Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Σε κυκλοφορία από αρχές του 2016 η τοξωτή γέφυρα Τσακώνας

Μεταξύ των μεγαλύτερων τοξωτών γεφυρών παγκοσμίως συγκαταλέγεται η γέφυρα της Τσακώνας με την οποία επιλύεται οριστικά το σοβαρό πρόβλημα με τις κατολισθήσεις στον οδικό άξονα Τρίπολης - Καλαμάτας.

Σε κυκλοφορία από αρχές του 2016 η τοξωτή γέφυρα Τσακώνας

Σε κυκλοφορία αναμένεται να παραδοθεί στις αρχές του επόμενου χρόνου, η γέφυρα Τσακώνας, συνολικού μήκους 390 μέτρων και μεγίστου ελευθέρου ανοίγματος 300 μέτρων. Πρόκειται για τη 2η μεγαλύτερη στην Ελλάδα από πλευράς ανοίγματος (μετά τη γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου) και συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλυτέρων τοξωτών γεφυρών παγκοσμίως.

Με την ολοκλήρωση της γέφυρας, που κατασκευάζεται από την ΤΕΡΝΑ, του ομίλου ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, επιλύεται το πρόβλημα με τις κατολισθήσεις εξαιτίας των οποίων πήγαν στο βρόντο δύο προηγούμενες εργολαβίες άλλων τεχνικών εταιρειών. Αποκορύφωμα ήταν η κατολίσθηση του Φεβρουαρίου 2003 η οποία προκάλεσε την καταστροφή του δρόμου, αφού σημειώθηκε μια πρωτοφανής μετακίνηση εδαφικών μαζών η οποία υπολογίσθηκε στα 6.000.000 κυβικών μέτρων. Η γέφυρα αποδεσμεύει τον αυτοκινητόδρομο από μελλοντικές κινήσεις αυτής της κατολισθαίνουσας περιοχής, οι οποίες κατά τους γεωλόγους δεν μπορούν να αποκλεισθούν, όπως εξήγησαν χθες ο αντιπρόεδρος της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ Μιχάλης Γουρζής και ο διευθυντής του έργου Νίκος Ντονάς.

Λόγω της σημασίας και του μεγέθους του έργου, η γέφυρα εξοπλίζεται με συστήματα παρακολούθησης και καταγραφής των ταλαντώσεων των αναρτήρων, των εντατικών και θερμοκρασιακών παραμορφώσεων των τόξων και των αναρτήρων, καθώς και των εδαφικών μετακινήσεων, ενώ διαθέτει σύστημα καταγραφής σεισμικών επιταχύνσεων και πλήρη σταθμό μέτρησης της ταχύτητας και της διεύθυνσης του ανέμου. Επιπλέον όλη η γέφυρα προστατεύεται αντικεραυνικά με δικό της σύστημα προστασίας, ηλεκτροφωτίζεται για τις συνήθεις λειτουργικές ανάγκες, διαθέτει φωτισμό ασφαλείας στο εσωτερικό των τόξων για τις ανάγκες της επισκεψιμότητας, ενώ υπάρχει και πρόβλεψη για εορταστικό φωτισμό.

Η μελέτη του έργου έγινε από Ελληνικά γραφεία μελετών, ενώ η κατασκευή του από την ΤΕΡΝΑ. "Για την παραγωγή του έργου απασχολήθηκαν συνολικά πάνω από 600 άνθρωποι (μελετητές, σύμβουλοι, επιβλέποντες μηχανικοί, ελεγκτές και επιθεωρητές τρίτων φορέων, μηχανικοί κατασκευής, υπεργολάβοι, εργοδηγοί, χειριστές, τεχνίτες, εργάτες), οι οποίοι στη μεγάλη τους πλειοψηφία ήταν Έλληνες πολίτες".

Το έργο (το τμήμα Παραδείσια - Τσακώνα) είχε ανατεθεί το 2006 με αρχικό προϋπολογισμό 110 εκατ. ευρώ στην κοινοπραξία της ΤΕΡΝΑ με την αυστριακή Alpine Bau η οποία χρεοκόπησε προ τριετίας. Στην πορεία, όμως, χρειάστηκε η αναθεώρηση σχεδόν ολόκληρων των μελετών ώστε να εφαρμοστεί τεχνική λύση που θα είχε μόνιμο χαρακτήρα και δεν θα καταστρέφονταν ο δρόμος με την επόμενη κατολίσθηση. Μάλιστα, στον όμιλο ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ υποστηρίζουν πως η διατήρηση του εργοταξίου για σχεδόν 9,5 χρόνια είχε σημαντικό κόστος το οποίο τελικά κλήθηκε να πληρώσει η τεχνική εταιρεία. Αποφάσισε, όμως, να χρηματοδοτήσει στην ουσία την ολοκλήρωση ενός έργου με μια λύση που θεωρείται σημείο αναφοράς για τον τεχνικό κλάδο στην Ελλάδα και όχι μόνο.

