Πρώτον και προφανέστερον, η Ουκρανία πολεμάει για το δικαίωμα ενός λαού να επιλέξει μόνος του τη μοίρα του. Η Ρωσία είναι μια απολυταρχία, όπως ήταν πάντα, η οποία κυβερνάται από έναν πρόεδρο, η βούληση του οποίου είναι νόμος. Οι Ουκρανοί πολεμούν με μεγάλη επιδεξιότητα και θάρρος για την ελευθερία από μια τέτοια τυραννία και για να επιλέξουν μόνοι τους την κατεύθυνσή τους.
Δεύτερον, όπως το έθεσαν σε άρθρο τους στο Foreign Affairs το 2022 οι Fiona Hill και Angela Stent, ο Βλαντίμιρ Πούτιν «διέταξε την ‘ειδική στρατιωτική επιχείρησή’ του επειδή πιστεύει πως είναι το θείο δικαίωμα της Ρωσίας να κυβερνά την Ουκρανία, να εξαλείψει την εθνική ταυτότητα της χώρας και να ενσωματώσει τον λαό της σε μια Μεγαλύτερη Ρωσία». Οι Ευρωπαίοι πρέπει να θυμούνται πως η ήπειρός τους διασταυρώνεται με ομοίως αμφισβητούμενα σύνορα. Άπαξ και ανοίξει το κουτί της Πανδώρας, ποιος θα το κλείσει, ιδιαίτερα όταν η πολιτική πέμπτη φάλαγγα του Πούτιν έρχεται όλο και πιο κοντά στην εξουσία στην ευρωπαϊκή ήπειρο;
Τρίτον, η Ουκρανία πολεμά μια δύναμη που σκοπό έχει να κυριαρχήσει στην Ευρώπη. Μια νικηφόρα Ρωσία θα είναι η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη, απειλώντας άμεσα γειτονικά μέλη του ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Με τις ΗΠΑ να αδιαφορούν όλο και περισσότερο για την τύχη της ευρωπαϊκής ηπείρου, αυτό θα άφηνε την Ευρώπη και φοβισμένη και αδύναμη.
Τέλος, αν οι Ευρωπαίοι δεν καταφέρουν να ενεργήσουν αποτελεσματικά, οι ΗΠΑ κάνουν στην άκρη και ο άξονας Ρωσίας-Κίνας-Βόρειας Κορέας κερδίσει, τι θα συμβεί στην ισορροπία δυνάμεων και ιδεών στον κόσμο; Ποιος θα πιστέψει -ή θα εμπιστευθεί- αυτούς που ισχυρίζονται ότι υπερασπίζονται την ελευθερία και δημοκρατία, όταν είναι έτοιμοι να αδιαφορήσουν καθώς αυτά τα ιδανικά εξοβελίζονται βάναυσα στα ίδια τα σύνορά τους;
Εντούτοις, δεν έχουν όλα χαθεί, κάθε άλλο. Το κρίσιμο είναι πως ο πόλεμος συνεχίζεται εδώ και σχεδόν τριάμισι χρόνια. Ωστόσο, σύμφωνα με έκθεση του Ιουνίου από το Κέντρο Διεθνών και Στρατηγικών Μελετών, η Ρωσία έχει κερδίσει λιγότερο από το 1% του ουκρανικού εδάφους από το 2024. Προσθέτει πως «η Ρωσία έχει υποστεί σχεδόν πενταπλάσιες απώλειες στην Ουκρανία απ’ ό,τι συνδυαστικά σε όλους τους ρωσικούς και σοβιετικούς πολέμους» μεταξύ του τέλους του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και της έναρξης της πλήρους κλίμακας εισβολής τον Φεβρουάριο του 2022. Ο Πούτιν νόμισε πως θα έκανε περίπατο. Πόσο λάθος έκανε αυτός ο τύραννος!
Την ίδια ώρα, οι συζητήσεις με outsiders στην Ουκρανία που έχουν πληροφόρηση καθιστούν προφανές πως, όπως το έθεσε ο ένας εξ αυτών, «η κατάσταση είναι επισφαλής». Ο κόσμος είναι εξουθενωμένος, ωστόσο συνεχίζει να πολεμά. Επιπλέον, πολεμά για όλους εμάς στη Δύση. Δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη των κατευναστών πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρέπει τουλάχιστον να δώσουμε στην Ουκρανία τους πόρους που χρειάζεται.
Αυτό δεν μπορεί να είναι απίθανο. Η Ρωσία δεν έχει καταφέρει να κερδίσει μέχρι στιγμής, παρότι έχει έναν πληθυσμό σχεδόν τετραπλάσιο αυτού της Ουκρανίας και ένα ΑΕΠ (σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης) υπερδεκαπλάσιο. Υπάρχουν επίσης κάποιοι λόγοι να πιστεύουμε πως η ρωσική οικονομία είναι πιο πιεσμένη από αυτό που παραδέχονται οι αρχές. Το σουηδικό υπουργείο Οικονομικών μού λέει πως νομίζουν ότι τα στοιχεία της ρωσικής κυβέρνησης για τον πληθωρισμό είναι πολύ υψηλότερα από αυτά που δημοσιοποιούν. Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί το επιτόκιο πολιτικής της κεντρικής τράπεζας είναι 20% ενώ ο πληθωρισμός είναι επισήμως σχεδόν 10%.
