Σε σταθερό πυλώνα ενίσχυσης των τουριστικών εσόδων της Ελλάδας αναδεικνύονται οι χώρες της Ε.Ε. εκτός της ζώνης του ευρώ (Βουλγαρία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σουηδία, Πολωνία, Ρουμανία), με τη μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη να καταγράφει αύξηση σε ποσοστό 23% για την περίοδο Ιανουαρίου - Οκτωβρίου.
Μπορεί τα ποσά που ξοδεύουν οι επισκέπτες από τις συγκεκριμένες χώρες να υπολείπονται σημαντικά των δαπανών των υπόλοιπων ταξιδιωτών, ωστόσο, αποτελούν σταδιακά μια «σταθερή μαγιά» που τονώνει εν τέλει τις τουριστικές εισπράξεις.
Για το δεκάμηνο του τρέχοντος έτους, η μέση δαπάνη ανά ταξιδιώτη που προέρχεται από Βουλγαρία, Τσεχία, Ουγγαρία, Σουηδία, Πολωνία και Ρουμανία ανήλθε στα 424 ευρώ, σημαντικά αυξημένη από τα 345 ευρώ του αντίστοιχου περσινού διαστήματος. Παρά τη μεγάλη άνοδο πάντως, το μερίδιο των συγκεκριμένων αγορών επί των συνολικών ταξιδιωτικών εισπράξεων δεν διευρύνθηκε πολύ λόγω της χαμηλής δαπάνης και διαμορφώθηκε στο 12,80% από 12,23% το 2024.
Σταθερή αξία για τον ελληνικό τουρισμό αποτέλεσε και πάλι η βρετανική αγορά, με το ποσοστό ανόδου της μέσης δαπάνης των ταξιδιωτών από το Ηνωμένο Βασίλειο να προσεγγίζει το 8%. Πιο συγκεκριμένα, η μέση δαπάνη των Βρετανών διαμορφώθηκε στα 758 ευρώ από 702 ευρώ πέρυσι, ποσά που μεγεθύνουν το μερίδιο της εν λόγω αγοράς κατά σχεδόν 1 ποσοστιαία μονάδα στο 16,73% από το 15,75% το 2024.
Σε λίγο χαμηλότερα επίπεδα, στο 7,5%, κινήθηκε η αύξηση της μέσης δαπάνης των Γάλλων. Πιο αναλυτικά, οι Γάλλοι ταξιδιώτες ξόδεψαν κατά μέσο όρο 686 ευρώ το δεκάμηνο Ιανουαρίου - Οκτωβρίου έναντι 638 ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2024, με το μερίδιο της εν λόγω αγοράς στο σύνολο των τουριστικών εσόδων να πέφτει στο 6,05% από το 6,23% λόγω της μείωσης των αφίξεων από το Παρίσι.
Τη δυναμική της απέδειξε για μία ακόμη φορά η αμερικανική αγορά. Οι ταξιδιώτες από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού σημείωσαν μέση δαπάνη στα 1.105 ευρώ φέτος από τα 1.040 ευρώ πέρυσι, ποσά που παραπέμπουν σε άνοδο 6,3% σε ετήσια βάση.
Η σταθερότητα χαρακτηρίζει τους Ιταλούς οι οποίοι φέτος δαπάνησαν όσα και πέρυσι, χωρίς να διαπιστώνεται κάποια αξιοσημείωτη μεταβολή για τα ποιοτικά χαρακτηριστικά των ταξιδιωτών της γειτονικής χώρας.
Ποιοι ροκάνισαν τον προϋπολογισμό τους
Σε αδύναμο κρίκο αναδείχθηκε και πάλι η γερμανική αγορά, η οποία, αν και αδιαμφισβήτητα παραμένει μία από τις παραδοσιακές πηγές ταξιδιωτών του ελληνικού τουρισμού, ήταν η μοναδική, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, που «έκοψε» δαπάνες. Συγκεκριμένα, οι Γερμανοί τουρίστες περιόρισαν κατά 7% τα έξοδά τους, δαπανώντας 639 ευρώ ανά άτομο έναντι 688 ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
Η μεγάλη εικόνα
Σε κάθε περίπτωση, ο Οκτώβριος ήταν ένας «δυνατός» μήνας για τις επιδόσεις του ελληνικού τουρισμού, με τις ταξιδιωτικές εισπράξεις να διαμορφώνονται σε 2,08 δισ. ευρώ, καταγράφοντας άνοδο 8,2% σε ετήσια βάση. Αντίστοιχα, οι αφίξεις ανήλθαν σε 3,4 εκατομμύρια, ενισχυμένες σε ποσοστό 7,2% σε σύγκριση με το 2024.
Ως εκ τούτου, η μέση δαπάνη ανά ταξίδια ανήλθε στα 569 ευρώ ελαφρώς αυξημένη στο συν 0,4% σε σχέση με τα 567 ευρώ του 2024.
Σε επίπεδο 10μήνου τα έσοδα ξεπέρασαν τα 22 δισ. ευρώ και διαμορφώθηκαν σε 22,38 δισ. ευρώ, παραπέμποντας σε άνοδο 8,9% σε ετήσια βάση, τη στιγμή που οι αφίξεις έφτασαν τα 35,26 εκατ. με αύξηση 4,4% σε σχέση με τα 33,78 εκατ. το διάστημα Ιανουαρίου - Οκτωβρίου του 2024.