Η τηλεοπτική κόντρα μεταξύ του Ζελένσκι και του Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο ήταν ένα χαμηλό σημείο για τις ΗΠΑ και τη δυτική συμμαχία. Ήταν επίσης μια στιγμή μεγάλου κινδύνου για τον ουκρανικό αγώνα.
Επίκειται μια ακόμα επικίνδυνη στιγμή. Ο Τραμπ είναι ξεκάθαρο πως γοητεύτηκε από τον Βλαντίμιρ Πούτιν στη σύνοδο ΗΠΑ-Ρωσίας στο Άνκορατζ. Μπορεί τώρα να προσπαθήσει να προωθήσει ένα ρωσικής έμπνευσης ειρηνευτικό σχέδιο που θα ήταν παντελώς απαράδεκτο για την Ουκρανία.
Αντί να «παγώσει» τις τρέχουσες γραμμές του μετώπου, ο Ρώσος πρόεδρος φέρεται να απαιτεί η Ουκρανία να αποσυρθεί εντελώς από τις περιοχές του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ –συμπεριλαμβανομένων στρατηγικών πόλεων που παραμένουν υπό ουκρανικό έλεγχο. Οι ρωσικές απαιτήσεις φαίνεται να περιλαμβάνουν επίσης αυστηρούς περιορισμούς στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και την κυριαρχία της χώρας.
Η πρόκληση για τον Ζελένσκι είναι να βγάλει τον Τραμπ από το μονοπάτι που του έχει στρώσει ο Πούτιν –χωρίς να προκαλέσει έναν ακόμα δημόσιο καυγά που θα μπορούσε να έχει επικίνδυνες συνέπειες για τη χώρα του. Διότι γεγονός παραμένει πως η ικανότητα της Ουκρανίας να πολεμήσει εξακολουθεί να εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από την προθυμία της Αμερικής να παράσχει πληροφόρηση και στρατιωτική υποστήριξη.
Το να «ξεγίνει» μέρος της ζημιάς που έγινε στο Άνκορατζ δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Αλλά ο Ζελένσκι θα έχει μάθει από την τελευταία του κακή εμπειρία. Και δεν θα πάει μόνος στον λάκκο των λεόντων.
Το τρέχον σχέδιο είναι ο Ουκρανός ηγέτης να συνοδεύεται από βασικούς Ευρωπαίους ηγέτες –συμπεριλαμβανομένου του σερ Κιρ Στάρμερ της Βρετανίας, του Εμμανουέλ Μακρόν της Γαλλίας, του Φρίντριχ Μερτς της Γερμανίας και της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν της Ευρωπαϊκής Επιτροπής· καθώς και τριών εκ των κορυφαίων Ευρωπαίων «ψιθυριστών του Τραμπ» -της Τζόρτζια Μελόνι της Ιταλίας, του Αλεξάντερ Στουμπ της Φινλανδίας και του Μαρκ Ρούτε του ΝΑΤΟ. Οι Ευρωπαίοι θα κάνουν ό,τι μπορούν για να κατευθύνουν τη συνάντηση προς πιο ασφαλές έδαφος.
Θα είναι μια εξαιρετικά λεπτή επιχείρηση. Το έργο θα είναι να πειστεί με κάποιον τρόπο ο πρόεδρος των ΗΠΑ πως ο Πούτιν τον έχει παραπλανήσει –χωρίς σε οποιοδήποτε σημείο να υπονοηθεί πως ο Τραμπ είναι οτιδήποτε άλλο από μια «πολύ σταθερή ιδιοφυία» (με τα λόγια του ίδιου του προέδρου).
Ευτυχώς για τους Ευρωπαίους, ο Τραμπ έχει μια ισχυρή τάση να αντανακλά τις απόψεις του τελευταίου ατόμου με το οποίο έχει συνομιλήσει. Στην Αλάσκα ήταν ο Πούτιν. Αλλά τώρα είναι η σειρά του Ζελένσκι και των φίλων του.
Οι λίγες στιγμές κατά τις οποίες ο Τραμπ μίλησε σκληρά για τη Ρωσία συνήθως ήρθαν μετά από μια συνάντηση με κάποιον Ευρωπαίο ηγέτη. Μετά τη συνάντηση με τον Στάρμερ στη Σκοτία τον Ιούλιο, ο Τραμπ περιόρισε την προθεσμία που είχε δώσει στον Πούτιν να συμφωνήσει σε μια εκεχειρία και απείλησε με τιμωρητικές κυρώσεις σε χώρες που εμπορεύονται με τη Ρωσία.
Ο Ρούτε είναι γνωστός για το ότι πάντα αντιμετωπίζει τον πρόεδρο των ΗΠΑ σε πνεύμα αβρότητας – και κάποιες φορές έχει δεχθεί σκληρή κριτική γι’ αυτό. Αλλά το πλατύ χαμόγελο του Ρούτε θα κρύψει μια βαθιά διαφορά απόψεων με κάποιους από τους στενότερους συμβούλους του Τραμπ.
