Μια μέρα μετά τη Γερμανία ήρθε η σειρά της Ελλάδας να υποβάλει αίτημα στην Κομισιόν για εξαίρεση από τα όρια δανεισμού που ορίζει το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, ώστε να ενισχύσει την στρατιωτική της ικανότητα απέναντι στις αυξανόμενες γεωπολιτικές προκλήσεις.
Το γράμμα διαβιβάστηκε στις Βρυξέλλες από το υπουργείο Οικονομικών ώστε να ενεργοποιηθεί η λεγόμενη «εθνική ρήτρα διαφυγής» το συντομότερο δυνατό. Αυτό θα δώσει την δυνατότητα στην Αθήνα να προχωρήσει σε δαπάνες για την άμυνα ύψους έως και 1,5% του ΑΕΠ ετησίως για τα επόμενα 4 χρόνια.
Η Γερμανία ήταν η πρώτη που άνοιξε τον χορό, μη φοβούμενη -λόγω δημοσιονομικής ισχύος- τις αντιδράσεις των αναλυτών και της αγοράς ομολόγων.
Παράγοντας της Κομισιόν σημείωσε σε δημοσιογράφους ότι μέσα στις επόμενες μέρες οι αιτήσεις αναμένεται να αυξηθούν σημαντικά. Η Πορτογαλία υπέβαλε κι αυτή αίτημα, ενώ η Πολωνία, η Γαλλία, το Βέλγιο και η Βουλγαρία, μεταξύ άλλων, δήλωσαν ότι το σκέφτονται.
Υπενθυμίζουμε ότι η απόφαση αυτή βρισκόταν υπό άτυπη διαβούλευση μεταξύ των κρατών μελών εδώ και πάνω από έναν χρόνο. Επίσημα συζητήθηκε τον Φεβρουάριο και επικυρώθηκε τον Μάρτιο, αν και ακόμα υπάρχουν σημεία που χρήζουν αποσαφήνισης.
Ωστόσο, στο περιθώριο της Συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, την περασμένη εβδομάδα, η νευρικότητα ήταν διάχυτη σε όλα τα μπλοκ και ιδιαίτερα στο ευρωπαϊκό.
Μάλιστα, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, με πρόφαση το χάος που προκλήθηκε με τα αλλεπάλληλα μπρος πίσω του Ντ. Τραμπ για τους δασμούς, δήλωσε ότι η ΕΚΤ –που θεωρείται και η πιο αξιόπιστη ως προς τις προβλέψεις– αδυνατεί να βγάλει προβλέψεις πέραν των επόμενων μηνών.
Όσο βαθαίνει το χάσμα, τόσο αξιωματούχοι τις Κομισιόν έχουν αρχίσει να ανησυχούν πώς θα «μαζέψουν» τις αμυντικές δαπάνες. Ο λόγος της ρήτρας διαφυγής, κατά την επίσημη ανακοίνωση της Κομισιόν, είναι ότι η ώθηση των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ στις αμυντικές δαπάνες είναι αναγκαία. Από την άλλη, ζήτησε από τα κράτη μέλη οι δαπάνες να γίνουν «σιγά σιγά και σταθερά».
Όμως, οι αστερίσκοι στις προβλέψεις για την ευρωπαϊκή οικονομία πέραν του 2026 κάνουν μέλη του μπλοκ να σκέφτονται να μην κάνουν χρήση της ρήτρας. Αρκετές χώρες μάλιστα «τσίμπησαν» από τις εξαγγελίες Τραμπ ότι θα τελειώσει σύντομα ο πόλεμος στην Ουκρανία και κρατούν στάση αναμονής.
Υπενθυμίζεται ότι έπεσε στο κενό η αρχική απαίτηση αρκετών κρατών να μην υπάρξει ο δανεισμός των 150 δισεκατομμυρίων, αλλά μόνο επιχορηγήσεις. Το ίδιο συνέβη και με το ευρωομόλογο.
Πίσω από τις κλειστές πόρτες του ΔΝΤ, οι κεντρικοί τραπεζίτες συνέστησαν στους υπουργούς Οικονομικών να προχωρούν με «μεγάλη προσοχή» και να μην κάνουν χρήση της ρήτρας για προεκλογικούς σκοπούς.
