Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών

Πυκνή σε εξελίξεις η εβδομάδα που πέρασε, υποχρεώνει σε παράθεση μιας σειράς γεγονότων. Ξεκινώντας από το εσωτερικό, δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι μέσα σε λίγες ημέρες ολοκληρώθηκε η επανιδιωτικοποίηση δύο συστημικών τραπεζών, με ισχυρό ενδιαφέρον από ξένους επενδυτές για την Εθνική Tράπεζα, αλλά και την πρώτη συμμετοχή (μετά από 17 χρόνια) ενός μεγάλου ευρωπαϊκού τραπεζικού ομίλου σε ελληνικό ίδρυμα, μέσα από το deal της UniCredit με την Αlpha Bank.

- Η Ελλάδα, κι αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία στη σημερινή συγκυρία, είναι ελκυστική για τους ξένους επενδυτές και συνεχίζει να διαγράφει σαφώς καλύτερη οικονομική πορεία από πολλές γνωστές οικονομίες της Ευρώπης. Το μεγάλο κενό όμως, που δεν συζητάμε, αφορά κυρίως στα λεγόμενα greenfield investments, δηλαδή τις ξένες επενδύσεις σε νέες δραστηριότητες. Εκεί δυστυχώς δεν παρατηρούνται ισχυρές τάσεις.

Η πολιτική κυριαρχία του Κυριάκου Μητσοτάκη αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω το επόμενο διάστημα, λόγω της διάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία με τη σειρά της αντανακλά ένα βαθύτερο φαινόμενο. Την κρίση στον αριστερό χώρο, διεθνώς.

Σε μεγάλο βαθμό, η κρίση οφείλεται στις νέες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Η Αριστερά (ομοίως και η Κεντροαριστερά) ήταν πάντα διεθνιστική κι έχει βρεθεί σε δύσκολη θέση από τις συνέπειες της μετανάστευσης και της παγκοσμιοποίησης, που δημιούργησε κύματα δεξιόστροφου εθνικισμού.

Εδώ και αρκετό καιρό, άρχισε να γίνεται εμφανές ότι η κατάσταση στο πεδίο της Ουκρανίας εξελίσσεται από το κακό στο χειρότερο. Είναι σαφές πλέον ότι η αντεπίθεση των Ουκρανών έχει αποτύχει, ότι σε ορισμένους τομείς του μετώπου η Ρωσία έχει περάσει στην επίθεση και ότι, στην καλύτερη περίπτωση, ο πόλεμος οδηγείται σε μάλλον μακροχρόνιο αδιέξοδο. Από το οποίο, τουλάχιστον επί του πεδίου, ωφελείται η Ρωσία. Κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά, λόγω της μεγάλης διαφοράς σε πληθυσμό και διαθέσιμο ανθρώπινο δυναμικό. Η Δύση μπορεί να εφοδιάζει με όπλα, αλλά κάποιοι πρέπει να τα χειρίζονται και να πολεμούν.

Ίσως φταίνε οι δεκαετίες σχεδόν απόλυτης ειρήνης που μεσολάβησαν χωρίς έναν πόλεμο μεταξύ μεγάλων δυνάμεων. Ίσως φταίει η επικράτηση της λαϊκιστικής πολιτικής, με απλοϊκά συνθήματα, ακόμη κι από εκείνους που λένε πως δεν είναι λαϊκιστές. Ίσως η ψευδαίσθηση ότι το κυρίαρχο σύστημα μπορεί πάντα να ελέγχει τις εξελίξεις.

Ό,τι κι αν φταίει, ολοένα και περισσότερο η κοινή γνώμη, καθοδηγούμενη από τις πολιτικές ηγεσίες, δείχνει να υπνοβατεί προς τη μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων 80 ετών.

Η αρχή έγινε στην Ουκρανία, όταν δεν κατέστη δυνατόν να αποφευχθεί η μεγαλύτερη σύγκρουση στην Ευρώπη, μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρότι υπήρχαν ειδικοί που προειδοποιούσαν ότι το Ουκρανικό αποτελεί «κόκκινη γραμμή», όχι απλώς για τον Πούτιν αλλά για το ρωσικό σύστημα, ήδη από τις αρχές του 21ου αιώνα.

«Πόλεμος είναι απλώς η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα», είχε πει ο Πρώσος στρατηγός και μεγάλος θεωρητικός του πολέμου Καρλ Φον Κλάουζεβιτς. Αυτό βεβαίως σημαίνει ότι η εμπλοκή σε οποιαδήποτε σύρραξη πρέπει να έχει και ένα ξεκάθαρο πολιτικό ζητούμενο. Εναν απώτερο και τελικό σκοπό, το λεγόμενο «endgame», που θα πρέπει να επιτευχθεί με το πέρας των εχθροπραξιών.

Δυστυχώς για τη Δύση, τόσο στην Ουκρανία όσο και στο Ισραήλ αυτός ο τελικός σκοπός δεν είναι καθόλου ξεκάθαρος και προσδιορισμένος, με τρόπο που να απηχεί την πραγματικότητα.

v