Κατ’ αρχάς θα πρέπει να επισημάνουμε ότι οι προβλέψεις σε τέτοια σχέδια είναι πρακτικά ασκήσεις επί χάρτου. Ίσως, το πιο σημαντικό πράγμα είναι η πρόβλεψη για την τάση και αυτή είναι πτωτική.
Υπενθυμίζουμε ότι το ΠΔΠ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,4% το 2026 και 1,7% το 2027, 1,6% το 2028 και 1,3% το 2029. Θα πρέπει να επισημανθεί ότι αυτοί οι ρυθμοί είναι αρκετά υψηλότεροι από εκείνους που ενσωματώνει το Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό-Διαρθρωτικό Σχέδιο (ΜΔΣ), δηλαδή 2% το 2026, 1,5% το 2027, 1,3% το 2028 και 0,4% το 2029. Το ΜΔΣ υποβλήθηκε στις Βρυξέλλες τον Οκτώβριο του 2024.
Ακόμη πιο απογοητευτικό είναι ότι ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου (επενδύσεις) εκτιμάται ότι θα αυξηθεί 10,2% το 2026, 4,1% το 2027, 0,9% το 2028 και 0,8% το 2029. Με την προσθήκη ότι οι κυβερνητικές εκτιμήσεις για τις επενδύσεις πέφτουν έξω τα τελευταία χρόνια.
Πολλοί ερμήνευσαν τις εκτιμήσεις του ΠΔΠ ως έμμεση παραδοχή της υπόθεσης ότι ο ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει προς τον μακροχρόνιο μέσο όρο 1% με 1,5% μετά το Ταμείο Ανάκαμψης.
Είναι λογικό από τη στιγμή που τόσα πολλά κοινοτικά κεφάλαια από το Ταμείο Ανάκαμψης, το ΕΣΠΑ κ.λπ. εισέρευσαν στη χώρα μετά το 2021 αλλά το οικονομικό τους αποτύπωμα στην οικονομία είναι κατώτερο του αναμενομένου μέχρι στιγμής. Κι αυτό παρότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας είναι υψηλότερος από τον πολύ χαμηλό μέσο όρο της ευρωζώνης την ίδια περίοδο. Όταν το οικονομικό αποτύπωμα δεν είναι τόσο ισχυρό ούτε βραχυπρόθεσμα, με τον πολλαπλασιαστή των επενδύσεων να εκτιμάται θεωρητικά κοντά στο 2, δηλ. 1 ευρώ σε επενδύσεις αυξάνει το ΑΕΠ κατά 2 ευρώ, αυτό δεν είναι καλός οιωνός για τα επόμενα χρόνια. Κι αυτό γιατί οι επιπτώσεις των επενδύσεων στην οικονομία πρακτικά εξασθενούν με το πέρασμα του χρόνου.
Το μη ισχυρό αποτύπωμα στο ΑΕΠ θέτει επίσης κι άλλα ερωτήματα που διαχρονικά συνδέονται με τις επενδύσεις που γίνονται στην Ελλάδα με κοινοτικά χρήματα, π.χ. το ΕΣΠΑ. Μήπως ο προορισμός κάποιων επενδύσεων δεν ήταν ο ενδεδειγμένος; Δηλαδή επενδύθηκαν χρήματα σε τομείς ή δράσεις με μικρότερο αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα από τον επιθυμητό; Ή μήπως κάποια από αυτά τα κεφάλαια πήγαν μεν στον σωστό τομέα αλλά κάποια «διέρρευσαν» στη διαδρομή, με αποτέλεσμα να φτάσουν λιγότερα στον τελικό προορισμό;
Όποιες κι αν είναι οι απαντήσεις, το τελικό αποτέλεσμα μετράει και μέχρι στιγμής δεν είναι τόσο καλό όσο θα έπρεπε για την οικονομία. Ιδίως αν συνυπολογίσει κάποιος ότι η Ελλάδα είχε χάσει το 25% του ΑΕΠ της πριν από μια δεκαετία και θα περίμενε να λειτουργήσει το φαινόμενο της εκτίναξης του ελατηρίου. Τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό.
Ο υπουργός Επικρατείας κ. Άκης Σκέρτσος απάντησε χθες στην κριτική σχετικά με την ερώτηση «Και μετά το Ταμείο Ανάκαμψης τί;» με ανάρτησή του στο Facebook. Το βασικό επιχείρημα του κ. Σκέρτσου είναι ότι το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) δεν διοχετεύει απλώς λεφτά στην οικονομία αλλά συνοδεύεται από μεταρρυθμίσεις των οποίων η επίπτωση στην οικονομία είναι δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί μετά το 2026.
Πράγματι, δεν είναι εύκολο να ποσοτικοποιηθεί το αποτέλεσμα των μεταρρυθμίσεων. Αν όμως ρίξει κάποιος μια ματιά στις μεταρρυθμίσεις, θα αντιληφθεί ότι οι περισσότερες δεν θα έχουν επίπτωση στον ρυθμό ανάπτυξης. Ίσως έχουν π.χ. στην ποιότητα της ζωής των ανθρώπων, και δεν το υποτιμούμε, αλλά όχι στην οικονομία.
Φυσικά, κάποιες μεταρρυθμίσεις θα έχουν θετική επίπτωση αλλά δεν νομίζουμε ότι θα είναι τέτοια σε βάθος χρόνου που θα αλλάξει την πτωτική τάση του ρυθμού ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προς τον μακροχρόνιο μέσο όρο. Όμως, είναι θέμα κρίσης του καθενός και απομένει να αποδειχθεί.
Επίσης, ο ίδιος αναφέρει ότι η Ελλάδα είναι μεταξύ των πρώτων 5-7 χωρών στην εκταμίευση των 6 έως σήμερα δόσεων του ΤΑΑ και έχει απορροφήσει 23,4 δισ. ευρώ σε 3 χρόνια, όσο ένα ΕΣΠΑ που υπό κανονικές συνθήκες απορροφάται σε 9 χρόνια. Όντως, η απορρόφηση των δόσεων του ΤΑΑ είναι αναλογικά πολύ ταχύτερη σε σχέση με του ΕΣΠΑ. Κι εδώ, το ποσοστό απορρόφησης είναι μεν σημαντικός παράγοντας αλλά όχι τόσο όσο η αποτελεσματικότητα των κεφαλαίων στην αύξηση της παραγωγικότητας και του ρυθμού ανάπτυξης.
Λένε ότι στο τέλος ξυρίζουν τον γαμπρό. Αυτό ισχύει επίσης στην περίπτωση του ΤΑΑ. Πάντως, το δείγμα γραφής μέχρι στιγμής δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για την περίοδο μετά το 2026 και κυρίως το 2027 παρότι η επίπτωση κάποιων μεταρρυθμίσεων που συνδέονται με το ΤΑΑ στην ανάπτυξη θα φανεί σταδιακά τα επόμενα χρόνια.