Η ώρα είναι 4 το απόγευμα. Η φαφούτα που στέκεται μπροστά στο τραπέζι της κουζίνας μουρμουρίζει σιγανά ακατάληπτες λέξεις.
Δυο φίλοι κι εγώ καθόμαστε σιωπηλοί, με τις παλάμες να κοιτούν προς τα κάτω και τα πόδια ξεσταυρωμένα. Οδηγήσαμε 40 λεπτά στα βουνά για να φτάσουμε στο χωριό Ρετινιάνο της Τοσκάνης (με πληθυσμό 400 κατοίκων) για να επισκεφθούμε αυτό το σπίτι και να παρακολουθήσουμε αυτή τη γυναίκα να ρίχνει λάδι σε ένα πιάτο με νερό.
Η Έστερ η μάγισσα, όπως είναι γνωστή, αφήνει μια μικρή σταγονίτσα λάδι να πέσει από τον δείκτη του χεριού της. Αν επιπλεύσει στην επιφάνεια, είσαι ασφαλής. Αν διαλυθεί, σε έχουν καταραστεί. «Το έχεις», μου λέει. «Έχεις μάτι».
Οι πρώτες αναφορές για το «κακό μάτι» καταγράφηκαν πριν από χιλιετίες, στην αρχαία Αίγυπτο και τη Μεσοποταμία. Η πεποίθηση πως η ζήλεια ενός άλλου μπορεί να οδηγήσει αθέλητα σε κατάρα υπάρχει χιλιάδες χρόνια τώρα στη Μεσόγειο, όπου ο κόσμος εξακολουθεί να φορά μπλε φυλακτά για προστασία από το «μάτι».
Ενώ πολλοί σύγχρονοι Ιταλοί απορρίπτουν την ιδέα ως δεισιδαιμονία, υπάρχουν αρκετοί τόσο σε επαρχιακές, όσο και σε αστικές περιοχές –συμπεριλαμβανομένης της πόλης στην οποία μεγάλωσα εγώ- που εξακολουθούν να ζητούν από μάγισσες να τους ξεματιάσουν (μια υπηρεσία που προσφέρεται και τηλεφωνικά).
Τα θύματα ενός «ματιού» υποτίθεται πως νοιώθουν πονοκέφαλο και ανησυχία, σαν να βασανίζονται από κακοτυχία. Έχουν ημικρανίες και δεν μπορούν να κοιμηθούν. Μπορεί να ξεχάσουν να βγάλουν μια κατσαρόλα από το μάτι της κουζίνας ή να έχουν ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα. Τα μωρά που κλαίνε απαρηγόρητα πιστεύεται πως έχουν ματιαστεί. Τα πιο όμορφα μωρά και οι μητέρες τους θεωρείται πως είναι ιδιαίτερα ευάλωτα.
Σε αντίθεση με τη μαγεία, όπου χρησιμοποιείται η μαύρη μαγεία για να βλαφθεί εσκεμμένα κάποιος, το κακό μάτι είναι ακούσιο. «Σχετίζεται με κοινωνικά αισθήματα ζήλειας» λέει ο Ιταλός πολιτισμικός ανθρωπολόγος Φάμπιο Ντέι.
Παρ’ ότι αποδοκιμάζεται από τους κληρικούς, το «μάτι» είναι μια από τις πολλές προχριστιανικές λαϊκές παραδόσεις που έχει επιβιώσει αιώνων θρησκευτικών πολέμων και μεταρρυθμίσεων, και σταδιακά ενσωμάτωσε τις τοπικές δοξασίες.
Η Καθολική Εκκλησία, μη μπορώντας να εξαλείψει τέτοιες βαθιά ριζωμένες τελετουργίες, τις ανέχεται –βοηθώντας έτσι στη συνέχισή τους. Μερικές έχουν αναμειχθεί με το εκκλησιαστικό δόγμα, δημιουργώντας περίεργα υβρίδια και ως εκ τούτου είναι πιο διαδεδομένες «στις νότιες περιοχές, όπου η επιρροή του διαφωτισμού ήταν πιο αδύναμη» λέει ο Ντέι.
Γυναίκες σαν την Έστερ πιστεύεται πως κατέχουν περισσότερο μαγικές, παρά πνευματικές ιδιότητες. Όπως οι αρχαίοι λαϊκοί θεραπευτές, τα τελετουργικά τους πραγματοποιούνται για να επιφέρουν ένα απτό αποτέλεσμα (πολλοί δέχονται πληρωμές για τις υπηρεσίες τους, η Έστερ όχι –αν και καλοδέχθηκε το κρασί και τα μπισκότα που της πήγαμε για δώρο).
Οι δυνάμεις τους είναι μητρογραμμικές –μέρος μιας παράδοσης στην οποία οι γυναίκες ιστορικά είναι επιφορτισμένες με τη φροντίδα των γεγονότων που σχετίζονται με τον κύκλο της ζωής, όπως η γέννα, η ασθένεια και ο θάνατος. Για να διώξουν το «μάτι», πρέπει να συνεχίσουν να ρίχνουν σταγόνες λαδιού στο νερό μέχρι να επιπλεύσει στην επιφάνεια η πρώτη σταγόνα. Η Έστερ έμαθε το τελετουργικό από «μια γριά τη νύχτα των Χριστουγέννων» -τη μόνη στιγμή που μπορεί κανείς να το διδάξει.
Μια γρήγορη δημοσκόπηση των φίλων μου δείχνει πόσο διαδεδομένες εξακολουθούν να είναι οι τελετουργίες για το «μάτι». Η Ελένη, από την Ελλάδα, λέει πως η γιαγιά της την ξεμάτιαζε «πολλές φορές τη μέρα» όταν μεγάλωνε.
Αστροφυσικός πλέον η ίδια, παραδέχεται πως διατήρησε την πίστη στο ξεμάτιασμα μέχρι τα 25 της –πολύ αφότου γνώριζε πως η συμπεριφορά του λαδιού στο νερό εξαρτάται πολύ περισσότερο από τη θερμοκρασία και τη μεταλλικότητα των υγρών, παρά από τα ξόρκια.
Ο Σίνα, από την Τεχεράνη, μου λέει πως η μητέρα του κρύβει λεφτά στο σπίτι για την περίπτωση που κάποιος επισκέπτης κάνει κάποιο κομπλιμέντο για την οικογένειά της –μια δεισιδαιμονία που στόχο έχει να διώξει το «κακό μάτι».
Η Ράσα, από τη Βηρυτό, έχει στολίσει το καροτσάκι του μωρού της με «ματάκια». Η Μέγκα μου λέει πως ο πατέρας της εξακολουθεί να ζωγραφίζει μια ελιά στον λαιμό ή τα μάγουλά της αν φαίνεται όμορφη πριν φύγει από το σπίτι –μια εκδοχή του τελετουργικού για τα μωρά στην Ινδία, τα οποία μουτζουρώνονται με χένα για να προστατευθούν από το «nazar» ή το «κακό μάτι».
Πιστεύω στο «μάτι»; Δεν νομίζω, αν και σε στιγμές κρίσης το να συμμετέχω σε τελετουργικά που μοιάζουν εκτός χρόνου έχει μια καταπραϋντική αίσθηση.
Τρεις μέρες μετά την επίσκεψή μας στο σπίτι της, η Έστερ ανακοίνωσε πως το «μάτι» μου «έφυγε». Δεν το είπα σε κανέναν, αλλά ήδη ένοιωθα καλύτερα.