΠΕ και της ΕΚΟ είναι η εύρυθμη λειτουργία υπό την ίδια στέγη των δύο εταιριών εμπορίας - της ΕΚΟ και της BP.

* Στη δεύτερη θέση βρέθηκε η Shell, η οποία όμως εμφάνισε σημαντική μείωση των ζημιών της. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Shell συνεχίζει να υλοποιεί ένα ιδιαίτερα επιθετικό πρόγραμμα εμπορικής πολιτικής και ανταγωνιστικών λιανικών τιμών.

* Η Jetoil με τα 620 πρατήριά της βρέθηκε στην τρίτη θέση από άποψη τζίρου, διαχειριζόμενη πωλήσεις που υπερέβησαν το 1 δισ. ευρώ. Στόχοι της διοίκησης της εταιρίας είναι η υλοποίηση -έστω και με πιο αργούς ρυθμούς- του προγράμματος της νέας εταιρικής εικόνας στα πρατήρια και η απόκτηση σοβαρότερων μονάδων με υψηλότερες καταναλώσεις. Ο όμιλος της Jetoil διαθέτει σύγχρονους αποθηκευτικούς χώρους στη Θεσσαλονίκη, δυναμικότητας 210 χιλιάδων κυβικών μέτρων και αξίας 120 εκατομμυρίων ευρώ, εγκαταστάσεις στο Δυρράχιο της Αλβανίας και στο Κόσσοβο, δυναμικότητας 15 και 17 χιλιάδων κυβικών αντίστοιχα, ενώ πραγματοποιεί σημαντικές εξαγωγές στη Βουλγαρία. Στα άμεσα σχέδια των κ. Κυριάκου και Νίκου Μαμιδάκη, που διευθύνουν την Jetoil, είναι η δημιουργία έως το 2010 εγκατάστασης δυναμικότητας 40 χιλιάδων κυβικών στην Κρήτη και εγκατάστασης στη Σερβία. Μεγάλο μερίδιο αγοράς κατέχει η Jetoil στα ναυτιλιακά καύσιμα, όπου διαθέτει ιδιόκτητο στόλο 5 δεξαμενοπλοίων διπλού τοιχώματος και δύο RR για εφοδιασμό νησιών.

* Η Aegean Oil βρέθηκε στην 4η θέση από άποψη τζίρου, ενώ αύξησε την κερδοφορία της κατά 5,2%. Εν μέσω κρίσης η Αιγαίον Όιλ, που διευθύνεται από τον κ. Ιάκωβο Μελισσανίδη, αύξησε την κερδοφορία της κατά 116%. Αυτό το πέτυχε βελτιώνοντας τα περιθώρια ανά πρατηριούχο, μειώνοντας τα κόστη της και τα γενικά της έξοδα καθώς επίσης και με απόκτηση δικών της μεταφορικών μέσων (βυτιοφόρα) που μείωσαν περαιτέρω τα έξοδά της. Σημαντικά κέρδη εξασφάλισε επίσης και από την αύξηση του μεριδίου της στην εμπορία λιπαντικών, που ως γνωστόν έχουν υψηλότερα περιθώρια κέρδους.

* Ιδιαίτερα θετική εξακολούθησε να εμφανίζεται η πορεία της Avin που ανήκει στον όμιλο της Μότορ Όιλ. Η εν λόγω εταιρία αύξησε την κερδοφορία της κατά 11%, γεγονός που την κατατάσσει σε μία από τις καλύτερες θέσεις κερδοφορίας μεταξύ των ελληνικών εταιριών.

* Στην επόμενη θέση βρέθηκε η εταιρία Ελληνικά Καύσιμα, που πλέον διαχειρίζεται το δίκτυο πρατηρίων της BP και διευθύνεται από τον κ. Σωτήρη Χριστογιάννη.

* Οι εταιρίες Elin Oil και Revoil βρέθηκαν στις αμέσως επόμενες θέσεις του καταλόγου των εταιριών με τις μεγαλύτερες πωλήσεις. Τόσο η Elin όσο και η Revoil, συμφερόντων Ευάγγελου και Γεωργίου Ρούσσου, εμφάνισαν σημαντικές αυξήσεις κερδοφορίας. Οι εν λόγω εμφανίζονται ως οι πιο νοικοκυρεμένες μεσαίου μεγέθους ελληνικές επιχειρήσεις, που διευρύνουν την παρουσία τους παρά το γεγονός ότι δεν είναι διυλιστικές εταιρίες καυσίμων.

** Αναλυτικά στοιχεία της έρευνας της Stat Bank για την εγχώρια αγορά καυσίμων δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό".

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v