Οι κυριότερες ρυθμίσεις του Τρίτου Μνημονίου για το Ασφαλιστικό Σύστημα της χώρας ήταν οι εξής: (α) ενοποίηση όλων των Ταμείων στον ΕΦΚΑ, (β) θέσπιση της «προσωπικής διαφοράς» για την ίση μεταχείριση των νέων και παλαιών συνταξιούχων, (γ) θέσπιση της επιβολής των ίδιων (προς τους μισθωτούς) ασφαλιστικών εισφορών και στους ελεύθερους επαγγελματίες, και (δ) μείωση του Αφορολόγητου.
Με τις ρυθμίσεις αυτές, οι «ανάλγητοι» τροϊκανοί συνέβαλαν στη δημιουργία ενός σύγχρονου και οικονομικά ισορροπημένου συστήματος συντάξεων. Η πρόσθετη πρότασή τους για την κεφαλαιοποίηση των επικουρικών συντάξεων δεν έγινε δεκτή από την τότε διακυβέρνηση.
Όλες αυτές οι ρυθμίσεις έχουν ανατραπεί στην πράξη. Οπότε, έχουν πλέον προκύψει και οι συνέπειες των πολιτικών κυβιστήσεων.
Ενοποίηση των Ταμείων
Η επιτροπή με έμπειρα στελέχη του ΙΚΑ που είχε συγκροτηθεί το 2015 για να ολοκληρώσει τον Ενιαίο Κανονισμό Ασφάλισης και Παροχών για τον ΕΦΚΑ, θα παρέδιδε το πόρισμά της στο τέλος του 2015, ώστε να εφαρμοστεί την 1.1.2016. Η Επιτροπή διαλύθηκε εγκαίρως, και μετά από 10 έτη αναζητείται ακόμα ο Ενιαίος Κανονισμός.
Ο ΕΦΚΑ είναι στην ουσία μια ταμπέλα, κάτω από την οποία στεγάζονται όλα τα παλιά ασφαλιστικά ταμεία της χώρας. Βέβαια, μας παρηγορεί το γεγονός ότι ούτε η Γαλλία του Μακρόν έχει καταφέρει να ενοποιήσει τα ασφαλιστικά της ταμεία, με τη μεταρρύθμιση που βρίσκεται τώρα σε εξέλιξη.
Προσωπική Διαφορά
Οι πρόσφατες εξαγγελίες για την κατάργηση της «προσωπικής διαφοράς» προκάλεσαν ευφορία, αλλά θα έχουν συνέπειες. Το αφανές χρέος του συστήματος συντάξεων μειώθηκε σημαντικά στην περίοδο 2009-2018 και υπολογίστηκε στα 350 δισεκατομμύρια ευρώ, μετά την εφαρμογή των περικοπών των «προσωπικών διαφορών» του Τρίτου Μνημονίου.
Χωρίς τις περικοπές αυτές, το αφανές χρέος θα επανέλθει στο ποσό της αναλογιστικής μελέτης του 2015, που ήταν 512 δισεκατομμύρια ευρώ (παρούσες αξίες 2016). Επομένως, αναβιώνει η ανάγκη για πρόσθετες κρατικές επιχορηγήσεις του συστήματος συντάξεων, οι οποίες μέχρι σήμερα έχουν υπερβεί τα 330 δισεκατομμύρια ευρώ.
Ασφαλιστικές Εισφορές Ελεύθερων Επαγγελματιών
Το 2015 θεσπίστηκαν οι ίδιες εισφορές για μισθωτούς και ελεύθερους επαγγελματίες. Η αρχική εφαρμογή περιείχε σοβαρές αστοχίες, διότι δεν καθόριζε έναν πάγιο τρόπο υπολογισμού του καθαρού εισοδήματος των ελεύθερων επαγγελματιών.
Αντί να γίνουν οι κατάλληλες βελτιώσεις, το 2020 επανήλθαν οι ασφαλιστικές κλάσεις. Με αποτέλεσμα, το 80% των ελεύθερων επαγγελματιών να επιλέγει, ευλόγως, την Πρώτη (και φθηνότερη) Κλάση. Με τον ίδιο νόμο του 2020 καταργήθηκε και η πρόβλεψη για την είσπραξη των ασφαλιστικών εισφορών από τις Οικονομικές Υπηρεσίες, γεγονός που θα επέτρεπε τη δραστική μείωση της εισφοροδιαφυγής.
