Τα ευρωπαϊκά προγράμματα δημοσιονομικής τόνωσης θα είναι καθοριστικής σημασίας για το πόσο ελκυστικές είναι οι οικονομίες στους ξένους επενδυτές, μετά την πανδημία του κορωνοϊού, σύμφωνα με έκθεση της ΕΥ.
Περίπου το 80% των στελεχών που λαμβάνουν επενδυτικές αποφάσεις στην Ευρώπη δηλώνουν ότι η σύνθεση και το μέγεθος των οικονομικών κινήτρων θα επηρεάσουν το πώς επιλέγουν πού να επενδύσουν. Οι ηγέτες των επιχειρήσεων θα εξετάσουν προσεκτικά την αποτελεσματικότητα των βραχυπρόθεσμων μέτρων και εάν το αυξημένο δημόσιο χρέος θα μετατραπεί σε υψηλότερους φόρους στο μέλλον.
«Ο ανταγωνισμός για την τόνωση θα σηματοδοτήσει πραγματικά το υπόλοιπο του 2020», δήλωσε ο Marc Lhermite της EY. «Είναι ζωτικής σημασίας για τη λήψη αποφάσεων».
Το 65% των 6.412 έργων που ανακοινώθηκαν το 2019 είναι ήδη σε εφαρμογή ή προχωρά όπως είχε προγραμματιστεί, αν και με υποβαθμισμένες δυνατότητες και προσλήψεις.
Η ανταπόκριση των ξένων επενδυτών είναι ένας άλλος παράγοντας κινδύνου για τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που αγωνίζονται για τις οικονομίες τους. Εκατομμύρια θέσεις εργασίας εξαρτώνται από τις εισερχόμενες επενδύσεις, ενώ οι επενδύσεις τους τροφοδοτούν τις εξαγωγές και την ανάπτυξη. Η δραστηριότητα έχει επιδεινωθεί από την πανδημία, με περίπου 10% των έργων που ανακοινώθηκαν πέρυσι να ακυρώνονται και ένα άλλο 25% να καθυστερεί ή να αναπροσαρμόζεται, δήλωσε η EY.
Εχοντας παρουσιάσει μέτρα έκτακτης ανάγκης για την προστασία των θέσεων εργασίας και την αποφυγή πτωχεύσεων, οι χώρες αναζητούν τώρα μια δεύτερη φάση πιο ενεργών κινήτρων για να πάρουν μπρος οι οικονομίες τους. Η Γαλλία έχει ήδη ανακοινώσει μέτρα για τον τουρισμό και την αυτοκινητοβιομηχανία, ενώ ένα πρόγραμμα για τη βιομηχανία αεροσκαφών αναμένεται τον επόμενο μήνα. Η Γερμανία εργάζεται επίσης για ένα πρόγραμμα τόνωσης.
Ο ανταγωνισμός προσέλκυσης ξένων επενδύσεων θα είναι ακόμη πιο σκληρός το 2020, καθώς υπάρχει τεράστια αβεβαιότητα για την παγκόσμια οικονομία. Σύμφωνα με την EY, το 66% των επενδυτών στην Ευρώπη αναμένουν να μειώσουν τα σχέδιά τους τη φετινή χρονιά.
Η Γαλλία ήταν στην κορυφή της κατάταξης το 2019, όσον αφορά τον αριθμό των επενδυτικών έργων, μπροστά από τη Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο για πρώτη φορά. Ο Lhermite είπε ότι η Γαλλία βοηθήθηκε από τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης στις επιχειρήσεις και τη νέα ευελιξία του εργατικού δικαίου.
Ωστόσο, οι επενδυτές παρακολουθούν προσεκτικά, εάν η κυβέρνηση παραμένει σε αυτή την πορεία.
«Πάνω απ' όλα, η Γαλλία δεν πρέπει να αρχίσει να επαναφέρει έκτακτους φόρους ή να θέτει όρους στην απασχόληση», δήλωσε ο Lhermitte.