Τον Σεπτέμβριο του 2016, οι φοροαπαλλαγές ξεπερνούσαν ελαφρώς τις 700, με τον κρατικό προϋπολογισμό να μετρά απώλειες 3 δισ. ευρώ περίπου.
Ομως, οι φοροαπαλλαγές αυγάτισαν καθώς η χώρα βγήκε από το 3ο μνημόνιο, με τις απώλειες του προϋπολογισμού να ανέρχονται σε 9 δισ. ευρώ περίπου τον Σεπτέμβριο του 2019.
Η λίστα των απαλλαγών και εκπτώσεων διευρύνθηκε περαιτέρω κατά τη διάρκεια της πανδημίας και κατόπιν της ενεργειακής κρίσης. Θα περίμενε κανείς να περιορισθούν μετά το τέλος της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης αλλά ουδέν μονιμότερον του προσωρινού στην Ελλάδα.
Το αποτέλεσμα είναι οι κάθε είδους απαλλαγές και εκπτώσεις να ξεπερνούν πλέον τις 1.000 στη φορολογία εισοδήματος, τον ΕΝΦΙΑ, τον ΦΠΑ, τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης, τις μεταβιβάσεις ακινήτων και αλλού. Ετσι, το κόστος για τον προϋπολογισμό ανέβηκε στα 15,5 δισ. ευρώ τον Σεπτέμβριο του 2023 και στα 18,5 δισ. ευρώ σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του προϋπολογισμού.
Η κυβέρνηση φέρεται διατεθειμένη να μειώσει σημαντικά τη φορολογία εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων τo 2026. Αφενός, προχωρώντας σε τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας -κάτι για το οποίο η στήλη επιχειρηματολογεί από το 2022- και αφετέρου, σε μείωση των συντελεστών και των ασφαλιστικών εισφορών μετά το μπαράζ παροχών σε ομάδες του πληθυσμού, όπως οι ένστολοι, και τα κάθε είδους pass.
Σημειωτέον ότι οι μισθωτοί δεν έχουν δει πρακτικά μείωση φόρου εισοδήματος, με εξαίρεση την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης, από το 2019. Η μείωση του ΕΝΦΙΑ αφορά όλους.
Για να γίνει πραγματικότητα, ποντάρει στην καλύτερη του αναμενομένου πορεία του φετινού προϋπολογισμού, με άξονα την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και τη ρήτρα διαφυγής για τις στρατιωτικές δαπάνες εκτιμώμενου ύψους έως 1 δισ. ευρώ.
Ομως, έχει επίσης μπροστά της μια τεράστια δεξαμενή φοροαπαλλαγών ύψους 18,5 δισ. ευρώ. Τις τελευταίες θα έπρεπε να τις επαναξιολογήσει με στοχευμένα κοινωνικά και άλλα κριτήρια, ώστε να εξοικονομήσει έσοδα όπως προτείνει τα τελευταία χρόνια και ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας, χωρίς να εισακούεται. Αν μειωθούν κατά 10%, αυτό μεταφράζεται σε 1,9 δισ. ευρώ περίπου.
Σημειώνουμε ότι οι φοροαπαλλαγές στον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στην αιθυλική αλκοόλη και στα αλκοολούχα ποτά πλησιάζουν τα 600 εκατ. ευρώ. Ακόμη, οι φοροαπαλλαγές ΦΠΑ για τις υπηρεσίες ιδιωτικής εκπαίδευσης φθάνουν τα 400 εκατ. ευρώ περίπου.
Στον ΕΝΦΙΑ, οι απαλλαγές για εκατομμύρια δικαιούχους δεν ξεπερνάνε τα 100 εκατ. ευρώ. Ομως, οι απαλλαγές στον Ειδικό Φόρο Ακινήτων που πληρώνουν κυρίως επιχειρήσεις ξεπερνούν τα 3,5 δισ. ευρώ. Σημειωτέον ότι το αφορολόγητο όριο και η μείωση του φόρου για τα παιδιά που θεωρούνται ανέγγιχτα κοστίζουν κοντά στα 4 δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό.
Τα ανωτέρω είναι μόλις μερικά παραδείγματα ενδεχόμενων, δυνητικών πηγών εξοικονόμησης εσόδων για μια γενναία μείωση των φορολογικών συντελεστών εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων. Τέτοια που θα μπορούσε να καταστήσει ελκυστική ακόμη και την ενσωμάτωση στη φορολογική κλίμακα άλλων εισοδημάτων που σήμερα φορολογούνται αυτόνομα.
Αν λοιπόν πραγματικά θέλει να μειώσει σημαντικά τους φορολογικούς συντελεστές εισοδήματος, ώστε να αυξήσει το διαθέσιμο εισόδημα και να ενθαρρύνει την αύξηση της απασχόλησης, η κυβέρνηση έχει στη διάθεσή της ένα μεγάλο όπλο. Το συμμάζεμα των φοροαπαλλαγών που ξεχείλωσαν τα τελευταία χρόνια.