Η ελληνική οικονομία υποφέρει από βαθιές και παρατεταμένες διαταραχές στην τουριστική βιομηχανία, αλλά επωφελείται αυξανόμενα από τις ροές ξένων επενδύσεων και τη βελτίωση του βιομηχανικού τομέα, εκτιμά η Wood σε ανάλυσή της για την ελληνική οικονομία.
Σύμφωνα με τον οίκο, το ΑΕΠ το τρίτο τρίμηνο ήταν ελαφρά πάνω από τις προσδοκίες του χάρη στην κατανάλωση των νοικοκυριών, που επέστρεψε σε θετικό έδαφος σε ετήσια βάση. Οι μηνιαίες μετρήσεις, όμως, υποδεικνύουν ότι η κατανάλωση επέστρεψε σε αρνητικό έδαφος το 4ο τρίμηνο και κατά πάσα πιθανότητα θα παραμείνει αδύναμη και το πρώτο. Ως αποτέλεσμα περιμένει ότι θα υπάρξει βαθιά ύφεση στο πραγματικό ΑΕΠ έως το 2ο τρίμηνο του 2021.
Η Wood θεωρεί ως ρεαλιστική εκτίμηση ο αριθμός των τουριστών που θα έρθουν στη χώρα φέτος να αντιστοιχεί στο 1/3 αυτών του 2019. Από την άλλη πλευρά, πιστεύει ότι τα κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης και οι ξένες επενδύσεις θα οδηγήσουν τις αντίστοιχες δαπάνες σε υψηλότερα επίπεδα, αν και οι ισολογισμοί των επιχειρήσεων θα παραμείνουν αδύναμοι.
Δομικά η Ελλάδα βρίσκεται πίσω από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης σε ό,τι αφορά τις υποδομές τεχνολογίας και το ανθρώπινο κεφάλαιο. Η εκτίμηση είναι ότι η ανεργία θα μειώνεται αργά καθώς προχωρούμε, ακόμα και με το σενάριο μέτριας αύξησης των τουριστικών εσόδων.
Το δημοσιονομικό αλλά και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών αναμένεται να παραμείνουν υψηλά σε σχέση με το ΑΕΠ, ενώ υπάρχει το ενδεχόμενο να μη δούμε πολύ περιορισμό τους το 2021 αλλά και το 2022. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η χρηματοδότηση θα είναι «άνετη» χάρη στη στήριξη της ΕΕ.
Ως προς το ΑΕΠ, η ύφεση υπολογίζεται σε 10% για το 2020, με πρόβλεψη για ανάπτυξη 3,6% το 2021 και 5,3% το 2022.