Όταν υψηλόβαθμοι πολιτικοί νιώθουν την ανάγκη να υπερασπιστούν τις ελεύθερες και ανοιχτές αγορές, τότε η παγκοσμιοποίηση πρέπει να βρίσκεται σε κακή κατάσταση. Λόγω των προβλημάτων με τις παραδόσεις από την Ασία και του πολέμου στην Ουκρανία, η πολιτική και οικονομική ελίτ θέτει και πάλι επί τάπητος τους κινδύνους που φέρνει η υπερβολική εξάρτηση από ορισμένους προμηθευτές. Στην αρχή, ήταν εξαιρετικά δύσκολο να βρεθούν ηλεκτρονικά τσιπς.
Τώρα, οι τιμές ενέργειας έχουν εκτοξευτεί στα ύψη και επίκειται επισιτιστική κρίση. Στη συνάντηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός, κορυφαίοι πολιτικοί όπως ο Γερμανός υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ δεν έχουν καμιά αμφιβολία ότι η απομάκρυνση από την παγκοσμιοποίηση δεν θα έλυνε τα προβλήματα. «Αλλά οι κανόνες πρέπει να αλλάξουν και να γίνουν πιο ανθεκτικοί», υποστηρίζει ο πολιτικός από το κόμμα των Πρασίνων.
Η ευρωπαϊκή οικονομία έχασε ένα χρόνο
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επιδείνωσε ραγδαία προβλήματα που ήταν εμφανή τα τελευταία χρόνια. Η γερμανική βιομηχανία έχει έλλειψη από εξαρτήματα που έρχονται από την ανατολική Ευρώπη και ο τρόπος διαχείρισης της πανδημίας από την κινεζική ηγεσία έχει βαριές επιπτώσεις. Δεν είναι λοιπόν απορίας άξιο που οι εταιρείες αναρωτιούνται, αν η κατάσταση θα συνεχιστεί ως έχει.
«Θα είναι ο κόσμος ο ίδιος για την οικονομία; Στον ενεργειακό τομέα σίγουρα όχι», λέει ο Ζαν Μαρκ Ολανιέ, επικεφαλής Ευρώπης του συμβουλευτικού κολοσσού Accenture. «Αλλά ακόμη και στον τομέα τροφίμων, με όλα όσα έρχονται τους επόμενους μήνες, κανείς δεν πιστεύει ότι θα επιστρέψει η κατάσταση όπως ήταν. Η ευρωπαϊκή οικονομία έχασε τουλάχιστον ένα χρόνο, ως αποτέλεσμα του πολέμου. Λόγω του λοκντάουν και της έλλειψης βιομηχανικής παραγωγής κατευθύνεται προς τα εμάς τους επόμενους 6 έως 9 μήνες ένα τεράστιο πρόβλημα από την Κίνα», επισημαίνει ο Ολανιέ.
«Για να είμαστε ειλικρινείς, η κατάσταση με το λοκντάουν στην Κίνα είναι αυτή τη στιγμή η μεγαλύτερη πρόκληση, επειδή έχει τεράστιο αντίκτυπο στις μεταφορές», υποστηρίζει η Αντρέα Φούντερ, επικεφαλής αγορών στη σουηδική εταιρεία κατασκευής φορτηγών και μηχανημάτων Volvo. «Κι αυτό σε ένα σύστημα άκρως εύθραυστο, που έχει ως αποτέλεσμα να φτάνει σε μας κάθε διαταραχή. Στο παρελθόν, υπήρχε η βεβαιότητα των αποθεμάτων στις αποθήκες, αλλά σήμερα δεν υπάρχει».
Και στη Volvo λείπουν τσιπ για την κατασκευή φορτηγών. Για τη Φούντερ, που εργάζεται επί 30 χρόνια στον κλάδο, η κατάσταση είναι σαν ένα είδος ιστορικής κρίσης στον τομέα των παραδόσεων. «Ελπίζω πραγματικά να μην είναι αυτή η νέα φυσιολογική κατάσταση», λέει. Στη Γερμανία, η εταιρεία της διατηρεί μονάδα παραγωγής μηχανήματων στο Χάμελιν της Κάτω Σαξονίας και κοντά στην Τρίερ. «Αυτή τη στιγμή, η κατάσταση εξακολουθεί να είναι υπό έλεγχο», λέει ο επικεφαλής της Volkswagen Χέρμπερτ Ντις σε συνέντευξή του στο αμερικανικό επιχειρηματικό τηλεοπτικό δίκτυο CNBC.
