Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Απρ 27 2015

Γιατί η ρήξη μπορεί -και πρέπει- να αποφευχθεί

Το τελευταίο διάστημα, η ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει να έχει πλήρη επίγνωση των παραμέτρων της σημερινής κατάστασης. Πρόγραμμα «γέφυρα» επί της ουσίας δεν έχει υπάρξει, η ρευστότητα της χώρας έχει στραγγίξει, σε βαθμό που να ασφυκτιά από την έλλειψή της η οικονομία, ενώ και η κοινωνία παρακολουθεί με αυξανόμενη κόπωση και ανησυχία τη φαινομενικά ατέρμονη διαδικασία μιας διαπραγμάτευσης, χωρίς ορατά αποτελέσματα.

Και το κυριότερο ίσως, κατέστη σαφές ότι το δημοσιονομικό πρόγραμμα της χώρας αρχίζει να ξεφεύγει σε βαθμό που εάν συνεχιστεί θα τινάξει την ουσία της διαπραγμάτευσης στον αέρα.

Μέσα από αυτήν τη διαδικασία, είναι αλήθεια ότι η κυβέρνηση έχει ήδη βάλει πολύ νερό στο κρασί της, παρά τις μεγαλοστομίες της ακροαριστερής της πτέρυγας. Με εξαίρεση το ασφαλιστικό και την περαιτέρω απελευθέρωση της αγοράς εργασίας, δύο εξαιρετικά ευαίσθητα πλέον θέματα, μπροστά στα οποία κόλλησε και η προηγούμενη κυβέρνηση.

Η αίσθηση που προκύπτει από το ρεπορτάζ είναι ότι η σημερινή κυβέρνηση είναι πρόθυμη να παρουσιάσει τάχιστα «comprehensive» λίστα για όλα τα υπόλοιπα (οι πληροφορίες λένε ότι ακόμη και το θέμα του ΦΠΑ και των ιδιωτικοποιήσεων είναι από καιρό στο τραπέζι), αρκεί να διασφαλίσει ότι δεν θα υπάρξει επιδείνωση στο ασφαλιστικό και στο εργασιακό, κι ότι ορισμένα θέματα θα μελετηθούν περαιτέρω, σε συνάρτηση και με την επίτευξη των στόχων για το τρέχον έτος.

Από την πλευρά της Ευρώπης γίνεται επίσης ορατό ότι υπάρχουν όχι μόνον δύο απόψεις, αλλά και δύο επίπεδα. Υπάρχει η σκληρή γραμμή, που θέλει επί της ουσίας να ταπεινώσει την ελληνική «αριστερή» κυβέρνηση, και η ηπιότερη που ενδιαφέρεται περισσότερο για μια συμβιβαστική λύση, προκειμένου να προχωρήσουν παρακάτω οι εξελίξεις.

Υπάρχει επίσης το επίπεδο των «καλών μπάτσων», δηλαδή της κ. Μέρκελ και των άλλων αρχηγών κρατών, που ακολουθούν συνήθως ήπια φρασεολογία, εκφράζουν αισιοδοξία και καλμάρουν ανησυχίες, αλλά και αυτό των «κακών μπάτσων» σε επίπεδο υπουργών και τεχνοκρατών (εκεί δηλαδή που γίνεται η ουσιαστική δουλειά), οι οποίοι σπεύδουν κάθε τόσο να εκδώσουν διαφόρων ειδών τελεσίγραφα.

Όλα λοιπόν δείχνουν ότι αν δεν επικρατήσει η σκληρή γραμμή, που για ευρύτερους πολιτικούς λόγους θέλει να τιμωρήσει την ελληνική κυβέρνηση για την αμφισβήτηση των εγκεκριμένων πολιτικών (ακόμη και στα σημεία τους που έχουν αποδειχτεί ή θεωρούνται από τον υπόλοιπο κόσμο αποτυχημένα), τα περιθώρια για έναν συμβιβασμό είναι απολύτως υπαρκτά.

Ενισχυτική αυτής της άποψης είναι επίσης ότι και η κυβέρνηση έχει κάθε λόγο να δεχτεί έναν συμβιβασμό, εφόσον περιέχει έστω κάποια καλύτερα σημεία απ’ όσα είχε πετύχει η χώρα στο παρελθόν, κυρίως σε ό,τι αφορά την αποφυγή περαιτέρω λιτότητας για τις μεγάλες κοινωνικές μάζες.

Υπό αυτήν την έννοια, ίσως και ο κ. Βαρουφάκης να έχει επιτελέσει το ρόλο του «σκληρού», με τον κ. Τσίπρα να λαμβάνει εγκαίρως τη σκυτάλη για να «σφραγίσει» τον έντιμο συμβιβασμό.

