Δεν έχει, όπως φαίνεται, «ταβάνι» η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη.
Σύμφωνα με την τελευταία τροποποίηση του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2023 (23/10/2023), ο ΕΟΠΥΥ προβλέπει να εισπράξει το 51% της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης για τους ασφαλισμένους του, η οποία είναι 4,8 δισ. ευρώ από τη φαρμακοβιομηχανία, μέσα από clawback, rebate και κάθε είδους εκπτώσεις που κάνουν οι εταιρείες του κλάδου.
Η αυξημένη συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη δαπάνη, που πλέον ξεπερνά την αντίστοιχη του κράτους, αποτυπώνεται στο γεγονός ότι ένα στα δύο φάρμακα προσφέρεται δωρεάν από τη φαρμακοβιομηχανία.
Η υποχρηματοδότηση της φαρμακευτικής δαπάνης είναι ένα θέμα που παραμένει σταθερά στην επικαιρότητα και μάλιστα επιβεβαίωσε και η τελευταία μελέτη του ΙΟΒΕ, η οποία γίνεται σε συνεργασία με τον ΣΦΕΕ. Ενα από τα βασικότερα ευρήματα της μελέτης είναι ότι πλέον οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις συνεισφέρουν περισσότερο από ό,τι το κράτος στη φαρμακευτική περίθαλψη.
Αυξητική πορεία όμως εμφανίζουν και οι συμμετοχές των ασθενών, επιβεβαιώνοντας με τον καλύτερο τρόπο ότι είναι απαραίτητη μια νέα φαρμακευτική πολιτική, η οποία να βελτιώνει την πρόσβασή τους στις θεραπείες τους, να διευκολύνει ταυτόχρονα την πρόσβασή τους στην καινοτομία και να απαντά αποτελεσματικά στις ελλείψεις, καθιστώντας τις θεραπείες εκτός από προσβάσιμες και προσιτές.
Παρεμβάσεις
Μετά την ανακοίνωση της μελέτης του ΙΟΒΕ σχετικά με τη φαρμακευτική αγορά, η οποία γίνεται σε συνεργασία με τον ΣΦΕΕ, η πληροφορία ότι πλέον οι φαρμακευτικές επιχειρήσεις συνεισφέρουν περισσότερο από ό,τι το κράτος στη φαρμακευτική περίθαλψη αλλά και οι αυξημένες συμμετοχές των ασθενών επιβεβαιώνουν με τον καλύτερο τρόπο ότι είναι απαραίτητη μια νέα φαρμακευτική πολιτική, η οποία να βελτιώνει την πρόσβαση των ασθενών στις θεραπείες τους, να διευκολύνει την πρόσβαση στην καινοτομία και να απαντά αποτελεσματικά στις ελλείψεις.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης του ΙΟΒΕ, το ύψος των υποχρεωτικών επιστροφών που κλήθηκε να καταβάλει η φαρμακοβιομηχανία (εγχώρια και διεθνής) το 2021 ανήλθε στα 2,4 δισ. ευρώ, έναντι 2,0 δισ. το 2020. Σύμφωνα με υπολογισμούς για το 2022, για πρώτη φορά στα χρονικά, εκτιμάται ότι το σύνολο των υποχρεωτικών επιστροφών θα ξεπεράσει τη δημόσια χρηματοδότηση για το φάρμακο. Ειδικότερα, η συμμετοχή της φαρμακοβιομηχανίας στη φαρμακευτική δαπάνη εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί περίπου στο 46% (43% είναι η συμμετοχή του κράτους), έναντι του 6% το 2012.
Παράλληλα, και η συμμετοχή των ασθενών στα αποζημιούμενα φάρμακα καταγράφει αύξηση, η οποία εκτιμάται ότι για το 2022 θα ανέλθει στα 689 εκατ. ευρώ.
Πέντε άξονες πρέπει να εξεταστούν και να ληφθούν μέτρα ώστε να δούμε πραγματικά αλλαγές:
1. Βελτίωση της χρηματοδότησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, βρισκόμαστε ως χώρα σε απόσταση από τη μέση δαπάνη στις χώρες της ΕΕ. Το εργαλείο του RRF, αν χρησιμοποιηθεί όπως προβλέπεται, μπορεί να αποτελέσει λύση.