Μείωση Αφορολόγητου
Η θέσπιση της μείωσης του Αφορολόγητου ήταν από τις μεγαλύτερες φορολογικές παρεμβάσεις στο πλαίσιο του Τρίτου Μνημονίου. Τα πολιτικά κόμματα που ψήφισαν τη μείωση του Αφορολόγητου στο πλαίσιο του 3ου Μνημονίου, ενόψει των προεκλογικών αναγκών, προχώρησαν στην κατάργηση της μείωσης.
Για να αντιληφθούμε γιατί επεβλήθη η μείωση του αφορολόγητου, πρέπει να δούμε τα βασικά προβλήματα του φορολογικού συστήματος της χώρας. Η διάρθρωση της εθνικής οικονομίας αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα ενίσχυσης της φοροδιαφυγής.
Ο υψηλός αριθμός αυτοαπασχολούμενων στο 34% της συνολικής απασχόλησης, τη στιγμή που το αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέγεθος βρίσκεται στο 17%, είναι ενδεικτικό της κατάστασης που τροφοδοτεί τη φοροδιαφυγή στην Ελλάδα. Αντίστοιχα, το 60% των μισθωτών στην Ελλάδα εργάζεται σε πολύ μικρές επιχειρήσεις (0-9 άτομα), τη στιγμή που ο μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκεται στο 30%.
Η μείωση του αφορολόγητου, η οποία επρόκειτο να τεθεί σε ισχύ από το 2020, στόχευε στη βελτίωση της φορολογικής βάσης. Αξίζει να αναφερθεί ότι πριν την επικείμενη αλλαγή, σε σύνολο 5,3 εκατομμυρίων ΑΦΜ μισθωτών και συνταξιούχων, τα 2,5 εκατομμύρια υπάγονταν στο καθεστώς του αφορολόγητου. Με την αλλαγή που θα επερχόταν, τα ΑΦΜ που θα βρίσκονταν κάτω από το αφορολόγητο όριο θα μειώνονταν στα 1,8 εκατομμύρια.
Το υφιστάμενο αφορολόγητο ήταν και παραμένει ένα από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, με συνέπεια να αποτελεί έναν τοίχο απόκρυψης για μεγάλο αριθμό μη φορολογουμένων. Συγκεκριμένα, κάτω από το όριο των 10.000 ευρώ βρίσκονται το 92% των αγροτών, το 75% των ελεύθερων επαγγελματιών και το 60% των μισθωτών.
Το θέμα της μείωσης του αφορολόγητου λήφθηκε υπόψη σε μελέτη των Ν. Χριστουλάκη, Μ. Νεκτάριου και Χ. Θεοχάρη για την «Επανεκκίνηση της Ελληνικής Οικονομίας» (ΔΙΑΝΕΟΣΙΣ, 2018), στην οποία εξετάστηκε η αντιστάθμιση της μείωσης του αφορολόγητου με την προτεινόμενη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (μείωση από το 20% στο 12%, με ελάφρυνση των εισφορών του εργαζόμενου).
Σε συνδυασμό με τις φορολογικές προτάσεις (μείωση των φορολογικών συντελεστών στο 20% για φυσικά και νομικά πρόσωπα), στην εν λόγω μελέτη διαπιστώθηκε ότι η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων αντισταθμίζει πλήρως τις αρνητικές συνέπειες της μείωσης του αφορολόγητου που θα ίσχυε από την 1.1.2020. Αυτό ισχύει τόσο για τους μισθωτούς όσο και για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες.
Αυτό το γεγονός θα δημιουργούσε τα κατάλληλα κίνητρα για τον δραστικό περιορισμό του εκτεταμένου φαινομένου της «μαύρης εργασίας». Δηλαδή, με την προτεινόμενη ρύθμιση, αφενός η χώρα θα εναρμονιζόταν με τα αφορολόγητα όρια που ισχύουν στην υπόλοιπη Ευρώπη, αφετέρου δεν θα θίγονταν οι εργαζόμενοι και, ταυτόχρονα, θα περιοριζόταν δραστικά η «μαύρη εργασία» με πρωτοβουλία των ιδίων των ενδιαφερομένων.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι το πολιτικό σύστημα της χώρας δεν μαθαίνει από τα παθήματά του. Η απερίσκεπτη πολιτική των πολιτικών κομμάτων της Μεταπολίτευσης όχι μόνο κατέστρεψε τον προγραμματισμό ζωής των 3.000.000 συνταξιούχων, οι οποίοι είδαν τις συντάξεις τους να περικόπτονται κατά 50%, αλλά οδήγησε και στη χρεοκοπία της χώρας.
* Ο κ. Μιλτιάδης Νεκτάριος είναι Καθηγητής Πανεπιστημίου Πειραιώς