Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Foreign Policy: Η Ελλάδα δεν πρέπει να υποκύψει στο bullying της Γερμανίας

Το σχέδιο τεσσάρων σημείων της ελληνικής κυβέρνησης για να βγει η χώρα από την κρίση δεν είναι μόνο ηθικά σωστό, αλλά και οικονομικά σωστό, υποστηρίζει με άρθρο του στο Foreign Policy ο Philippe Legrain (*). Η Αθήνα έχει πολύ μεγαλύτερο «πάτημα» για να προωθήσει τις θέσεις της απ' όσο θα πίστευε κανείς.

Foreign Policy: Η Ελλάδα δεν πρέπει να υποκύψει στο bullying της Γερμανίας

Από την δεκαετία του 1950, όταν έγινε η αρχική συμφωνία μεταξύ της μεταναζιστικής Δυτικής Γερμανίας και των θυμάτων πολέμου της, η ευρωπαϊκή ενοποίηση έχει «χτιστεί» πάνω σε συμβιβασμούς. Έτσι υπάρχει τεράστια πίεση στη νέα κυβέρνηση της Ελλάδας να είναι «καλοί Ευρωπαίοι» και να συμβιβαστούν σε ότι αφορά τις απαιτήσεις τους για δικαιοσύνη στο χρέος τους έναντι των ευρωπαίων εταίρων – των πιστωτών. Όμως, ορισμένες φορές ο συμβιβασμός είναι ο λάθος δρόμος. Κάποιες φορές πρέπει να ορθώνεις το ανάστημά σου.

Ας το παραδεχτούμε: καμία προηγμένη οικονομία δεν είχε τόσο καταστροφική κακοδιαχείριση όσο η ευρωζώνη τα τελευταία χρόνια. Επτά χρόνια από τότε που ξέσπασε η κρίση, η οικονομία της ευρωζώνης τα πάει πολύ χειρότερα από αυτήν των ΗΠΑ, χειρότερα από την Ιαπωνική οικονομία κατά την διάρκεια της «χαμένης δεκαετίας» του 1990 και χειρότερα ακόμα και από την Ευρώπη της δεκαετίας του 1930: το ΑΕΠ εξακολουθεί να είναι 2% χαμηλότερο απ' ότι ήταν πριν από 7 χρόνια και η ανεργία παραμένει σε διψήφιο επίπεδο. Η πολιτική στάση που καθόρισε η κυβέρνηση της Άνγκελα Μέρκελ στο Βερολίνο, η οποία εφαρμόζεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις Βρυξέλλες και κάποιες φορές μετριάζεται –αλλά πιο συχνά επιβάλλεται- από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην Φρανκφούρτη, παραμένει καταστροφική. Η συνέχιση των τωρινών πολιτικών –λιτότητα και περικοπές μισθών, επιείκεια για τις τράπεζες, καμία αναδιάρθρωση χρέους ή προσαρμογή της εμποροκρατίας της Γερμανίας- οδηγεί την Ευρώπη στον γκρεμό. Η υλοποίηση της ποσοτικής χαλάρωσης είναι απίθανο να το αλλάξει αυτό. Έτσι, το να αρκεστεί κανείς σε έναν «συμβιβασμό» που απλώς «αλλάζει» κατά ένα χιλιοστό τη γραμμή της Μέρκελ, θα ήταν λάθος: η γραμμή αυτή θα πρέπει να αμφισβητηθεί και να διαλυθεί.

Αν και η Ελλάδα από μόνη της ίσως να μην μπορέσει να αλλάξει ολόκληρη τη νομισματική ένωση, ωστόσο θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την αυξανόμενη πολιτική βίαιη αντίδραση κατά των πολιτικών στασιμότητας της ευρωζώνης. Για πρώτη φορά μετά από χρόνια, υπάρχει ελπίδα πως ο «ζυγός» του Μερκελισμού μπορεί να «λυθεί», και όχι μόνο φόβος για τις συνέπειες και εθνικιστική απέχθεια.

Πιο άμεσα, η Ελλάδα μπορεί να σώσει τον εαυτό της. Εάν αφεθεί στα «νύχια» των ευρωπαίων πιστωτών της, η χώρα δεν θα έχει προορισμό τα «ηλιόλουστα πεδία» της ανάκαμψης, αλλά τη συνέχιση της μιζέριας των δεσμών του χρέους. Έτσι, το σχέδιο των τεσσάρων σημείων που ανέπτυξε ο εντυπωσιακός νέος υπουργός Οικονομιών της χώρας, Γιάνης Βαρουφάκης, είναι εξαιρετικά λογικό. Περιλαμβάνει μικρότερο πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 1,5% ετησίως, αντί του 3% φέτος και 4,5% από εκεί και μετά. Μέρος των διαθέσιμων κεφαλαίων θα χρησιμοποιούνταν για να αντιμετωπιστεί η ανθρωπιστική κρίση της Ελλάδας. Το χρέος που ξεπερνά το 175% του ΑΕΠ θα ελαφρύνονταν, ανταλλάσσοντας τα δάνεια των κυβερνήσεων της ευρωζώνης με υποχρεώσεις που φέρουν μικρότερο βάρος, και πληρωμές που θα συνδέονται με την ανάπτυξη του ελληνικού ΑΕΠ. Τέλος, ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει πραγματική μεταρρύθμιση της οικονομίας, με τη βοήθεια του ΟΟΣΑ, κυρίως με την αντιμετώπιση του διεφθαρμένου, πελατειακού πολιτικού συστήματος, την πάταξη της φοροδιαφυγής και μετριάζοντας την δύναμη που έχουν οι ολιγάρχες στην ελληνική οικονομία.