Ο Στηβ Γουίτκοφ, ο de facto απεσταλμένος του Τραμπ στο Κρεμλίνο, είπε τον Μάρτιο ότι ήταν «εξωφρενικό» να πιστεύει κανείς πως η Ρωσία ετοιμάζεται να εισβάλλει στην Ευρώπη ή σε χώρες του ΝΑΤΟ. Ο Ρούτε, αντιθέτως, έχει προειδοποιήσει πως «η Ρωσία θα μπορούσε να είναι έτοιμη να χρησιμοποιήσει στρατιωτική δύναμη κατά του ΝΑΤΟ εντός πέντε ετών».
Δηλώσεις σαν και αυτές υπογραμμίζουν πως οι Ευρωπαίοι συνοδεύουν τον Ζελένσκι για λόγους που υπερβαίνουν την αλληλεγγύη. Πιστεύουν πως η ασφάλεια ολόκληρης της ηπείρου διακυβεύεται στην Ουκρανία.
Το άμεσο ζήτημα, ωστόσο, είναι πώς μπορεί να τελειώσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Οι πρόσφατες δηλώσεις του Τραμπ για την ανάγκη «ανταλλαγής εδαφών» «χτύπησαν καμπανάκια» στην Ευρώπη. Έχει όμως επίσης κάνει αόριστες αναφορές σε αμερικανικές εγγυήσεις ασφάλειας για την Ουκρανία, τις οποίες έχουν εκμεταλλευτεί Κίεβο και Βρυξέλλες.
Αν προχωρήσουν ουσιαστικές διαπραγματεύσεις –είτε στον Λευκό Οίκο ή τις επόμενες ημέρες- πιθανόν θα αφορούν το δυνητικό αντάλλαγμα μεταξύ εδαφών και εγγυήσεων ασφαλείας.
Όπως έχουν τώρα τα πράγματα, είναι μάλλον απίθανο ο Ζελένσκι να δεχθεί την απώλεια οποιασδήποτε περιοχές. Αυτό θα έθετε σε κίνδυνο και τη μελλοντική ασφάλεια της Ουκρανίας αλλά και την πολιτική επιβίωση του Ζελένσκι. Αλλά αν προσφερθούν στην Ουκρανία ισχυρές και αξιόπιστες δεσμεύσεις για την ασφάλεια, θα μπορούσε να γίνει πιο εύκολη η εξέταση του ενδεχομένου παραχωρήσεων εδαφών.
Θεωρείται τώρα πως μια ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ δεν υπάρχει στο τραπέζι. Στις αρχές του έτους υπήρχαν συζητήσεις, αντ’ αυτού, να αναπτυχθεί μια ευρωπαϊκή «δύναμη εγγύησης» στην Ουκρανία στο πλαίσιο ενός ειρηνευτικού διακανονισμού.
Μεγάλο μέρος μιας τέτοιας δύναμης θα απαρτίζονταν από Βρετανούς στρατιώτες. Αλλά ο Στάρμερ έχει πει πως οποιαδήποτε ευρωπαϊκή δύναμη θα χρειάζονταν αμερικανική «κάλυψη».
Η κυβέρνηση Τραμπ είναι εξαιρετικά επιφυλακτική για οποιαδήποτε δέσμευση κάλυψης που, όπως φοβάται, θα μπορούσε να εμπλέξει τις ΗΠΑ σε έναν πόλεμο. Αν όμως ο Τραμπ είναι τώρα πρόθυμος να επανεξετάσει το ζήτημα των αμερικανικών εγγυήσεων ασφάλειας για την Ουκρανία, τότε άλλα μέρη μιας ενδεχόμενης ειρηνευτικής συμφωνίας, συμεπριλαμβανομένων των εδαφών, μπορεί να τεθούν στο τραπέζι. Όπως το έθεσε ένας Ευρωπαίος που εμπλέκεται στενά με τις συζητήσεις, «υπάρχουν πολλά κινούμενα κομμάτια».
Τα κομμάτια δεν είναι απλώς κινούμενα. Είναι επίσης εξαιρετικά περίπλοκα. Μια ευρωπαϊκή εγγύηση ασφάλειας θα περιελάμβανε δέσμευση της Ευρώπης να πολεμήσει αν η Ρωσία επιτεθεί πάλι στην Ουκρανία; Και ποιος θα ήταν τότε ο ρόλος της Αμερικής;
Όταν ο Τραμπ επέπληξε τον Ζελένσκι στην τελευταία τους συνάντηση στον Λευκό Οίκο, παρατήρησε πως αυτό θα ήταν «εξαιρετικό για την τηλεόραση». Τώρα ήρθε η ώρα για λίγη εξαιρετική διπλωματία.