Αδειάζει την ελληνική και τη κυπριακή κυβέρνηση η Κομισιόν στο θέμα του GSI, ένα μήνα μετά από τότε που Αθήνα και Λευκωσία πάγωσαν και επίσημα κάθε διαδικασία, προτάσσοντας την ανάγκη επανεξέτασης των βασικών του οικονομικοτεχνικών παραμέτρων, με το επιχείρημα πως η κίνηση συνδέεται με την έλευση νέων επενδυτών.
Συγκεκριμένα σε ερώτηση κύπριου ευρωβουλευτή που κάλεσε τις Βρυξέλλες να πάρουν θέση για τη τύχη του καλωδίου Ελλάδας - Κύπρου, ο Επίτροπος Γιόργκενσεν απαντά ότι το έργο δεν χρειάζεται νέα ανάλυση κόστους - οφέλους, καθώς αυτό έχει ήδη γίνει όταν πριν από μερικά χρόνια το GSI εντάχθηκε στη λίστα των Εργων Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI).
Το Νοέμβριο, οι ηγέτες των δύο χωρών, Κυριάκος Μητσοτάκης και Νίκος Χριστοδουλίδης, σε μια προσπάθεια να σωθούν τα προσχήματα για το καλώδιο, εξήγγειλαν την εκπόνηση μελέτης που θα επικαιροποιήσει τα τεχνικά του στοιχεία, με το επιχείρημα ότι η κίνηση συνδέεται με το ενδιαφέρον νέων επενδυτών.
Αν και έκτοτε τηρείται σιγήν ιχθύος για το θέμα, είναι σαφές πως επικαιροποίηση μπορεί να περιλαμβάνει κάθε παραδοχή για τα βασικά κόστη του GSI: Από το WACC βάσει του οποίου προκύπτει το IRR που κοιτάζει ένας επενδυτής, μέχρι τη Μελέτη Κόστους Οφέλους (CBA) και το πώς κατανέμονται οι δαπάνες μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου (CBCA).
Χθες ωστόσο, ο Επίτροπος Γιόργκενσεν, απαντώντας σε ερώτηση του κύπριου ευρωβουλευτή Μιχάλη Χατζηπαντέλα, διευκρίνισε ότι η ανάλυση κόστους-οφέλους για ένα έργο χρειάζεται μόνο όταν υποβάλλεται αίτηση στην Κομισιόν ώστε αυτό να αποκτήσει καθεστώς Εργου Κοινού Ενδιαφέροντος (PCI), κάτι που έχει ήδη γίνει για τον GSI.
Καθώς επίσης ότι «όταν ένα έργο συμπεριλαμβάνεται στη λίστα των PCI, αυτό σημαίνει ότι συμμορφώνεται με τα κριτήρια του Κανονισμού, δηλαδή τα συνολικά οφέλη υπερτερούν του κόστους του», όπως γράφει ο Επίτροπος.
Επιπλέον, από τη στιγμή που λαμβάνει ενίσχυση από τη Κομισιόν, όπως τα 657 εκατ ευρώ που έχει πάρει ο GSI, αυτό σημαίνει ότι «η Μελέτη Κόστους Οφέλους του έργου παρέχει στοιχεία ότι αυτό ενισχύει την ασφάλεια εφοδιασμού και την αλληλεγγύη».
Στη πράξη, η απάντηση Γιόργκενσεν αποδυναμώνει τα επιχειρήματα των Αθηνών και της Λευκωσίας ότι το έργο χρειάζεται επικαιροποίηση των παραμέτρων του, που δεν ήταν παρά ένας εύσχημος τρόπος για να παραπεμφθεί στις ελληνικές και κυπριακές καλένδες.
Τα επόμενα επεισόδια
Το επόμενο επεισόδιο στο σίριαλ αφορά καταρχήν τη μελέτη επικαιροποίησης, που όταν και όποτε γίνει (σσ: διαγωνισμός για την εξεύρεση του ξένου οίκου που θα αναλάβει να την εκπονήσει δεν έχει ακόμη προκηρυχθεί), η Κομισιόν θα κληθεί να την αξιολογήσει.
Αν, για παράδειγμα, η μελέτη βγάλει ότι το κόστος του έργου έχει εκτιναχθεί στα 2,4 δισ. ευρώ έναντι του 1,5 δισ. της προηγούμενης - βάσει της οποίας και δόθηκαν τα 657 εκατ., σχεδόν το 50% του συνολικού του προυπολογισμού - η Κομισιόν θα κληθεί να πάρει θέση. Ειδικά αν τα δύο κράτη, επικαλούμενα ότι το μπατζετ του GSI έχει αυξηθεί σημαντικά, διεκδικήσουν περισσότερα κονδύλια από τα κοινοτικά ταμεία (Connecting Europe Facility - CEF).
Στη πραγματικότητα, η κοινή απόφαση Μητσοτάκη - Χριστοδουλίδη το Νοέμβριο να «παγώσει» κάθε τι γύρω από το έργο, εν αναμονή της επικαιροποίησης των τεχνικοοικονομικών του παραμέτρων, ώστε να διερευνηθεί πάνω σε νέα δεδομένα το επενδυτικό ενδιαφέρον που λέγεται ότι υπάρχει από ΗΠΑ, Ισραήλ και χώρες του Κόλπου, δεν ήταν παρά ένας εύσχημος τρόπος για να βγουν οι δύο χώρες από τη δύσκολη θέση.
Οσοι παρακολουθούν στοιχειωδώς το σίριαλ του GSI, αντιλαμβάνονται πως ο δισταγμός των επενδυτών δεν οφείλεται σε «ξεπερασμένα δεδομένα» που βασίζονται σε μελέτη του 2016. Η αιτία είναι ότι η μια από τις δύο εμπλεκόμενες χώρες (Κύπρος) δεν έχει ξεκαθαρίσει αν θέλει το έργο, και κυρίως ότι η Τουρκία έχει κάνει σαφές πως «κανένα έργο δεν γίνεται στην Ανατολική Μεσόγειο χωρίς την άδεια ή τη συναίνεσή της».
Τυχόν εμπλοκή στο καλώδιο επενδυτή από τις ΗΠΑ ή άλλη χώρα, ασφαλώς και θα μπορούσε να αλλάξει τα δεδομένα και ίσως είναι και ο λόγος που η κατασκευάστρια του καλωδίου γαλλική Nexans (έχει να πληρωθεί από τον Ιούνιο) δεν έχει ακόμη πάρει θέση.
Ακόμη και τότε όμως τα πάντα θα κριθούν επί του πεδίου. Εφόσον ολοκληρωθεί η επικαιροποίηση των παραμέτρων του έργου και ξεκινήσει η αναζήτηση επενδυτών, τότε θα πρέπει να δοθεί και το «πράσινο φως» για την έκδοση των αναγκαίων NAVTEX για την επανέναρξη των ερευνών πέριξ της Κάσου, οπότε και θα δοκιμαστεί η αξιοπιστία του όλου σχεδιασμού.