Ρύθμιση χρεών: Πέντε «όπλα» για καλύτερο deal με τους servicers

Ποιοι είναι οι κρίσιμοι παράγοντες που καθορίζουν το αποτέλεσμα στη ρύθμιση επιχειρηματικών οφειλών μέσα από διμερείς συμφωνίες με τους servicers. Γράφει ο δικηγόρος Γιώργος Ψαράκης.

Δημοσιεύθηκε: 8 Δεκεμβρίου 2025 - 07:36

Load more

Είναι σύνηθες τα τελευταία χρόνια οι δανειολήπτες να προσπαθούν να έρθουν σε επαφή με τους servicers, στο πλαίσιο εύρεσης μιας συμβιβαστικής λύσης για την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων.

Στο πλαίσιο μιας διαπραγμάτευσης, κρίσιμοι παράγοντες που θα καθορίσουν τελικά το αποτέλεσμα είναι οι εξής πέντε: η υπέγγυα περιουσία πρωτοφειλέτιδας επιχείρησης και εγγυητή/εγγυητών, οι ελεύθερες χρηματοροές της επιχείρησης, η τυχόν δικαστική αμφισβήτηση της οφειλής/διαδικασίας, ο προβλεπόμενος χρόνος αναγκαστικής είσπραξης και οι τυχόν οφειλές σε Δημόσιο/ΕΦΚΑ. Άρα, στο πλαίσιο αυτό, εντοπίζονται και τα αντίστοιχα «όπλα» του οφειλέτη, ώστε να πετύχει ένα δίκαιο και προσαρμοσμένο στα μέτρα του αποτέλεσμα. Ειδικότερα:

α) Αναφορικά με την υπέγγυα περιουσία, εκτιμάται η αξία των ακινήτων, προσημειωμένων και μη, λαμβανομένων υπόψη και των τυχόν εγγεγραμμένων βαρών (προσημειώσεων κ.ο.κ). Αλλά ποια είναι αυτή η αξία; Αυτή που αναρτάται από τα χρηματοδοτικά ιδρύματα στην πλατφόρμα του εξωδικαστικού μηχανισμού, αυτή που προκύπτει βάσει του αντικειμενικού προσδιορισμού στο πλαίσιο της φορολογικής νομοθεσίας, αυτή που έχει εκτιμήσει ένας πιστοποιημένος εκτιμητής κατόπιν εντολής του οφειλέτη ή αυτή που εκτιμήθηκε το ακίνητο στο πλαίσιο του καθορισμού της τιμής πρώτης προσφοράς μετά από κατάσχεση (ά. 954 ΚΠολΔ);

Η απάντηση είναι ότι η αξία καθορίζεται από τον ίδιο τον servicer κάθε φορά που εξετάζει ένα αίτημα ρύθμισης. Συνήθως θα αναθέσει σε συνεργαζόμενο εκτιμητή τον έλεγχο του ακινήτου, η αξία του οποίου θα καθορίσει κατά πολύ τις δυνατότητες διαγραφής κ.λπ. της οφειλής.

Στο σημείο αυτό μπορεί να εμπλακεί ο οφειλέτης, ίσως αναθέτοντας σε έναν δικό του εκτιμητή τη σύνταξη μιας έκθεσης εκτίμησης ή αναθέτοντας σε νομικούς συμβούλους του τη σύνταξη μιας έκθεσης περί νομικών και πραγματικών ελαττωμάτων του επίμαχου ακινήτου  (τις οποίες εκθέσεις τις κοινοποιεί στον servicer και στον εκτιμητή του).

Στόχος σε αυτό το στάδιο είναι η αποτύπωση της αξίας βίαιης ρευστοποίησης του ακινήτου, καθότι υψηλές αξίες επιβάλλουν μικρές έως και μηδενικές διαγραφές. Πάντως, επειδή η διαπραγμάτευση είναι ελεύθερη και προφανώς αν επιθυμεί προχωράει σε ρύθμιση ο servicer, δεν μπορεί ο οφειλέτης να επιβάλει την αξία που επιθυμεί· όποια βάσιμη αμφισβήτηση, μόνο στο πλαίσιο ένστασης περί καταχρηστικής συμπεριφοράς του servicer, εφόσον προκύψει δικαστική εμπλοκή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί.

β) Αναφορικά με τις ελεύθερες χρηματοροές (Free Cash Flows - FCF), ζητείται σχεδόν πάντα ένα επιχειρηματικό σχέδιο που καταρτίζεται με δαπάνες της οφειλέτιδας επιχείρησης. Αυτό το σχέδιο θα καθορίσει τις ελεύθερες ροές που μπορούν να κατευθυνθούν στην εξυπηρέτηση των δανειακών οφειλών.

Όμως κι εδώ έχουμε διάφορα ζητήματα που προκαλούν, ενίοτε, εντάσεις και διαφωνίες: όλα τα έσοδα λογιστικοποιούνται; Επίσης μήπως στις χρηματοοικονομικές καταστάσεις της επιχείρησης «κρύβονται» ύποπτα κονδύλια, όπως λ.χ. δάνεια υψηλών ποσών σε μετόχους στον λογαριασμό του Ενεργητικού «Χρεώστες Διάφοροι»;

Εξάλλου, θα ζητηθεί από τον servicer να μη λαμβάνει χώρα διανομή μερίσματος καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθμισης και εφόσον υπάρχει δυνατότητα, θα ζητηθεί να λάβουν χώρα και ενδιάμεσες καταβολές από το προϊόν ρευστοποίησης ορισμένων παγίων της επιχείρησης που δεν είναι απολύτως απαραίτητα για τη λειτουργία της.

