Λακωνικός και κατηγορηματικός. Ερωτηθείς, κατά την πρόσφατη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ και τη Σία Κοσιώνη, για τον χρόνο των εκλογών και τον εκλογικό νόμο, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα μπορούσε να είναι περισσότερο ξεκάθαρος. Τουλάχιστον, σε πρώτη ανάγνωση.
Σε ερώτηση σχετικά με την εξάντληση της τετραετίας από την παρούσα κυβέρνηση, απάντησε: «Οι εκλογές θα γίνουν την άνοιξη του 2027.» Στην ακριβώς επόμενη ερώτηση, για τον εκλογικό νόμο και το ενδεχόμενο αλλαγής του, ήταν, δε, εξίσου λακωνικός: «Με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο».
Όταν η δημοσιογράφος επιχείρησε να εκμαιεύσει εάν θα υπάρξει αλλαγή στο πλαφόν του 3% για την είσοδο κομμάτων στην Βουλή, η «λακωνικότητα» του πρωθυπουργού έφθασε στα άκρα: «Μα, σας απάντησα ήδη».
Στο σημείο αυτό, ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν. Ο λόγος του πρωθυπουργού από λακωνικός μετατράπηκε σε περιγραφικός και ιδιαιτέρως γλαφυρός. Από εκεί που οι απαντήσεις του επί του θέματος περιορίζονταν στις 4-5 λέξεις, επιστράτευσε εκτενή και μακροσκελή επιχειρήματα κατά του μεγάλου αριθμού των κομμάτων στη Βουλή και, κυριότερα, κατά της τοξικότητας του λόγου που αρθρώνουν σε αυτήν. Επεκτάθηκε δε ο φίλτατος κ. Μητσοτάκης και σε ζητήματα πέραν εκείνων που είχε θίξει η δημοσιογράφος.
«... αν έπρεπε να κάνω ένα σχόλιο για την εικόνα και τον πολυκερματισμό της Βουλής, θα σας έλεγα ότι δυστυχώς -είμαι πια 21 χρόνια βουλευτής- αυτή την εικόνα στο κοινοβούλιο δεν την έχω ξαναδεί», σημείωσε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε: «Όχι μόνο ως προς τον αριθμό των κομμάτων, αυτό κατ’ ανάγκην δεν είναι πρόβλημα, αλλά φαίνεται ότι υπάρχει ένας διαγωνισμός από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, συμπεριλαμβανομένου και του ΠΑΣΟΚ, για το ποιος θα χρησιμοποιήσει πιο τοξική φρασεολογία. Και αυτός ο ανταγωνισμός γίνεται ολοένα και χειρότερος. "Συμμορία", "μαφία", "καμόρα", "χούντα", "καθεστώς": αυτή δεν είναι μια φρασεολογία η οποία ταιριάζει σε μια ώριμη δημοκρατία. Ούτε αυτό μπορεί να είναι επίπεδο ενός κοινοβουλευτικού διαλόγου αντάξιου αυτού που προσδοκούν οι πολίτες».
Συνέχισε δε επί του ιδίου θέματος, καυτηριάζοντας το φαινόμενο της τοξικότητας του λόγου που αρθρώνουν τα κόμματα στη Βουλή, τα οποία βεβαίως έσπευσε να διαχωρίσει στη βάση του εάν έχουν κυβερνήσει ή όχι αυτόν τον τόπο, αναφερόμενος φυσικά στο ΠΑΣΟΚ, το οποίο αν και κατηγόρησε για υιοθέτηση, κατά περίπτωση, αυτού του τοξικού λόγου, σαφώς διαχώρισε από τα μικρότερα κόμματα, των νεοείσακτων συμπεριλαμβανομένων.
Έτσι, όμως, ο φίλτατος κ. Μητσοτάκης, αν και επισήμως διέψευσε κατηγορηματικά το ενδεχόμενο αλλαγής του εκλογικού νόμου, άνοιξε συνάμα διάπλατα το παράθυρο σε σενάρια που μιλούν για την αλλαγή αυτού του νόμου, υπό το φως και των χαμηλών πτήσεων που καταγράφει το κυβερνών κόμμα στις δημοσκοπήσεις, οι οποίες του στερούν την πιθανότητα αυτοδυναμίας στις επόμενες εκλογές.
Όπως επίσης άνοιξε διάπλατα το σενάριο και για την ύπαρξη συνεννοήσεων ως προς την εξασφάλιση της απαιτούμενης ενισχυμένης πλειοψηφίας, ώστε να ισχύσει τυχόν αλλαγή του εκλογικού νόμου ως προς το πλαφόν εισόδου των κομμάτων στη Βουλή, από το 3% πιθανώς σε 5%, από την επόμενη εκλογική αναμέτρηση. Διαφορετικά θα ισχύσει από τη μεθεπόμενη, γεγονός που ωθεί τον τόπο σε διπλές εκλογές, όταν και όποτε στηθούν οι επόμενες κάλπες. Κατά τον κ. Μητσοτάκη, την Άνοιξη του 2027.
Όμως δεν είμαστε ακόμη εκεί. Είμαστε στα σενάρια και περιμένουμε να δούμε την εξέλιξη των… παιγνίων και τον τρόπο με τον οποίο αυτά θα επιδράσουν στην πολιτική ζωή του τόπου αλλά και πώς θα τα εκλάβουν οι πολίτες και ψηφοφόροι. Ιδίως μετά από τόσες… κατηγορηματικές διαψεύσεις.