Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η Ευρώπη κινδυνεύει περισσότερο από το Brexit

Οι προοπτικές της Ευρώπης μπορεί να είναι χειρότερες από αυτές της Βρετανίας μετά το Brexit. «Ψύχραιμη» η αντίδραση των αγορών δεδομένου του μεγέθους του σοκ. Γιατί αυξάνεται το «ρίσκο Τραμπ» και η αποτυχία των δημοσκόπων.

  • του Lawrence H. Summers*
Η Ευρώπη κινδυνεύει περισσότερο από το Brexit

Μέχρι στιγμής, δεδομένου του μεγέθους του σοκ, η αντίδραση των αγορών ήταν σχετικά ήρεμη, υποστηρίζει ο πρώην υπουργός Οικονομικών με άρθρο που έγραψε το απόγευμα της Παρασκευής στο προσωπικό του blog.

Η στερλίνα είναι λίγο πιο αδύναμη από ότι ήταν πριν από δέκα ημέρες όταν το αποτέλεσμα φαινόταν εξαιρετικά αβέβαιο. Δεν θα μου προξενούσε έκπληξη αν η στερλίνα υποχωρούσε κάτω από το $1,30, το γεν κάτω από τα $100 και καταγράφονταν πιο δραματικές κινήσεις στις αποδόσεις των ομολόγων στην ευρωπαϊκή περιφέρεια. Η στερλίνα ειδικότερα, που έχει ένα ρόλο σηματωρού, αλλά και πολλά άλλα στοιχεία ενεργητικού, έχουν ενισχυθεί σημαντικά από τα χαμηλά που έπιασαν το βράδυ της Πέμπτης.

Η σχετική ανθεκτικότητα που έχουν επιδείξει οι αγορές ως τώρα αντανακλούν πιθανότατα την πεποίθηση ότι οι κεντρικές τράπεζες θα κάνουν ότι είναι απαραίτητο για να διατηρήσει την τάξη, καθώς και κάποιες κερδοσκοπικές αγορές που έγιναν μετά τις ευκαιρίες που δημιουργήθηκαν από την πτώση στις τιμές των στοιχείων ενεργητικού.

Αυτή την στιγμή φαίνεται να επικρατεί ψυχραιμία στις Βρυξέλλες και το Λονδίνο. Ευτυχώς οι φορείς άσκησης πολιτικής δεν φαίνεται να ανησυχούν για τον ηθικό κίνδυνο σε μια στιγμή που η προτεραιότητα πρέπει να είναι η διατήρηση της ρευστότητας και της τάξης στις αγορές. Το κυριότερο, η αγορά δείχνει να εκτιμά πως η Fed κατανοεί την σοβαρότητα της κατάστασης κατεβάζοντας την πιθανότητα μιας αύξησης επιτοκίου ως το τέλος του έτους στο 10%.

Η κατάσταση των ευρωπαϊκών τραπεζών πρέπει να λάβει και θα λάβει την ανάλογη προσοχή από τις αρχές. Ακόμα και πριν το τελευταίο 24ωρο, οι μετοχές πολλών εξ αυτών βρίσκονταν σε επίπεδα ίσα της λογιστικής αξίας, κάτι που δείχνει ανησυχία για τις προοπτικές. Κάποιες τραπεζικές μετοχές, όχι μόνο των βρετανικών, βρίσκονται 20% χαμηλότερα. Η φυγή των επενδυτών προς το δολάριο και το γεν δημιουργεί τον κίνδυνο να χτυπήσει συναγερμός για τις αναδυόμενες αγορές και την επιστροφή των ανησυχιών για τους νομισματικούς πολέμους.

Οικονομικά

Για την Βρετανία, οι οικονομικές επιπτώσεις έχουν δύο όψεις. Από την μια πλευρά, έχει επέλθει ένα μεγάλο πλήγμα στην εμπιστοσύνη, στην μελλοντική ενότητα και στο εμπόριο. Από την άλλη, το νόμισμα έχει γίνει πιο ανταγωνιστικό και θα υπάρχει μεγάλη προσφορά ρευστότητας. Εκτιμώ πως σημαντική επιβράδυνση της ανάπτυξης και πιθανή ύφεση τους επόμενους 12 μήνες θα είναι ένα σημαντικό ρίσκο, αν και όχι μια βεβαιότητα.

Όπως καταδεικνύει και το γεγονός ότι η πτώση στις χρηματιστηριακές αγορές στην Ιταλία και στην Ισπανία είναι σχεδόν διπλάσια από ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι προοπτικές της Ευρώπης μπορεί να είναι χειρότερες από ότι για το Ηνωμένο Βασίλειο.

Υπάρχει ο πραγματικός κίνδυνος να μεταδοθεί ο λαϊκισμός σε διάφορες χώρες. Σοβαρό ρίσκο είναι και μια πιστωτική ασφυξία. Σε αντίθεση με την Βρετανία, η σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία δύσκολα θα υποχωρήσει σημαντικά. Η κεντρική τράπεζα έχει λιγότερο περιθώριο για επιπρόσθετα μέτρα.