Τα τεχνικά στοιχεία

Η μέθοδος και τα τεχνικά στοιχεία της γέφυρας έχουν, πάντως, προκαλέσει το ενδιαφέρον αρκετών πολυτεχνείων ανά τον κόσμο τα οποία έχουν επισκεφτεί τα τελευταία χρόνια το εργοτάξιο στην Τσακώνα που βαίνει προς το τέλος του.

Η γέφυρα είναι ένας χαλύβδινος τοξωτός φορέας με αναρτημένο το κατάστρωμά του, συνδυαζόμενο με ένα φορέα από προεντεταμένο σκυρόδεμα προς την πλευρά της Τρίπολης.

Το κατάστρωμα της γέφυρας έχει πλάτος 20,40m στο προεντεταμένο τμήμα της και 22,80m στο τοξωτό. Το κατάστρωμα περιλαμβάνει 4 λωρίδες κυκλοφορίας (2 ανά κατεύθυνση) πλάτους 3,50m, μια κεντρική νησίδα πλάτους 2,00m με αμφίπλευρο στηθαίο ασφαλείας, τύπου New Jersey, δύο πλευρικά ερείσματα 2Χ0,50m και δύο πεζοδρόμια πλάτους 2Χ1,70m.

Ο τοξωτός φορέας, ο οποίος αποτελεί σημαντική πρωτοτυπία για την Ελλάδα, μορφώνεται με δύο παραβολικά τόξα συνδεόμενα μεταξύ τους με αντιανέμιο σύνδεσμο. Τα τόξα είναι κιβωτιοειδούς διατομής σταθερού ύψους 2,80m και πλάτους 1,60m, προσβάσιμα εσωτερικά καθ’ όλο το μήκος τους. Η διατομή τους συντίθεται από χαλυβδόφυλλα πάχους 70 έως 120mm (πέλματα) και 20 έως 40mm (κορμοί) υψηλής ποιότητας S355 με ειδικές μεταλλουργικές προδιαγραφές.

Οι αντιανέμιοι σύνδεσμοι των τόξων είναι χαλυβδοσωλήνες διαμέτρου Φ610 ή Φ813, πάχους 10 ή 12,5mm. Οι αναρτήρες, 20 ανά τόξο και διαμέτρου 100, 90 και 80mm, διατάσσονται ανά 12,00m. Μορφώνονται με γαλβανισμένα πλεκτά συρματόσχοινα κλειστού τύπου (full locked coils) ειδικής διατομής Ζ ώστε να είναι υδατοστεγανά, με την αντοχή τους να ανέρχεται σε 1.000, 810 και 640 τόνους.

Το κατάστρωμα του τοξωτού φορέα μορφώνεται σύμμικτο, με 2 κύριες διαμήκεις χαλυβδοδοκούς, εγκάρσιες διαδοκίδες ανά 3,00m και πλάκα κυκλοφορίας από οπλισμένο σκυρόδεμα. Είναι πλήρως αναρτημένο (αιωρούμενο) από τα τόξα, ενώ η αρχή και το τέλος του εδράζονται στην υποδομή με ελαστομεταλλικά εφέδρανα και υδραυλικούς αποσβεστήρες.
Ο φορέας της γέφυρας προς την πλευρά της Τρίπολης, ανοίγματος 90m, μορφώνεται με δύο προεντεταμένες κιβωτιοειδείς δοκούς και αμφιπροέχουσα πλάκα κυκλοφορίας συμβατικού τύπου, με 3 μόνο διαδοκίδες σε νευραλγικά σημεία του.

Η θεμελίωση του κεντρικού μεσοβάθρου της γέφυρας, που φέρει το μεγαλύτερο μέρος των φορτίων της, είναι εντυπωσιακή καθώς πραγματοποιείται με 4 φρέατα διαμέτρου 6,00m και βάθους 15,00m και έναν γιγαντιαίο κεφαλόδεσμο διαστάσεων 31,00Χ23,00m και πάχους 5,00m, πάνω σε ένα ημιβραχώδες νεύρο της περιοχής, το οποίο με βεβαιότητα βρίσκεται έξω από την επιφάνεια ολίσθησης της κατολίσθησης.