«Η ζήτηση από τους πελάτες είναι σε αξιοπρεπή επίπεδα και πολλοί τομείς στη Γερμανία εξακολουθούν να έχουν πολλές παραγγελίες, πρέπει πρώτα να χωνέψουμε αυτό που συμβαίνει αυτή τη στιγμή με τον πόλεμο και με τις αλυσίδες εφοδιασμού», λέει το νούμερο ένα της μεγαλύτερης αυτοκινητοβιομηχανίας της Ευρώπης. Ωστόσο, τα προβλήματα θα μπορούσαν επίσης να οδηγήσουν στην αναδιάρθρωση της οικονομίας προς την ψηφιοποίηση και την κλιματική αλλαγή.
«Να επενδύσουμε στον αυτοματισμό»
Άρα προς τα πού πάει το ταξίδι; Περισσότερη παραγωγή στον τόπο αγοράς και λιγότερο παγκόσμιο εμπόριο; Η Κριστίνα Ράαμπ, επικεφαλής της Accenture για τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία, βλέπει, τουλάχιστον στα υψηλά κλιμάκια, να γίνονται σκέψεις προς αυτή την κατεύθυνση. «Στις επιχειρήσεις, οι συζητήσεις για τις αλυσίδες εφοδιασμού έχουν εντελώς αλλάξει, επειδή κανείς δεν υποθέτει ότι θα επιστρέψουμε σε κάποιο είδος κατάστασης όπως πριν από τον κορωνοϊό», λέει.
«Μεσοπρόθεσμα, πολλές εταιρείες εξετάζουν εάν δεν θα έπρεπε να δημιουργήσουν περιφερειακές αλυσίδες εφοδιασμού και περιφερειακή παραγωγή, η οποία μπορεί να είναι πιο σταθερή σε κρίσεις, ως έναν άσο στο μανίκι τους», λέει η ειδικός. «Για να είμαστε ανταγωνιστικοί, πρέπει φυσικά να επενδύσουμε πολλά στον αυτοματισμό. Αυτό είναι ούτως ή άλλως απαραίτητο, δεδομένης της έλλειψης ανθρώπινου δυναμικού». Η Κριστίνα Ράαμπ επισημαίνει ότι ένας από τους λόγους που οι επικεφαλής των εταιρειών σκέφτονται όλο και περισσότερο την τοπική παραγωγή για τοπικές αγορές είναι ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού για μεταφορά εμπορευματοκιβωτίων είναι αργές, όπως βλέπει κανείς να συμβαίνει σήμερα. Κάτι άλλο που εξετάζουν οι εταιρείες είναι πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί η έλλειψη πρώτων υλών.
«Εκεί ακριβώς μπαίνει η λεγόμενη κυκλική οικονομία. Όταν οι πρώτες ύλες είναι σπάνιες, είναι καλύτερα να κρατάμε τον κύκλο μέσω της ανακύκλωσης και των νέων χρήσεων». Η μάνατζερ της Volvo Αντρέα Φούντερ βλέπει τη συγκέντρωση του κλάδου στην Ασία ως πρόβλημα, ειδικά με τους ημιαγωγούς. «Πρέπει να μάθουμε να αποτρέπουμε μονοπωλιακές κεντρικές δομές για ορισμένες βασικές τεχνολογίες», λέει μετά λόγου γνώσης.
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο το βλέπει και ο επικεφαλής της αμερικανικής εταιρείας ημιαγωγών Intel Πατ Γκέλζινγκερ. «Οι δυτικές οικονομίες θα πρέπει να είναι σε θέση να εξασφαλίσουν και πάλι τον εφοδιασμό τους και αυτό ισχύει για τον κλάδο των τσιπ». Ο αμερικανικός επιχειρηματικός κολοσσός κατασκευάζει ημιαγωγούς στα δικά του εργοστάσια και όχι μόνο στην Ασία, όπως πολλοί άλλοι στη βιομηχανία. Με κρατική χρηματοδότηση, ο όμιλος θέλει να επενδύσει πολλά δισεκατομμύρια σε νέες μονάδες στο Μαγδεμβούργο της Γερμανίας. Αντί να έρχονται, όπως τώρα, κυρίως από την Ασία, τα τσιπ θα προέρχονται στο μέλλον κατά το ήμισυ από δυτικές χώρες.
«Δεν είναι η λύση», αντιτείνει η Φούντερ, «γιατί θα είχε ανεπιθύμητες επιπτώσεις στις αναδυόμενες και αναπτυσσόμενες χώρες. Η Ευρώπη δεν έχει ούτως ή άλλως σχεδόν καθόλου πρώτες ύλες, επομένως εξαρτάται από προμηθευτές. Η οικονομία πρέπει να βελτιωθεί, μεταξύ άλλων με την ανακύκλωση και την επαναχρησιμοποίηση υλικών».
ΠΗΓΗ: DEUTSCHE WELLE