2. Βελτίωση του ελέγχου με την αυστηρή εφαρμογή των θεραπευτικών πρωτοκόλλων και των φίλτρων συνταγογράφησης καθώς και η επέκταση αυτών σε θέματα φύλου, ηλικίας και δοσολογίας είναι απαραίτητο να εφαρμοστούν, καθώς η σωστή χρήση των φαρμάκων μόνο θετικά αποτελέσματα μπορεί να έχει.
3. Τροποποίηση της κείμενης νομοθεσίας μπορεί να επιταχύνει την πρόσβαση στην καινοτομία, εμπόδια όπως το περίφημο 5/11 καθυστερούν τη διάθεση καινοτόμων φαρμάκων στην Ελληνική Επικράτεια, ενώ ταυτόχρονα αυξάνουν τη δαπάνη μιας που πολλά από αυτά εισάγονται από τον ΙΦΕΤ (και καλώς εισάγονται) σε τιμές αρκετά υψηλότερες από αυτές που θα είχαν στην Ελλάδα (μέσος όρος δύο χαμηλότερων τιμών της Ευρωζώνης).
4. Η αναχρονιστική θέση της πολιτείας σχετικά με τη δυνατότητα αύξησης τιμών οδηγεί χαμηλού κόστους και τεκμηριωμένης κλινικής αξίας σκευάσματα σε αποσύρσεις. Ηδη τα τελευταία χρόνια έχουν αποσυρθεί πάνω από 3.500 φάρμακα από το ΔΤ ενώ στην τελευταία λίστα προς ανατιμολόγηση 850 ακόμα είναι προς απόσυρση, με την πλειονότητα αυτών να έχουν κόστος (Λιανική Τιμή) κάτω των 50 ευρώ. Η νέα φαρμακευτική πολιτική πρέπει υπό όρους να προβλέπει την αύξηση-διόρθωση τιμών.
5. Η παρέμβαση στους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου επιδρά αρνητικά και στο θέμα των ελλείψεων, η απόσυρση διατάξεων που επιβάλλουν στις φαρμακευτικές επιχειρήσεις να είναι υποχρεωμένες να παίρνουν πίσω τα ληγμένα, επιτρέπει με χαμηλό επιχειρηματικό ρίσκο (έως και μηδενικό) να στοκάρονται προϊόντα στην αλυσίδα διανομής. να αυξάνει τόσο η ζήτηση και να ελαττώνεται η διάθεση. προσδοκώντας σε οφέλη (οικονομικά) από παράλληλες εξαγωγές.
6. Η διασύνδεση των διαφόρων βάσεων - εφαρμογών μέσω των οποίων οι ασθενείς λαμβάνουν τη θεραπεία τους και οι θεράποντες κάνουν τη διάγνωση είναι απαραίτητο να γίνει άμεσα, π.χ. για να εφαρμοστούν τα Θεραπευτικά Πρωτόκολλα πρέπει οι εργαστηριακές εξετάσεις να τροφοδοτούν το σύστημα Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση, η αναφορά των Ανεπιθύμητων Ενεργειών να γίνεται σε συνδυασμό με την Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση και ότι επιτέλους στην Ηλεκτρονική Συνταγογράφηση πρέπει να περιλαμβάνονται όλα τα υποχρεωτικά συνταγογραφούμενα φάρμακα, ανεξάρτητα από την αποζημίωσή τους ή όχι (όλα τα σκευάσματα που βρίσκονται στο Δελτίο Τιμών που εκδίδει το Υπουργείο).
Αρα αναφέρουν στελέχη της αγοράς:
Το υπουργείο Υγείας και ο υπουργός Μ. Χρυσοχοΐδης έχει δώσει δείγμα γραφής στο παρελθόν ότι τολμά. Σήμερα χρειάζονται αποφάσεις τολμηρές και λύσεις στα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζει η αγορά του φαρμάκου και συνολικά ο τομέας της Υγείας.
Η αγορά πρέπει επίσης να είναι έτοιμη να «χάσει» κάποια προνόμια και να μπει σε κανόνες έξω ακόμα και από τα συνδικαλιστικά επιδιωκόμενα, ώστε το φάρμακο να είναι προσβάσιμο και προσιτό σε όποιον το έχει ανάγκη, όταν το έχει ανάγκη και για όσο το έχει ανάγκη.
Πηγή: iatronet.gr