Η κατασκευή των τόξων της γέφυρας υπήρξε ένα πολύ δύσκολο τεχνολογικό επίτευγμα, λόγω του μεγάλου πάχους και βάρους των χαλυβδοφύλλων. Τα τόξα αποφασίσθηκε να κατασκευασθούν – για διευκόλυνση της μεταφοράς – στο εργοστάσιο σε δωδεκάμετρους σπονδύλους, ενώ αναπτύχθηκαν ειδικές μεθοδολογίες συγκολλήσεων και ελέγχου των συγκολλήσεων, προσαρμοσμένες στη συγκεκριμένη κατασκευή και στα δεδομένα πάχη των χαλυβδοφύλλων.

"Ο ποιοτικός έλεγχος της κατασκευής ήταν συνεχής τόσο από την πλευρά του κατασκευαστή όσο και από πιστοποιημένους τρίτους φορείς. Παρά τις δυσκολίες το τελικό αποτέλεσμα υπήρξε εξαιρετικό, δικαιώνοντας αυτούς που εμπιστεύθηκαν τα ελληνικά χέρια".

Μετά την κατασκευή τους στο εργοστάσιο, οι δωδεκάμετροι σπόνδυλοι μεταφέρθηκαν στο εργοτάξιο, όπου τοποθετήθηκαν σε ειδικά διαμορφωμένα δάπεδα εργασίας και στηρίγματα και συγκολλήθηκαν ανά τρεις σχηματίζοντας 36-μετρα στοιχεία.
Η ανύψωση και εγκατάσταση των τόξων στην τελική τους θέση ήταν μια πολύ δύσκολη και ιδιαίτερα εντυπωσιακή διαδικασία. Τα 36-μετρα στοιχεία ανυψώθηκαν με γρύλους και συρματόσχοινα (με τη μέθοδο heavy lifting) και εδράσθηκαν προσωρινά πάνω σε 7 ζεύγη χαλύβδινων πύργων ύψους μέχρι και 60m. Αφού εδράσθηκαν και προσαρμόσθηκαν στην ακριβή τους θέση, μετακινούμενα με γρύλους, συγκολλήθηκαν μεταξύ τους ώστε να διαμορφώσουν το ενιαίο τόξο. Για τις κρίσιμες αυτές θέσεις αναπτύχθηκαν ειδικές διαδικασίες συγκολλήσεων και ελέγχων, διότι αυτές οι συγκολλήσεις σε μεγάλο ύψος και σε ελεύθερο περιβάλλον είναι ιδιαίτερα δυσχερείς.

Ιδιαίτερα πρέπει να επισημανθεί η μεγάλη δυσκολία και ο υψηλός βαθμός επικινδυνότητας κατασκευής όλων των προσωρινών βοηθητικών κατασκευών με δεδομένο ότι όλες οι εργασίες αυτές έγιναν πάνω σε κατολισθαίνον έδαφος.

Μετά την ολοκλήρωση των συγκολλήσεων των τόξων πάνω στους προσωρινούς πύργους ακολούθησε η «αφαψίδωση» των τόξων μέσω γρύλων, δηλαδή η απελευθέρωσή τους από τους πύργους, μια ιδιαίτερα λεπτή – σχεδόν «χειρουργική» - διαδικασία. Στη συνέχεια απομακρύνθηκαν οι προσωρινοί πύργοι, έγινε εγκατάσταση των αναρτήρων και του μεταλλικού καταστρώματος με γερανούς και τέλος η σκυροδέτηση της σύμμικτης πλάκας καταστρώματος. Ακολούθως εκτελέστηκαν οι τελευταίες συμπληρωματικές εργασίες, όπως η στεγάνωση του καταστρώματος και η κατασκευή των ασφαλτικών ταπήτων.

Ο συνολικός προϋπολογισμός κατασκευής της γέφυρας ανέρχεται σε 22.850.000 € συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ.

Με το έργο αυτό ολοκληρώνεται πλήρως ο νέος αυτοκινητόδρομος Κορίνθου – Τριπόλεως – Καλαμάτας, ο οποίος θα συμβάλει καταλυτικά στην ανάπτυξη της ευρύτερης περιοχής της Πελοποννήσου, αλλά και της Ελλάδας γενικότερα.

Ειδικά η συγκεκριμένη γέφυρα, η οποία έχει και υψηλή αισθητική, θα αποτελέσει ένα τοπόσημο σηματοδοτώντας το όριο των νομών Αρκαδίας και Μεσσηνίας, και καταδεικνύει την ικανότητα των Ελληνικών μελετητικών και κατασκευαστικών εταιρειών να πραγματοποιούν μεγάλα έργα, υπό τις γνωστές μάλιστα δυσμενείς οικονομικές συγκυρίες.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v