Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Απολύτως θεάρεστες οι διαδοχικές επισκέψεις του υπουργού Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη, στη Βεγγάζη, στις 6 Ιουλίου και στην Τρίπολη, χθες -ακόμη κι αν άργησαν-, αλλά ας μην περιμένουμε ριζική ανατροπή των πραγμάτων.
Η κατάθεση ρηματικής διακοίνωσης εκ μέρους της Λιβύης (Τρίπολη) στον ΟΗΕ, μόλις πρόσφατα, η οποία ταυτίζεται απολύτως με το τουρκολιβυκό μνημόνιο και ουδεμία επήρεια αναγνωρίζει στα ελληνικά νησιά, συμπεριλαμβανομένης της Κρήτης, δεν επιτρέπει ιδιαίτερη αισιοδοξία ως προς αυτό. Τουλάχιστον από μία ρεαλιστική σκοπιά των πραγμάτων.
Για την ακρίβεια, δίχως ουσιαστικά ανταλλάγματα σε ό,τι προσφέρει σήμερα το καθεστώς Ερντογάν προς την Τρίπολη (και προς τη Βεγγάζη), θα άγγιζε τα όρια του αφελούς να προσδοκά η Ελλάδα ότι η Λιβύη (ένθεν και ένθεν) θα εγκατέλειπε το τουρκικό στρατόπεδο ή ότι θα απεμπολούσε την τερατωδών διαστάσεων ΑΟΖ που συνεπάγεται το τουρκολιβυκό μνημόνιο, ώστε να συνάψει συμφωνία με την Ελλάδα, ακόμη κι αν αυτή συνάδει απολύτως με το διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της Θαλάσσης.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, μολονότι η επανέναρξη του διαλόγου με αμφότερες τις πλευρές που κρατούν σήμερα τα ηνία της Λιβύης καταγράφεται ως μία απολύτως θετική εξέλιξη, τα λάθη στα οποία έχει υποπέσει η ελληνική εξωτερική πολιτική στη διάρκεια των τελευταίων 2-3 ετών δεν επιτρέπουν ιδιαίτερη αισιοδοξία για την τελική έκβαση των πραγμάτων, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο ζήτημα των θαλάσσιων ζωνών, αν και προφανώς, τούτο μέλλει να αποδειχθεί.
Η Ελλάδα, αν και εμφανιζόταν να έχει επιβιβάσει στο άρμα της την πλευρά Χαφτάρ, στη συνέχεια την εγκατέλειψε με αξιοθαύμαστη αδιαφορία, ωθώντας την επί της ουσίας στην τουρκική πλευρά και στα όποια ανταλλάγματα αυτή προσέφερε για να την προσεταιριστεί.
Τούτου δοθέντος, η χώρα μας κατόρθωσε όσα θα φάνταζαν σχεδόν αδύνατα υπό το φως του εμφυλίου στη Λιβύη. Ένωσε... τις αντιμαχόμενες πλευρές σε έναν κοινό σκοπό: να σταθούν στο πλευρό της Τουρκίας και απέναντι στη χώρα μας στο ζήτημα του τουρκολιβυκού μνημονίου και των θαλάσσιων ζωνών. Μπορεί, δε, η Βεγγάζη να μην έχει ακόμη κυρώσει το τουρκολιβυκό μνημόνιο, όμως, πλέον, το χρησιμοποιεί ως διαπραγματευτικό ατού έναντι της χώρας μας, ενώ προηγουμένως το καταδίκαζε μετά βδελυγμίας.
Αυτό δε που κάνει τα πράγματα περισσότερο απογοητευτικά είναι ότι ακόμη και τώρα, που ο υπουργός Εξωτερικών μετέβη δις στη Λιβύη σε διάστημα ολίγων ημερών και έκανε δημόσιες δηλώσεις, το ΥΠΕΞ επιμένει να χρησιμοποιεί «κύκλους» και «διπλωματικές πηγές» για να αρθρώσει λόγο προάσπισης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της χώρας. Κάτι το οποίο υπήρξε ιδιαίτερα χαρακτηριστικό της στάσης του κατά την -καθυστερημένη- δημοσιοποίηση της λιβυκής ρηματικής διακοίνωσης στον ΟΗΕ αλλά και στον απόηχο της χθεσινής επίσκεψης Γεραπετρίτη στη Λιβύη.
Μπορούν, πλέον, να «διορθωθούν» τα πράγματα; Αμφίβολο και πάντως δύσκολο.
Η Ελλάδα, στο πλαίσιο της όποιας φοβίας της έναντι της Τουρκίας, δεν έχει ασκήσει το δικαίωμά της για την επέκταση των χωρικών της υδάτων ούτε σε αυτό το τμήμα της Μεσογείου, μολονότι το τουρκικό casus belli αφορά στο Αιγαίο, όπως βεβαίως και δεν έχει επιδείξει ικανή και αρκετή αποφασιστικότητα έως τώρα για την προάσπιση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στο πεδίο, με χαρακτηριστικότερη την υπόθεση της Κάσου.
Όσο ασκεί, δε, πολιτική κατευνασμού έναντι της Τουρκίας, την ενθαρρύνει σε νέες προκλήσεις έναντι της χώρας μας, είτε μέσω των «δορυφόρων της», όπως η Λιβύη, είτε απευθείας.
Εάν δεν προασπίσουμε εμείς τα δικαιώματά μας επί του πεδίου, ουδείς άλλος θα το πράξει για λογαριασμό μας.