Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το υπαρξιακό πρόβλημα των κεντρικών τραπεζών

Η αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού είναι πολιτικό πρόβλημα και όχι οικονομικό. Η γήρανση του πληθυσμού, η παγκοσμιοποίηση και ο κίνδυνος κατάρρευσης της ευρωζώνης. Οι κοινωνίες πρέπει να αποφασίσουν ποιος θα πληρώσει το τίμημα.

  • Του Stephen King
Το υπαρξιακό πρόβλημα των κεντρικών τραπεζών

Κατά τη δεκαετία του 1970, ακόμη και οι κεντρικές τράπεζες με την καλύτερη απόδοση και τη μεγαλύτερη αξιοπιστία, δυσκολεύθηκαν πολύ να χαλιναγωγήσουν τον πληθωρισμό. Σήμερα, ακόμη και οι κεντρικές τράπεζες με την καλύτερη απόδοση και τη μεγαλύτερη αξιοπιστία δυσκολεύονται να αποφύγουν τον αποπληθωρισμό.

Στη θεωρία, κατά τη δεκαετία του 1970, μία κεντρική τράπεζα μπορούσε να αυξήσει τα επιτόκια επαρκώς ώστε να προστατεύσει την εγχώρια οικονομία από τον όλεθρο του παγκόσμιου πληθωρισμού. Η πιο σφιχτή νομισματική πολιτική θα ωθούσε σε υψηλότερα επίπεδα τη συναλλαγματική ισοτιμία, εξασφαλίζοντάς κατά συνέπεια ότι η μεγάλη αύξηση των τιμών στο εξωτερικό δεν θα οδηγούσε σε μεγάλη αύξηση των εγχώριων τιμών.

Παρόλα αυτά, καμία κεντρική τράπεζα δεν πέτυχε τον στόχο. Ακόμη και εκείνες που κατάφεραν μεγάλη άνοδο των συναλλαγματικών ισοτιμιών τους – κυρίως η Bundesbank και η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας – κατέληξαν με πληθωρισμό πολύ υψηλότερο από ότι θα ήταν σήμερα αποδεκτός. Οι κεντρικές τράπεζες κατάλαβαν ότι δεν μπορούν να πετύχουν εύκολα χαμηλό πληθωρισμό, επειδή ο πληθυσμός τους σωστά αναγνώρισε πως οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν είναι ούτε παντοδύναμοι ούτε εντελώς ανεξάρτητοι από την πολιτική διαδικασία. Κάθε χώρα κατάλαβε ότι μεγάλο μέρος του πληθωρισμού προκύπτει από εξελίξεις στο εξωτερικό και πως κατά συνέπεια βρίσκεται εκτός ελέγχου και επιρροής από την κεντρική τράπεζα.

Ο μόνος τρόπος να μειωθεί ο πληθωρισμός θα ήταν να αποδεχθεί μια κεντρική τράπεζα ότι θα επιφέρει σημαντική επιδείνωση της εγχώριας οικονομίας με υπερβολικά υψηλά επιτόκια και ασυνήθιστα ισχυρή συναλλαγματική ισοτιμία. Για να γίνει αυτό απαιτείται τεράστια στροφή στις πολιτικές συνθήκες. Αυτή η στροφή έγινε στην Βρετανία και τις ΗΠΑ στις αρχές της δεκαετίας του 1980  - με τα γνωστά αποτελέσματα στην εγχώρια βιομηχανία.

Χάρη στην επιρροή του μονεταρισμού, η μακροοικονομική πολιτική στοχεύει πλέον στον έλεγχο του πληθωρισμού και όχι στη μείωση της ανεργίας. Οι αναδιανεμητικές δαπάνες ήταν επώδυνες: εκτινάχθηκε η ανεργία, επιχειρήσεις πτώχευσαν και η μεταποιητική βιομηχανία κατέρρευσε. Ακόμη κι έτσι, χρειάστηκαν χρόνια για να μπορέσουν οι αξιωματούχοι να μειώσουν τον πληθωρισμό σε ρυθμό συμβατό με τους σημερινούς στόχους των κεντρικών τραπεζών. Το γεγονός ότι  υπήρξε πάντα αμφισβήτηση του στόχου για έλεγχο του πληθωρισμού δεν βοήθησε.

Ας δούμε τώρα την κατάσταση αντίστροφα. Ήταν σχεδόν ακατόρθωτο να αποτραπεί ο ανεπιθύμητος πληθωρισμός κατά τη δεκαετία του 1970. Γιατί να είναι ευκολότερο τώρα να αποφύγουμε τον αποπληθωρισμό;

Υπάρχουν δύο άμεσες ομοιότητες. Πρώτον, υπάρχει το πρόβλημα του στρουθοκαμηλισμού. Ακόμη κι αν ο αποπληθωρισμός θεωρείται πιθανός, καμία κεντρική τράπεζα δεν πιστεύει ότι είναι εφικτό να υπάρξει μακροπρόθεσμο πρόβλημα αποπληθωρισμού. Όπως έγινε και με τον πληθωρισμό στις αρχές της δεκαετίας του 1970. Η άρνηση της ύπαρξης του προβλήματος είναι η πρώτη άμυνα εκείνων που προτιμούν να μην ανησυχούν.