Αν το σχέδιο του Βαρουφάκη είχε παρουσιαστεί από κάποιον επενδυτικό τραπεζίτη, θα είχε εκληφθεί ως απόλυτα λογικό. Ωστόσο, στο παράλληλο σύμπαν του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, τέτοια αιτήματα θεωρούνται «ανεύθυνα»: πρέπει να ρουφήξουν το αίμα της Ελλάδας για να εξυπηρετήσει τους ξένους πιστωτές της στο όνομα της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης.

Αν και η ελληνική κυβέρνηση σίγουρα έχει δίκιο, ωστόσο εξακολουθεί να υπάρχει φόβος πως θα υπερισχύσει η δύναμη της γερμανικής κυβέρνησης. Η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να ξεμείνει από ρευστό –ίσως ακόμα και τον επόμενο μήνα. Ερχόμενη αντιμέτωπη με ένα bank run, η ΕΚΤ θα μπορούσε να αρνηθεί στην Τράπεζα της Ελλάδος το δικαίωμα να παράσχει στις ελληνικές τράπεζες τη έκτακτη ρευστότητα που χρειάζονται για να επιβιώσουν. Στο σημείο αυτό, ο συμβιβασμός –η παράδοση- θα μπορούσε να επιβληθεί από μόνος του.

Ή όχι. Η πεποίθηση πως η Ελλάδα έχει ελάχιστο «πάτημα» στις διαπραγματεύσεις της με τις αρχές της ευρωζώνης, είναι εσφαλμένη. Αν δεν υπάρξει συμφωνία και η Ελλάδα εξαναγκαστεί παρανόμως από το Βερολίνο και την Φρανκφούρτη να βγει από την ευρωζώνη, αναμφίβολα θα κήρυττε χρεοστάσιο στα χρέη της τόσο προς τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης όσο και της ΕΚΤ, καθώς και προς το Target 2. Σύντομα θα ξεκινούσε η σπέκουλα για το ποια μπορεί να είναι η επόμενη χώρα που θα βγει από την ευρωζώνη –η Πορτογαλία ίσως;- και η νομισματική ένωση ξαφνικά θα μοιάζει εξαιρετικά αναστρέψιμη.

Θέλουν πράγματι το Βερολίνο και η Φρανκφούρτη να σπρώξουν την Αθήνα στο χείλος του γκρεμού; Αμφιβάλλω. Ειδικά αφού, απαλλαγμένη από το εξωτερικό της χρέος και μια υπερτιμημένη συναλλαγματική ισοτιμία, η Ελλάδα αναμφίβολα θα επέστρεφε και πάλι στην ανάπτυξη όταν καταλάγιαζε το χάος που θα προκαλούνταν αμέσως. Άλλωστε, ακόμα και η τόσο κακοδιαχειρισμένη οικονομία της Αργεντινής άρχισε και πάλι να αναπτύσσεται μόλις έναν χρόνο μετά την χρεοκοπία της κυβέρνησης το 2002.

Βεβαίως, οι αρχές της ευρωζώνης μπορεί να υπολογίζουν λάθος, ή να αφήσουν τα συναισθήματά τους να υπερισχύσουν της οικονομικής λογικής. Και αφού η Αθήνα δεν θέλει να φύγει από το ευρώ, έχει επίσης την επιλογή της υποχώρησης. Η ελληνική κυβέρνηση θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις εγχώριες υποχρεώσεις της, όπως οι πληρωμές των συντάξεων, εκδίδοντας εμπορεύσιμα IOUs που θα μπορούσαν επίσης να χρησιμοποιηθούν ώστε να γίνονται οι πληρωμές φόρων –στην ουσία, δημιουργώντας ένα παράλληλο νόμισμα. Αυτό το εικονικό νόμισμα θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθεί για άλλους σκοπούς, όπως για παράδειγμα την ανακεφαλαιοποίηση των προβληματικών τραπεζών. αυτό θα έδινε τη δυνατότητα στην ελληνική κυβέρνηση να κηρύξει σχετικά ανώδυνα χρεοστάσιο, παραμένοντας στην ευρωζώνη.

Το κατεστημένο της ευρωζώνης και μεγάλο μέρος των μέσων ενημέρωσης νομίζουν πως η Ελλάδα κάνει ανοησίες με το να ορθώνει το ανάστημά της στη Γερμανία. Όμως αυτό που θα ήταν πραγματικά ανόητο, θα ήταν να ενδώσει. Αυτό θα άφηνε στο αντιμερκελικό στρατόπεδο μόνο τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής, ίσως ένας κακός πολιτικός οιωνός. Όσο η ελληνική κυβέρνηση είναι πρόθυμη να εμμείνει τη στάση της –όπως την καλούν να κάνει η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων καθώς και πολλοί ευρωπαίοι- μπορεί να εξασφαλίσει μια πιο δίκαιη συμφωνία για τον ελληνικό λαό και, με λίγη τύχη, και για την ευρωζώνη.

(*) Ο Philippe Legrain ήταν οικονομικός σύμβουλος του Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το 2011 έως το 2014. Είναι visiting senior fellow στο London School of Economics και συγγραφέας του βιβλίου «European Spring: Why Our Economies and Politics Are in a Mess – and How to Put Them Right».

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v