Οι εμπορικές εντάσεις και αυξανόμενες γεωπολιτικές κρίσεις αύξησαν τους κινδύνους τόσο της παγκόσμιας όσο και της ευρωπαϊκής οικονομίας. Η αύξηση του προστατευτισμού ενδέχεται να επιβραδύνει τη δυναμική του παγκόσμιου εμπορίου, το οποίο έχει παίξει κεντρικό ρόλο στην ανάπτυξη και την ευημερία τα τελευταία χρόνια, σύμφωνα με την ΕΚΤ.
Θέλοντας να δώσει περισσότερη βαρύτητα στα τεκταινόμενα, η Κριστίν Λαγκάρντ προειδοποίησε δημόσια ότι το παιχνίδι των δασμών, καθώς και οι γεωπολιτικές εντάσεις (η πρόσφατη σειρά εκρήξεων στο Ιράν δεν πέρασε απαρατήρητη), συνεχίζουν να πλήττουν την παγκόσμια εμπιστοσύνη, οδηγώντας σε αυξημένες πληθωριστικές πιέσεις, σε διαταραχή των αλυσίδων εφοδιασμού, σε διακυμάνσεις στις συναλλαγματικές ισοτιμίες, σε επηρεασμό στις τιμές εισαγωγών και στη διατάραξη της λειτουργίας των αγορών.
Για την ευρωζώνη, συγκεκριμένα, το θετικό σημείο είναι ότι οι τιμές ενέργειας και οι βασικές υπηρεσίες παρουσιάζουν πτωτική τάση, ενώ οι αναμενόμενες πτώσεις στις τιμές της ενέργειας και η ισχυρότερη αξία του ευρώ θα μπορούσαν να συγκρατήσουν τον πληθωρισμό στην περιοχή. Για λίγο όμως.
Το αρνητικό είναι ότι η πρόβλεψη αφορά τους επόμενους τρεις μήνες και έρχεται με τους γνωστούς αστερίσκους.
Έξω από το Βατικανό, ο Αμερικανός πρόεδρος συνέχιζε να εκτοξεύει πομπώδεις δηλώσεις που μια ανέβαζαν και μια κατέβαζαν το «κύρος» του Πούτιν. Μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών επικρατεί παγωμάρα και σύγχυση, καθώς η εξέλιξη της ευρωπαϊκής οικονομίας εξαρτάται εν πολλοίς και από τη λήξη του πολέμου.
Παράλληλα, σιγά σιγά οι αξιωματούχοι καταλαβαίνουν ότι θα πρέπει να πορευθούν με έναν Τραμπ που δηλώνει κάτι το πρωί και το βράδυ μπορεί να το πάρει πίσω, μη αντιλαμβανόμενος ίσως τη βαρύτητα των δηλώσεων του εκτός ΗΠΑ.
Με τη ρήτρα διαφυγής και την αύξηση του δανεισμού, οι ευρωπαϊκές χώρες παίρνουν ένα μεγάλο ρίσκο που θα έχει μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η «ιδέα» της ραγδαίας αύξησης των αμυντικών δαπανών δεν ήταν της ΕΕ, αλλά ήρθε μετά την ασφυκτική πίεση του Ντόναλντ Τραμπ να αυξήσουν οι χώρες μέλη του ΝΑΤΟ τις αμυντικές δαπάνες έως και κατά 5% του ΑΕΠ.
Η Ευρώπη βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο, καθώς ο πόλεμος μαίνεται για χρόνια τώρα, η Ουκρανία είχε συνεχώς ανάγκη για κονδύλια και εξοπλισμό και οι ΗΠΑ σταμάτησαν να συνεισφέρουν μετά την εκλογή Τραμπ.
Όπως μας εξήγησε Ευρωπαίος διπλωμάτης, τα τινά είναι τρία:
- Σε τι κατάσταση θα είναι οι ευρωπαϊκές οικονομίες εάν δεν βρεθεί λύση στους δασμούς.
- Πώς θα αντιδράσει η ΕΕ σε περίπτωση σύρραξης Ισραήλ-Ιράν.
- Και πώς θα πληρωθεί ο «λογαριασμός» όταν ξεκαθαρίσει το τοπίο, βγούμε από τη δίνη των αλλεπάλληλων κρίσεων και αρχίσουν οι γνώριμες φωνές να ζητούν δημοσιονομική προσαρμογή.
Και κάτι άλλο που έκανε εντύπωση ήταν η τοποθέτηση Ευρωπαίου αξιωματούχου ότι, ακόμα και να δαπανηθούν τα 800 δισεκατομμύρια στην άμυνα, είναι αμφίβολο εάν η ΕΕ θα καταφέρει να γίνει αμυντικά αυτόνομη...