Στη Βουλή βρίσκεται από χθες Τρίτη το νομοσχέδιο του υπουργείου Ανάπτυξης για τη σύσταση νέας Ανεξάρτητης Αρχής Εποπτείας της Αγοράς και Προστασίας του Καταναλωτή, μια από τις μεγαλύτερες αλλαγές του συστήματος ελέγχων της αγοράς από το 2004.
Όμως η Οικονομική και Κοινωνική Επιτροπή (ΟΚΕ), στο πολυσέλιδο κείμενο γνώμης της, εκφράζει προβληματισμό καθώς θεωρεί ότι το νομοσχέδιο δεν αποτελεί ουσιαστικό εκσυγχρονισμό αλλά μια θεσμική αναδιάταξη χωρίς επαρκή στρατηγική, χωρίς τεχνική τεκμηρίωση και κυρίως χωρίς εγγυήσεις ανεξαρτησίας. Επίσης αναφέρει ότι «εξυπηρετεί περισσότερο πολιτικού περιεχομένου στοχεύσεις», σημειώνει πως η συγχώνευση υπηρεσιών χωρίς σαφές πλάνο μπορεί να οδηγήσει σε «διοικητική σύγχυση, απώλεια θεσμικής συνέχειας και κρίση εμπιστοσύνης των πολιτών», ενώ η κατάργηση του Συνηγόρου του Καταναλωτή θεωρείται βήμα προς τα πίσω.
Το σχέδιο νόμου καλύπτει 52 άρθρα σε τέσσερα μέρη, εκ των οποίων τα 39 πρώτα αφορούν αποκλειστικά την ίδρυση της νέας Αρχής. Στόχος, σύμφωνα με το Υπουργείο, είναι η εφαρμογή «ενιαίου και σύγχρονου πλαισίου εποπτείας» και «ενίσχυσης της αγοραστικής δύναμης των καταναλωτών» (Άρθρο 1). Όμως η ΟΚΕ επισημαίνει ότι το νομοθέτημα δεν περιγράφει τον τρόπο μετάβασης, ούτε παρουσιάζει ολοκληρωμένο οργανόγραμμα ή σχέδιο ενσωμάτωσης των τεσσάρων υπηρεσιών που συγχωνεύονται.
Σημαντικό σημείο κριτικής, η κατάργηση της Ανεξάρτητης Διοικητικής Αρχής του Συνηγόρου του Καταναλωτή. Η ΟΚΕ τονίζει ότι η Ελλάδα υπήρξε πρωτοπόρος στη δημιουργία εξωδικαστικού μηχανισμού επίλυσης διαφορών πολύ πριν καταστεί υποχρεωτικός από την ΕΕ και ότι η Αρχή έχει επιδείξει «σημαντικότατο κοινωνικό έργο» και υψηλή αποτελεσματικότητα. Παρά τα παραπάνω, το νομοσχέδιο ενσωματώνει τον Συνήγορο στη νέα Αρχή, καταργώντας την ανεξαρτησία του που μέχρι σήμερα ήταν θεσμικά κατοχυρωμένη, αφού ο Συνήγορος λογοδοτούσε απευθείας στη Βουλή.
Μάλιστα ειδική αναφορά γίνεται στην Ανεξαρτησία της Αρχής. Η ΟΚΕ επισημαίνει ότι η πραγματική ανεξαρτησία της «θολώνει». Ο υπουργός Ανάπτυξης επιλέγει τον διοικητή, τους υποδιοικητές και τα μέλη της διοίκησης (Άρθρα 6, 8, 12). Ο ίδιος υπουργός μπορεί να παύσει τον διοικητή οποτεδήποτε «για σπουδαίο λόγο» (Άρθρο 13), ενώ το συμβούλιο Διοίκησης έχει μόνο συμβουλευτικό ρόλο χωρίς δεσμευτικές αρμοδιότητες και η γνώμη του δεν είναι καν απαραίτητη για τη λήψη αποφάσεων (Άρθρο 7).
Επίσης η ΟΚΕ θεωρεί ότι αυτό δημιουργεί «υψηλό κίνδυνο υπερσυγκέντρωσης εξουσίας» στο πρόσωπο του διοικητή, ο οποίος συγκεντρώνει «εκτεταμένες διοικητικές, οικονομικές, οργανωτικές και πειθαρχικές αρμοδιότητες» (Άρθρα 9-10).
Η νέα Αρχή ενσωματώνει τη ΔΙΜΕΑ (εκτός του τμήματος Χημικών Αναλύσεων), τη Διεύθυνση Προστασίας Καταναλωτή, Τμήμα Επικοινωνίας και τον Συνήγορο του Καταναλωτή (Άρθρο 14 και σχετική γενική αξιολόγηση).
Όμως η ΟΚΕ σημειώνει ότι δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη για οργανόγραμμα, ούτε για την κατανομή 500 νέων οργανικών θέσεων ανά ειδικότητα (Άρθρο 18) και τα γραφεία Νομικής Υποστήριξης και ΝΣΚ φαίνεται να έχουν αλληλοεπικαλυπτόμενες αρμοδιότητες (Άρθρα 16–17).
Σε άλλο σημείο η ΟΚΕ αναφέρει ότι αν και η Αρχή υποχρεούται να δημοσιεύει ετήσιες εκθέσεις (Άρθρο 32), δεν προβλέπεται υποχρεωτική δημοσίευση αποφάσεων, στατιστικών δεικτών ή αποτελεσμάτων ελέγχων, δεν προβλέπεται ανεξάρτητος μηχανισμός εξωτερικού ελέγχου της λειτουργίας της, δεν υπάρχει υποχρέωση δημοσίευσης οικονομικών στοιχείων της Αρχής (Άρθρο 30).
Ειδική αναφορά κάνει στο πιο αμφιλεγόμενο μέτρο, την ανάλυση διαμόρφωσης τιμής σε νωπά προϊόντα. Το άρθρο 47 εισάγει υποχρεωτική αναγραφή της πορείας διαμόρφωσης της τελικής τιμής στα νωπά προϊόντα και επιχειρεί να ενισχύσει τη διαφάνεια. Αλλά η ΟΚΕ προειδοποιεί ότι κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Η ΟΚΕ σημειώνει ότι τέτοια ανάρτηση κινδυνεύει να παραπλανήσει τον καταναλωτή, δημιουργώντας ψευδαίσθηση ακρίβειας χωρίς ουσιαστική πληροφόρηση. Παράλληλα, ο έλεγχος της ορθότητας των στοιχείων θα απαιτούσε τεράστιους πόρους και σύνθετες διαδικασίες, γεγονός που καθιστά τη ρύθμιση ανεφάρμοστη στην πράξη, αναφέρει.