Ο αντίκτυπος στον υπόλοιπο κόσμο θα εξαρτηθεί από την ψυχολογία. Παραμένω ανήσυχος ότι αυτό το αναπάντεχο στο Ηνωμένο Βασίλειο διογκώνει το «ρίσκο Τραμπ». Αν το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να ψηφίσει υπέρ του Brexit, τότε και οι ΗΠΑ μπορούν να ψηφίσουν υπέρ του Ντόναλντ Τραμπ. Φοβάμαι επίσης πως το ενδεχόμενο αυτό θα παγώσει τις αποφάσεις για επενδύσεις ειδικά στις εταιρείες που είναι προσανατολισμένες στο εξωτερικό.

Οι πιθανότητες μιας ύφεσης στις ΗΠΑ για τους επόμενους 12 μήνες βρίσκονται τώρα στο 30%. Αξίζει να σημειωθεί επίσης πως ένα περιβάλλον αυξημένης αποστροφής ρίσκου και φυγή στα ασφαλή καταφύγια θα περιπλέξει το πρόβλημα της Ιαπωνίας να οδηγήσει υψηλότερα τον πληθωρισμό και την πρόκληση της Κίνας να διατηρήσει σταθερότητα των τιμών.

Η οικονομία είναι πολύ πιο ασθενική από ότι συνήθως εξαιτίας της αδυναμίας να μειωθούν περαιτέρω τα επιτόκια. Η συνηθισμένη απάντηση των κεντρικών τραπεζών στις οικονομικές κάμψεις είναι να μειώνουν τα επιτόκια κατά 400 μονάδες βάσης ή και παραπάνω. Σε κανένα σημείο του κόσμου δεν έχουν αυτό το περιθώριο. Επίσης δεν υπάρχει μεγάλο περιθώριο για μείωση των πιστωτικών spreads λόγω των πολύ χαμηλών τους επιπέδων. Δεν είναι αυτή εποχή για λιτότητα. Μια πιο εκτεταμένη χρήση της δημοσιονομικής πολιτικής θα έπρεπε να είναι στην ατζέντα όλων σχεδόν των κυβερνήσεων και ειδικά μετά την αλλαγή κυβέρνησης στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Brexit θα εκληφθεί σωστά ως ένα σημάδι ότι η πολιτική στήριξη για την παγκόσμια ενοποίηση στην καλύτερη περίπτωση υποχωρεί και στην χειρότερη καταρρέει. Οι δραματικές διακυμάνσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες τείνουν να αυξάνουν τις πιέσεις για προστατευτισμό. Και τα προβλήματα στις ευρωπαϊκές τράπεζες θα μπορούσαν όπως και το 2009 να περιορίσουν την χρηματοδότηση.

Το παγκόσμιο εμπόριο έχει ήδη κινηθεί με βραδύτερο ρυθμό από την παγκόσμια ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια. Μια ξεκάθαρη δέσμευση από την G20 ότι θα αποφευχθεί η διολίσθηση στον προστατευτισμό είναι εξαιρετικά σημαντική. Χρήσιμες θα ήταν και συγκεκριμένες προσπάθειες για την χρηματοδότηση του εμπορίου.

Γενικότερες παρατηρήσεις

Μετά το Brexit, τον Τραμπ, τον Σάντερς και τις λανθασμένες προβλέψεις στις βρετανικές και καναδικές εκλογές, έχει γίνει σαφές ότι ο όρος πολιτική επιστήμη είναι οξύμωρος. Τα πολιτικά γεγονότα δεν μπορούν να προβλεφθούν με αξιόπιστο τρόπο από τους δημοσκόπους, τις αυθεντίες ή τους τζογαδόρους. Και οι τρεις αυτές ομάδες θα έπρεπε να δείχνουν μεγαλύτερη ταπεινότητα. Συγκεκριμένα, κανείς δεν πρέπει να είναι σίγουρος για το αποτέλεσμα των αμερικάνικων εκλογών.

Η πολιτική πρόκληση για πολλές χώρες είναι να αναπτύξουν ένα «υπεύθυνο εθνικισμό». Είναι ξεκάθαρο πως οι ψηφοφόροι διψούν πολιτικές που ευνοούν τα τοπικά συμφέροντα έναντι ευρύτερων οικουμενικών ανησυχιών. Η αντιμετώπιση αυτής της δίψας με δημιουργικό, αντί για καταστροφικό τρόπο είναι η πρόκληση της ερχόμενης δεκαετίας. Γνωρίζουμε πως ούτε η αδιαφορία για την δίψα αυτή, ούτε η εξήγηση πως βασίζεται σε λανθασμένες πεποιθήσεις, είναι βιώσιμη στρατηγική.

*Ο Lawrence H. Summers είναι πρώην υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v