Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Στο πανεπιστήμιο η ελληνική κοινωνία στέλνει τα παιδιά της με την ελπίδα και την προσδοκία ενός καλύτερου αύριο. Πληρώνει αδρά ο κάθε συνεπής φορολογούμενος πολίτης, ώστε οι νέες και οι νέοι αυτού του τόπου να έχουν τη δυνατότητα να διευρύνουν τους ορίζοντες σκέψης τους, να πλουτίσουν τις γνώσεις τους και να μπορούν να ελπίζουν σε πνευματική, επαγγελματική αλλά και κοινωνική πρόοδο.
Στέλνει, δηλαδή, η ελληνική οικογένεια τα παιδιά της στο πανεπιστήμιο με την ελπίδα να τα δει «καλύτερα». Περισσότερο καλλιεργημένα, με πλουσιότερες γνώσεις και καταληκτικά, με μία πιστοποίηση, το περίφημο «χαρτί», που θα ανοίξει την πόρτα της επαγγελματικής και πιθανώς κοινωνικής τους περαιτέρω πορείας.
Ε, λοιπόν, τα κλειδιά αυτού του πανεπιστημίου, επί του οποίου η ελληνική οικογένεια στηρίζει τις ελπίδες της για ένα καλύτερο αύριο για τα παιδιά της, κρατούν σήμερα κουκουλοφόροι.
Ακριβώς όπως αυτοί που τραυμάτισαν χθες μία γυναίκα, υπάλληλο κυλικείου στην Πολυτεχνειούπολη του Ζωγράφου ή όπως εκείνοι που εισέβαλαν βίαια την προηγουμένη εβδομάδα σε αίθουσα του ΕΚΠΑ και προκάλεσαν επεισόδια, μαινόμενοι κατά ομάδας καθηγητών με τους οποίους διαφωνούσαν.
Συμπεριφορές και πρακτικές αυτού του είδους δεν αποτελούν προνόμιο της Αθήνας. Επεισόδια σημειώθηκαν και στη Θεσσαλονίκη, πριν από λίγες ημέρες, όταν ομάδα ατόμων επιχείρησε να ανακαταλάβει χώρο ο οποίος κατά το παρελθόν στέγαζε κατάληψη, εντός του ΑΠΘ.
Η βία στα πανεπιστήμια και δη η βία με πολιτικό μανδύα, κατά κανόνα αριστερό, δεν είναι καινούργιο φαινόμενο. Εκτράφηκε στη διάρκεια της μεταπολίτευσης, ελέω της ασυλίας που παρείχαν διαδοχικές κυβερνήσεις αυτού του τόπου, αρνούμενες να επιβάλουν ατζέντα νόμου και τάξης στις κάθε λογής φασίζουσες μειονότητες που δρούσαν δια της βίας στους πανεπιστημιακούς χώρους.
Όπως αντίστοιχα εκτράφηκε και από τους ίδιους τους πανεπιστημιακούς δασκάλους και τους πρυτάνεις, οι οποίοι αρνούνται, κατά κανόνα ακόμη και σήμερα, να αντιπαρατεθούν με το φαινόμενο, το οποίο υποθάλπουν δια της ανοχής τους.
Για την ακρίβεια, ακόμη και η παρούσα κυβέρνηση, η οποία εξελέγη επί δύο διαδοχικές θητείες στη βάση μιας τέτοιας ατζέντας, έχει σταθεί ανήμπορη να αντιπαρατεθεί με το φαινόμενο της βίας στα πανεπιστήμια. Ακόμη και το πολυδιαφημισμένο «πείραμα» της πανεπιστημιακής αστυνομίας οδηγήθηκε σε φιάσκο, όπως η ίδια η κυβέρνηση παραδέχεται.
Μόλις το προηγούμενο Σάββατο, στον απόηχο των επεισοδίων του ΕΚΠΑ και μετά από σύσκεψη υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη ανακοινώθηκε ότι θα υπάρχουν «συνέπειες», ποινικές, πειθαρχικές και αστικές, για όσους παραβιάζουν τον νόμο στα πανεπιστήμια. Για να υπάρξουν «συνέπειες», όμως, απαιτείται να υπάρξουν και συλλήψεις, τις οποίες, διαχρονικά, δεν βλέπουμε. Ως αποτέλεσμα, οι κάθε είδους «απειλές» ή «υποσχέσεις» περί επιβολής νόμου και τάξης και εμπέδωσης κλίματος ασφάλειας στα πανεπιστήμια καθίστανται περίγελος.
Ελάχιστες αμφιβολίες υπάρχουν ότι τα χθεσινά επεισόδια στην Πολυτεχνειούπολη ήταν οργανωμένα και σχεδιασμένα ώστε να στείλουν ακριβώς αυτό το μήνυμα. Σημειώθηκαν ανήμερα της επετείου του εμπρησμού και των δολοφονιών στη Marfin και στον απόηχο της κυβερνητικής σύσκεψης κατά της βίας στα πανεπιστήμια. Σε αυτό το μήνυμα η κυβέρνηση πώς θα απαντήσει;
Ποιο θα είναι, συνάμα, το μήνυμα που θα στείλει στις χιλιάδες των οικογενειών της χώρας μας οι οποίες προσδοκούν να δουν τα παιδιά τους να σπουδάζουν ελεύθερα και μακριά από τα κάθε λογής φασιστοειδή, τα οποία προσπαθούν να επιβάλουν τις απόψεις τους δια της βίας, σε χώρους όπου υποτίθεται ότι πρέπει να κυριαρχεί η ελεύθερη σκέψη;
Το τέλος της ανοχής είναι χρέος αυτής της κυβέρνησης.