Εδώ επιχειρήματα της επιχείρησης υπέρ της καταβολής μικρότερων δόσεων στον servicer θα είναι ότι απαιτείται ένα ποσό του EBIDTA κάθε έτος για συντήρηση π.χ. του εξοπλισμού και των κτιρίων ή ότι πρέπει να λάβει χώρα αγορά νέων παγίων λόγω παλαιότητας των παλαιών (CapEx) ή ότι οι μέτοχοι/εταίροι της επιχείρησης δεν έχουν άλλο μέσο βιοπορισμού παρά τα μερίσματα/απολήψεις κ.λπ.

γ) Αναφορικά με τη νομιμότητα των χρεώσεων, ή την ύπαρξη της οφειλής εν γένει, πρέπει να διευκρινιστεί το εξής: όποια ένσταση κι αν έχει ο οφειλέτης δεν θα ακουστεί, αν δεν έχει εκδοθεί έστω μια πρωτοβάθμια δικαστική απόφαση υπέρ του. Επομένως, ενέργειες που συναντούμε συχνά όπως π.χ. αποστολή εξωδίκων με επίκληση καταχρηστικότητας δανειακών όρων κ.λπ. δεν θα έχουν, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, κάποιο άμεσο αποτέλεσμα.

δ) Σημαντικότατος, επίσης, παράγοντας είναι κι αυτός του χρόνου. Αν ο servicer θεωρεί, λόγω των ιδιαιτεροτήτων της υπόθεσης, πως η ρευστοποίηση της υπέγγυας περιουσίας θα καθυστερήσει αρκετά (λ.χ. πέραν των 1-2 ετών που έχει υπολογίσει κατά μέσο όρο), θα είναι πιο δεκτικός σε μια ρύθμιση με κάποια μεγαλύτερη διαγραφή, καθότι σε όρους παρούσας αξίας τα χρήματα που θα λάμβανε μετά από 5 π.χ. έτη έχουν μεγαλύτερη αποτίμηση σήμερα.

ε) Τελευταία κρίσιμη παράμετρος είναι οι οφειλές της επιχείρησης σε ΕΦΚΑ/ΑΑΔΕ. Τούτο διότι οι τελευταίοι φορείς αποτελούν προνομιούχους δανειστές και άρα σε τυχόν πλειστηριασμό της υπέγγυας περιουσίας, το πλειστηρίασμα που θα λάβει ο servicer μειώνεται κατά πολύ (έως 25%). Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που παρατηρούμε επιχειρήσεις να αφήνουν τις οφειλές τους προς ΕΦΚΑ/ΑΑΔΕ να αυξάνονται, με αλλεπάλληλες πάγιες ρυθμίσεις (ώστε να μην τίθεται ζήτημα λήψης αναγκαστικών μέτρων δέσμευσης λογαριασμών κ.λπ.), ώστε να έχουν ένα διαπραγματευτικό πλεονέκτημα στο πλαίσιο των συζητήσεων με τους servicers.

Για όλα τα παραπάνω έχουμε να εξιστορήσουμε πολλά παραδείγματα από ποικίλες περιπτώσεις, τα οποία φυσικά θα απαιτούσαν πολύ μεγαλύτερο χώρο. Δίνουμε όμως, όσο πιο συνοπτικά γίνεται, μια εικόνα μέσα από τα γραφεία και τις τηλεδιασκέψεις που γίνονται οι αντίστοιχες διαπραγματεύσεις, καθότι το δίκαιο γενικά της αφερεγγυότητας και των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων είναι ένα «ζωντανό» δίκαιο που συνδέεται άμεσα με την οικονομική επιστήμη και τις συνθήκες της αγοράς.

Και σε κάθε περίπτωση, η διαπραγμάτευση δεν τελειώνει εδώ, αφού μόλις συμφωνήσουν τα μέρη τους οικονομικούς όρους, θα πρέπει να καταλήξουν και στη νομική αποτύπωση της συμφωνίας (συμφωνία δηλ. σε όρους τυχόν καταγγελίας ή αυτοδίκαιης λύσης της ρύθμισης, διαμόρφωση σχετικών covenants, ένταξη στη συμφωνία ειδικών όρων όπως negative pledge κ.λπ.).

 

* Ο Γιώργος Ψαράκης (ΜΔΕ, LL.M., PgCert) είναι Δικηγόρος Αθηνών, Εταίρος στη Δικηγορική Εταιρεία «Ψαράκης-Κεφαλάς» (www.psarakislegal.com)

 

Load more

Δείτε επίσης

Load more

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας

Εμείς και οι συνεργάτες μας χρησιμοποιούμε τεχνολογίες, όπως cookies, και επεξεργαζόμαστε προσωπικά δεδομένα, όπως διευθύνσεις IP και αναγνωριστικά cookies, για να προσαρμόζουμε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο με βάση τα ενδιαφέροντά σας, για να μετρήσουμε την απόδοση των διαφημίσεων και του περιεχομένου και για να αποκτήσουμε εις βάθος γνώση του κοινού που είδε τις διαφημίσεις και το περιεχόμενο. Κάντε κλικ παρακάτω για να συμφωνήσετε με τη χρήση αυτής της τεχνολογίας και την επεξεργασία των προσωπικών σας δεδομένων για αυτούς τους σκοπούς. Μπορείτε να αλλάξετε γνώμη και να αλλάξετε τις επιλογές της συγκατάθεσής σας ανά πάσα στιγμή επιστρέφοντας σε αυτόν τον ιστότοπο.



Πολιτική Cookies
& Προστασία Προσωπικών Δεδομένων