Σε κάθε περίπτωση, στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να αναγνωρίζουν τώρα (αν όχι και… εξαρχής) ότι «πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού», κι ότι δεν υπάρχει περίπτωση να ανατρέψουν σε τούτη τη συγκυρία, παρά μόνο να παραλλάξουν έστω και λίγο, τις κυρίαρχες πολιτικές της Ευρώπης.

Όπως φαίνεται να αναγνωρίζουν ότι «σοσιαλιστικές νησίδες» δεν μπορούν να υπάρξουν μεμονωμένα σε μια Ευρώπη στην οποία σήμερα κυριαρχούν εντελώς διαφορετικές πολιτικές, είτε εντός, είτε -ακόμη περισσότερο- και εκτός της. Κι αυτό διότι η συντριβή που θα υποστεί κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά η χώρα μάλλον θα την καταστήσει ακόμη πιο ευάλωτη λεία για κεφάλαια του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού, που έχουν εγκαίρως… αποδημήσει μαζικά.

Ομοίως και η άλλη πλευρά είναι σε θέση να γνωρίζει τους κραδασμούς που θα δημιουργήσει στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα μια ρήξη με την Ελλάδα, κραδασμούς που θα είναι οικονομικοί, πολιτικοί, αλλά και γεωπολιτικοί, το τελευταίο σε μια ήδη εξαιρετικά ευαίσθητη περιοχή. Πέραν ίσως κάποιων φανατικών «καλβινιστών», οι οποίοι εκτιμούν ότι η ευρωζώνη ίσως θα ήταν καλύτερα χωρίς την Ελλάδα, αλλά και κάποιους όπως πιθανόν ο κ. Ραχόι, που τρέμουν τους εκλογικούς κινδύνους που θα δημιουργούσε η ανοχή προς την Ελλάδα.

Οι υπόλοιποι φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι στην Ελλάδα άλλο «καλό σενάριο» εκτός από τον συμβιβασμό που θα επιτρέψει τη διατήρηση μιας «συστημικής» αλλά και αποδεκτής από την κοινή γνώμη κυβέρνησης μάλλον δεν υπάρχει.

Άλλωστε όλη η ιστορία της ευρωζώνης, όπως και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχει κτιστεί με εύσχημους συμβιβασμούς (κι αυτό ίσως θα έπρεπε να το έχει προσέξει περισσότερο από την αρχή η ελληνική κυβέρνηση) κι όχι με ρήξεις. Με ξεχείλωμα των κανόνων την ίδια ώρα που διακηρύττεται από όλες τις πλευρές ο σεβασμός προς αυτούς.

Το γεγονός άλλωστε ότι η διαπραγμάτευση έχει ήδη κρατήσει τόσο πολύ δεν πρέπει να προξενεί εντύπωση, αν και υπάρχουν ευθύνες από την ελληνική πλευρά που προσπάθησε με ακροβατισμούς και αλλαγές ονομάτων να την "οργανώσει" κατ’ αναλογίαν με τις υπερβολικές προεκλογικές δεσμεύσεις.

Έτσι κινούνται σχεδόν πάντα οι διαδικασίες στο πλαίσιο της Ευρώπης, δημιουργούν σασπένς, συχνά και έντονη ανησυχία, οι τόνοι συχνά ανεβαίνουν, όμως πάντα έως τώρα έχουν καταλήξει σε αμοιβαία αποδεκτές καταστάσεις.

Ασφαλώς, ο κίνδυνος λανθασμένων εκτιμήσεων, είτε ως προς τις προθέσεις, είτε ως προς τις αντιδράσεις της άλλης πλευράς, πάντα ελλοχεύει. Αντίθετα από ό,τι πιστεύει πολύς κόσμος, συχνά, κομβικά γεγονότα της Ιστορίας προκύπτουν από «λάθη» των κυρίαρχων μηχανισμών, των υψηλών κέντρων λήψης αποφάσεων, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Αυτό θα πρέπει να το προσέξει στο εσωτερικό η ελληνική κυβέρνηση (που έχει να αντιμετωπίσει στους κόλπους της τον επικίνδυνο δογματισμό της Αριστερής Πλατφόρμας και των παραφυάδων της), αλλά και η πλευρά των δανειστών, στο εξωτερικό, έναντι εκείνων που υποεκτιμούν τις συνέπειες πιθανής ελληνικής χρεοκοπίας είτε εντός, είτε εκτός του ευρώ. 

Οι πιθανότητες όμως ενός «ατυχήματος» που θα οφείλεται σε λανθασμένες εκτιμήσεις για τις συνέπειες μιας ρήξης δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα υψηλές, αν κρίνουμε από τα πεπραγμένα των τελευταίων δεκαετιών. Κι αυτό διότι τόσο η Ευρώπη όσο και η Ελλάδα αποφεύγουν συστηματικά τις ριψοκίνδυνες πολιτικές.

Όπως άλλωστε και όλες οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες...

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v