Δεύτερον, υπάρχει η αντίδραση «ε, και τι έγινε;». Πολλοί οικονομολόγοι με χαρά επιχειρηματολογούν ότι εάν εδραιωθεί ο αποπληθωρισμός, αυτό δεν θα έχει μεγάλη σημασία επειδή ενδεχομένως θα πρόκειται για τον αποκαλούμενο «καλό αποπληθωρισμό», που σχετίζεται με τη μείωση των τιμών του πετρελαίου ή την αλματώδη ενίσχυση της παραγωγικότητας. Και τα δύο οδηγούν σε μείωση των τιμών συγκριτικά με τους μισθούς και τα κέρδη και κατά συνέπεια ενισχύουν το διαθέσιμο εισόδημα.

Οι οικονομολόγοι εν τω μεταξύ, έχουν αγνοήσει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα αποπληθωρισμού, πιστεύοντας ότι οι κεντρικές τράπεζες έχουν τόσο την πρόθεση όσο και την ικανότητα να πετύχουν τους στόχους πληθωρισμού. Παρόλα αυτά, χρόνια μετά την χρηματοοικονομική κρίση και παρά τα τεράστια ποσά που έχουν δοθεί από τα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης, ο πληθωρισμός εξακολουθεί να κινείται πτωτικά. Η επίρριψη των ευθυνών στις χαμηλότερες τιμές των εμπορευμάτων δεν αρκεί. Ο πληθωρισμός βρισκόταν σε πτωτική τροχιά πολύ πριν την κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου. Ούτε αρκεί να επιρρίπτουμε τις ευθύνες στην κυκλική επιβράδυνση: Τόσο στις ΗΠΑ όσο και στην Βρετανία, το ποσοστό της ανεργίας ήταν πολύ χαμηλότερο από ότι αναμενόταν, αλλά η αύξηση των μισθών παρέμεινε αξιοσημείωτα μικρή.

Η Fed ελπίζει ότι θα υπάρξει επαρκής αύξηση των μισθών, αλλά προς το παρόν η αγορά δεν αντιδρά στα κίνητρα της νομισματικής πολιτικής.

Η χαλιναγώγηση του αποπληθωρισμού μόνο μέσω της νομισματικής πολιτικής ενδέχεται να αποδειχθεί πολύ πιο δύσκολη από ότι ήταν η αντιμετώπιση του πληθωρισμού. Τα επιτόκια μπορεί να εκτοξευθούν στην στρατόσφαιρα εάν κριθεί απαραίτητο. Στην αντίθετη περίπτωση όμως, μπορούν να πάνε μόνο μέχρι το μηδέν – ή έστω σε οριακά αρνητικό επίπεδο- λόγω της ύπαρξης της ρευστότητας. Η ποσοτική χαλάρωση, εν τω μεταξύ, μπορεί να δώσει ώθηση στις τιμές των στοιχείων ενεργητικού, να αποδυναμώσει τη συναλλαγματική ισοτιμία και να μειώσει τον κίνδυνο άμεσης χρηματοοικονομικής κατάρρευσης, αλλά προς το παρόν, δεν έχει πετύχει να ανακόψει την πτωτική πορεία των τιμών.

Δεδομένου ότι είναι ελάχιστοι οι αξιωματούχοι που παίρνουν σοβαρά την απειλή του αποπληθωρισμού – ενώ μάλιστα πολλοί δηλώνουν πεπεισμένοι ότι η οικονομική ανάκαμψη είναι κοντά- ο κίνδυνος είναι να βυθιστούμε περισσότερο στη δίνη του αποπληθωρισμού χάρη στην αδύναμη νομισματική ανάπτυξη, στα υψηλά επίπεδα χρέους και στη επίμονη απομόχλευση. Εάν συνεχιστούν οι τρέχουσες αποπληθωριστικές πιέσεις –κι αυτό είναι όλο και πιο πιθανό καθώς οι κεντρικές τράπεζες πετάνε το μπαλάκι του αποπληθωρισμού η μία στην άλλη μέσω των συναλλαγματικών υποτιμήσεων – οι αξιωματούχοι μπορεί να βρεθούν αντιμέτωποι με μία υπαρξιακή κρίση σχεδόν εξίσου μεγάλη με την πληθωριστική δεκαετία του 1970.

Χρειαζόμαστε μία νέα «επανάσταση ιδεών». Η φύση της ωστόσο, θα εξαρτηθεί από την πολιτική και όχι από την οικονομία. Θα επιλέξουν τα κράτη να απομακρυνθούν από την παγκοσμιοποίηση, επιρρίπτοντας τις ευθύνες για την απουσία ανάπτυξης στους παραγωγούς χαμηλού κόστους από άλλες χώρες; Θα επιστρέψει η δημοσιονομική πολιτική με τα επίπεδα του δημοσίου χρέους να μην θεωρούνται πλέον ως εμπόδιο; Θα καταρρεύσει η ευρωζώνη καθώς ο αποπληθωρισμός θα ριζώνει όλο και πιο βαθιά; Θα τολμήσουν οι χώρες να εξαπολύσουν τα νομισματικά «ελικόπτερα» επιτρέποντας ουσιαστικά στους υπουργούς Οικονομικών να επιβάλουν δημοσιονομική κυριαρχία στην κεντρική τράπεζα; Ή μήπως η γήρανση του πληθυσμού θα οδηγήσει σε αποπληθωρισμό με την έννοια ότι οι μεγαλύτερης ηλικίας «αποταμιευτές» θα τα πάνε καλύτερα σε σύγκριση με τους νεότερους «δανειστές»;

Η αντιμετώπιση του αποπληθωρισμού είναι δύσκολη. Ακόμη πιο δύσκολο είναι να καθορίσει η κοινωνία πως τελικά θα πληρώσει το τίμημα.

*Ο Stephen King είναι επικεφαλής ανάλυσης της HSBC

© The Financial Times Limited 2015. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v