Οι διασταυρώσεις τραπεζικών λογαριασμών, εισοδημάτων και εμβασμάτων που έγιναν κατά το πρώτο πεντάμηνο τρέχοντος έτους έδειξαν ότι 930 άτομα δεν μπορούν να δικαιολογήσουν τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχουν.
Οι έρευνες εντάσσονται στο νέο θεσμικό πλαίσιο, βάσει του οποίου ενεργοποιείται η διαδικασία δίωξης για ξέπλυμα χρημάτων ακόμη και για φορολογικές παραβάσεις, όπως η μη πληρωμή φόρων εισοδήματος, ΕΝΦΙΑ και ΦΠΑ πλοίων. Αντίθετα, εξαιρούνται υποθέσεις που αφορούν πλαστά και εικονικά τιμολόγια ή διασυνοριακές απάτες στον ΦΠΑ. Επιπλέον, για όσους διώκονται για ξέπλυμα χρήματος δεν ισχύουν οι διατάξεις περί προστασίας απορρήτου (τραπεζικό, φορολογικό, τηλεπικοινωνιακό, χρηματιστηριακό).
Στο τέλος Μαΐου η ΑΑΔΕ:
- Απέστειλε στην Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές δραστηριότητες 267 υποθέσεις φοροδιαφυγής άνω των 50.000 ευρώ.
- Παρέπεμψε ακόμη 575 φυσικά πρόσωπα με χρέη στο Δημόσιο άνω των 50.000 ευρώ.
- Υπέβαλε 469 μηνυτήριες αναφορές για φορολογικές παραβάσεις από τις ελεγκτικές υπηρεσίες.
Από την πλευρά της, η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων απέστειλε δεκάδες αιτήματα παροχής πληροφοριών στην ΑΑΔΕ για πρόσωπα που ερευνώνται για υποθέσεις ξεπλύματος. Από την προκαταρκτική έρευνα ξεχώρισαν 90 φυσικά πρόσωπα σε 15 υποθέσεις, που παραπέμφθηκαν για φορολογικό έλεγχο. Εκδόθηκαν 63 εντολές ελέγχου, ενώ σε 27 περιπτώσεις καταλογίστηκαν φόροι και πρόστιμα συνολικού ύψους 12,1 εκατ. ευρώ.
Η συνεργασία των δύο Αρχών επιτρέπει την ανταλλαγή εμπιστευτικών πληροφοριών με εισαγγελικές ή άλλες ελεγκτικές αρχές, εφόσον αυτές κρίνονται κρίσιμες για την εξιχνίαση οικονομικών αδικημάτων. Στόχος είναι η πλήρης αποτύπωση της οικονομικής δραστηριότητας των υπόπτων και η διασταύρωση των δηλωθέντων με τα πραγματικά τους εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία.
Σε πρόσωπα και επιχειρήσεις με υψηλά εισοδήματα, σημαντική περιουσία και έντονη τραπεζική δραστηριότητα, εστιάζει από τον περασμένο Φεβρουάριο και το Κέντρο Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου (ΚΕ.ΜΕ.Φ.).
Μέχρι τα τέλη Μαΐου ελέγχθηκαν 326 υποθέσεις, καταλογίστηκαν φόροι και πρόστιμα 26,42 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 20,3 εκατ. αφορούν αδήλωτα εισοδήματα. Από τα βεβαιωθέντα ποσά εισπράχθηκαν ήδη 2,75 εκατ. ευρώ.