Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Δίχως αμφιβολία, η ηλεκτρονικοποίηση των συναλλαγών βοηθά στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, όπως μαρτυρούν και τα αυξημένα έσοδα του προϋπολογισμού από την έμμεση φορολογία, στον απόηχο της διασύνδεσης των POS με τις ταμειακές μηχανές.
Δεν αποτελεί πανάκεια, όμως, όταν το “εθνικό σπορ” στη χώρα μας είναι η φοροδιαφυγή. Γεγονός το οποίο επιβεβαίωσε για ακόμη μία φορά χθες ο ίδιος ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κυριάκος Πιερρακάκης, λέγοντας πως «συμφωνούμε, νομίζω, ότι το μέσο ενοίκιο στη χώρα δεν είναι 255 ευρώ», όπως προκύπτει επισήμως, από τα στοιχεία που δηλώνονται στην ΑΑΔΕ.
Εύστοχα, δε, παρατήρησε ότι «είναι σαφές πως τα πραγματικά στοιχεία αποκλίνουν και χρειαζόμαστε εργαλεία για να αποτυπώσουμε την πραγματικότητα με ακρίβεια». Τούτο όμως δεν μπορεί να προέλθει αμιγώς από την υποχρεωτική καταβολή ενοικίων μέσω τραπεζικών λογαριασμών, όπως αποκάλυψε ότι προτίθεται να θεσμοθετήσει.
Το συγκεκριμένο μέτρο, ίσως, βοηθήσει έως έναν βαθμό, όμως δεν θα λύσει το πρόβλημα, όσο θα υπάρχει η δυνατότητα, είτε για “μαύρες” πληρωμές ενοικίου, για υποτιθέμενα “κλειστά” σπίτια ή η δυνατότητα συμφωνιών “κάτω από το τραπέζι” μεταξύ ενοικιαστών και ιδιοκτητών ακινήτων, μέσω των οποίων άλλα ποσά δηλώνονται στην εφορία ως ενοίκιο και άλλα καταβάλλονται στην πραγματικότητα, κατά κανόνα προκαταβολικά.
Αν και προς την σωστή κατεύθυνση, εκείνη της παροχής κινήτρου, ούτε το μέτρο της επιδότησης ενός ενοικίου ετησίως προς τους οικονομικά ασθενέστερους, κάθε Νοέμβριο, έως του ποσού των 800 ευρώ, όπως ανακοινώθηκε, θα λύσει το πρόβλημα. Εάν τα “κουκιά” βγαίνουν, για όσους εμπλέκονται, τότε θα υπάρξει όφελος, διαφορετικά ο ιδιοκτήτης απλά θα επιλέξει άλλον ενοικιαστή.
Αντίθετα, η πλήρης παροχή κινήτρου, με την μορφή της πλήρους έκπτωσης του ετήσιου κόστους του ενοικίου από το φορολογητέο εισόδημα, θα επενεργούσε ως ισχυρό κίνητρο για την επίτευξη όρων διαφάνειας στην στεγαστική αγορά. Εάν η επιδότηση του 1/12 του ετησίου ενοικίου συνιστά κίνητρο, κατά την πολιτεία, για την εξασφάλιση διαφάνειας και την πάταξη της φοροδιαφυγής, τότε η επιδότηση με την μορφή έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα, για 12 μήνες τον χρόνο, τι συνιστά;
Ακριβώς προς την ίδια κατεύθυνση, δε, θα επενεργούσε αυτό το μέτρο και σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης καθώς θα καθιστούσε κίνητρο για τους ιδιοκτήτες να μειώσουν τα ενοίκια για τα ακίνητα που διαθέτουν στην αγορά, καθώς τυχόν υιοθέτηση αυτού του μέτρου θα έφερνε στην επιφάνεια τα εισοδήματα που σήμερα αυτοί υποκρύπτουν και κατά συνέπεια θα αύξανε την φορολογική τους επιβάρυνση, ωθώντας τους σε ανώτερο συντελεστή στην κλίμακα φορολογίας ακινήτων.
Δίχως αμφιβολία, σε μία χώρα στην οποία δεν εφαρμόζεται η φορολόγηση των φυσικών προσώπων στη βάση του τελικού οικονομικού τους αποτελέσματος, (έσοδα μείον έξοδα και φορολόγηση του τελικού αποτελέσματος, όπως στα νομικά πρόσωπα) η θέσπιση ενός μέτρου πλήρους έκπτωσης του ενοικίου ως δαπάνης, αφενός δημιουργεί “προηγούμενο”, αφετέρου βαδίζει σε αβέβαιο έδαφος, δεδομένου ότι έως τώρα δεν έχει δοκιμαστεί στην πράξη και έχει άρα αβέβαιο δημοσιονομικό αποτέλεσμα.
Οι “ειδήμονες” του Υπουργείου Οικονομικών, ωστόσο, έχουν την δυνατότητα να το διακριβώσουν εκ των προτέρων και να προχωρήσουν σε αυτό το τολμηρό μέτρο. Ούτως ή άλλως, υπάρχουν παραδείγματα στον διεθνή περίγυρο, όπου η φορολόγηση επί του οικονομικού αποτελέσματος δεν εντοπίζεται μόνον στα ενοίκια και την έκπτωσή τους από το φορολογητέο εισόδημα, αλλά είναι καθολική επί του συνόλου αυτού του εισοδήματος.