Πάνω απ’ όλα, ο πληθυσμός και το ΑΕΠ (σε ισοτιμία αγοραστικής δύναμης) της ΕΕ, συν το Ηνωμένο Βασίλειο, είναι 3,5 φορές και 4,8 φορές μεγαλύτερα της Ρωσίας αντίστοιχα. Σε μια τόσο καλά αντιστοιχισμένη στρατιωτική αναμέτρηση, οι πόροι θα μπορούσαν να είναι αποφασιστικής σημασίας. Έχουν, όμως, δώσει αρκετούς; Το Ukraine Support Tracker από το Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία υποδηλώνει πως όχι.
Μέχρι φέτος, οι Ευρωπαίοι (ΕΕ συν ΗΒ) έδωσαν παρόμοια ποσά με αυτά των ΗΠΑ. Εκτοτε, οι ΗΠΑ έχουν σταματήσει να παρέχουν κεφάλαια, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να πληρώσουν οι Ευρωπαίοι. Βραχυπρόθεσμα, λίγες μόνο χώρες κάλυψαν αυτό το κενό. Αλλά αυτό πρέπει να τακτοποιηθεί. Μέχρι τώρα, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δαπανούν μόλις το 0,1% του ετήσιου ΑΕΠ σε διμερή βοήθεια προς την Ουκρανία. Το λιγότερο, θα πρέπει να το διπλασιάσουν αυτό αμέσως. Αυτό και πάλι θα ήταν λιγότερο από το ήμισυ αυτού που κάνουν η Δανία και οι χώρες της Βαλτικής και περίπου το ίδιο με την Πολωνία και την Ολλανδία.
Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, οι μεγαλύτερες χώρες πρέπει να δώσουν σημαντικά περισσότερα, κυρίως η Γαλλία, η Ιταλία και η Ισπανία. Ωστόσο, το κρίσιμο είναι πως αυτό δεν θα πρέπει να είναι δύσκολο. Μέχρι στιγμής, η Γερμανία έχει κινητοποιήσει μόλις το 0,13% του ΑΕΠ –ένα ασήμαντο ποσό, δεδομένου του τι διακυβεύεται. Η Γαλλία δίνει λιγότερο από το μισό αυτού. Και οι δυο θα μπορούσαν και θα έπρεπε να προσφέρουν πολύ περισσότερο. Το ίδιο και άλλοι.
Ο αμερικανικός στρατιωτικός, ιδιαίτερα επιθετικός εξοπλισμός είναι επίσης ζωτικής σημασίας. Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να παράγουν περισσότερα οι ίδιοι, να χρηματοδοτήσουν την παραγωγή της Ουκρανίας και να αγοράσουν απευθείας από τις ΗΠΑ. Η πρόσφατη ρήξη του Ντόναλντ Τραμπ με τον Πούτιν μπορεί να βοηθήσει εδώ.
Το μόνο κέρδος από τις φρικαλεότητες του 2025 είναι η αποσαφήνιση που έφεραν. Ξέρουμε τώρα -ίσως ακόμα και ο Τραμπ να το ξέρει- πως ο Πούτιν ενδιαφέρεται μόνο να κερδίσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων αυτό που δεν κατάφερε να κερδίσει στο πεδίο της μάχης. Οι Ευρωπαίοι επίσης γνωρίζουν πως οι ΗΠΑ του Τραμπ είναι αναξιόπιστος σύμμαχος, αλλά μπορεί να καλοπιάσουν τη χώρα, ή να την εξαγοράσουν, ώστε να παράσχει αυτό που χρειάζεται. Πρέπει επίσης να γνωρίζουν πως το μέλλον τους εξαρτάται όλο και περισσότερο από τους ίδιους, αν και, στην περίπτωση της Ουκρανίας, με τη βοήθεια επίσης διεθνών οργανισμών, ιδίως του ΔΝΤ, πρέπει να γνωρίζουν, τουλάχιστον, πως το ζήτημα δεν είναι οι πόροι αλλά η βούληση και ο χρόνος. Πρέπει να κινητοποιήσουν ό,τι χρειάζεται για να αποδείξουν στους Ρώσους πως δεν θα τους επιτραπεί να κερδίσουν και στους Ουκρανούς πως είναι αξιόπιστοι σύμμαχοι.
Όπως τη δεκαετία του 1930, οι αποφάσεις που θα ληφθούν τώρα θα μπορούσαν να διαμορφώσουν το μέλλον της ηπείρου, ακόμα και του κόσμου, για πολλές γενιές. Δεν είμαι αισιόδοξος. Αλλά είμαι σίγουρος για ένα πράγμα: αν η δημοκρατική Ευρώπη δεν μπορεί να ενεργήσει συντονισμένα τώρα, είναι καταδικασμένη.