Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πώς θα πληρώνεται ο λογαριασμός για την Καθολική Υπηρεσία στις τηλεπικοινωνίες

Σχέδιο υπουργικής απόφασης προβλέπει τον υπολογισμό της αποζημίωσης στον πάροχο καθολικής υπηρεσίας από Δημόσιο και ανταγωνιστές. Ξεκίνησε Δημόσια Διαβούλευση.

Πώς θα πληρώνεται ο λογαριασμός για την Καθολική Υπηρεσία στις τηλεπικοινωνίες

Ο επιμερισμός των αποζημιώσεων αλλά και ο τρόπος και ο χρόνος καταβολής τους προς τον πάροχο καθολικής υπηρεσίας καθορίζεται με σχέδιο υπουργικής απόφασης που συνέταξε η ΕΕΤΤ και δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση πριν την οριστική της κατάθεση στο υπουργείο ψηφιακής Διακυβέρνησης.

Στόχος να μη δημιουργούνται καθυστερήσεις στην αποζημίωση και η δίκαιη συμμετοχή των άλλων τηλεπικοινωνιακών παρόχων, ώστε να εξασφαλίζεται η παροχή υπηρεσιών και στο πιο απομακρυσμένο σημείο της χώρας.

Με την απόφαση δίνεται περιθώριο τριών μηνών για την καταβολή της συμμετοχής των άλλων τηλεπικοινωνιακών παρόχων, ενώ ορίζεται ξεκάθαρα ποιοι θα συμμετέχουν στην καταβολή της αποζημίωσης.

Συγκεκριμένα η απόφαση αφορά τη διαδικασία επιμερισμού του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας, αποζημίωσης του Παρόχου Καθολικής Υπηρεσίας (καθορισμένη επιχείρηση) και εναρμόνιση του πλαισίου αυτής στο ν.4727/2020. Οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να στείλουν τις απαντήσεις τους στην ΕΕΤΤ μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, οπότε και λήγει η δημόσια διαβούλευση.

Σύμφωνα με το σχέδιο της υπουργικής απόφασης:

Στο πρώτο Άρθρο καθορίζεται το αντικείμενο και πεδίο εφαρμογής

Αντικείμενο αποτελεί ο καθορισμός του τρόπου επιμερισμού του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας και αποζημίωσης του Παρόχου της Καθολικής Υπηρεσίας (καθορισμένη επιχείρηση). Στο πλαίσιο της παρούσας δεν εμπίπτει η διαδικασία ελέγχου του καθαρού κόστους που δηλώνει η καθορισμένη επιχείρηση ως καθαρό κόστος παροχής Καθολικής Υπηρεσίας.

Το δεύτερο Άρθρο αφορά τον ορισμό του καθαρού κόστους Καθολικής Υπηρεσίας

Σύμφωνα με Ν.4727/2020, το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας ορίζεται ως η διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους λειτουργίας μιας καθορισμένης επιχείρησης με υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας και της λειτουργίας της χωρίς τις υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας. Για τον υπολογισμό του καθαρού κόστους πρέπει να συνεκτιμώνται τα οφέλη, συμπεριλαμβανομένων των άυλων ωφελειών, που αποκομίζει η καθορισμένη επιχείρηση. Αυτό ισχύει είτε το δίκτυο είναι πλήρως ανεπτυγμένο, είτε βρίσκεται σε φάση ανάπτυξης και επέκτασης.

Το τρίτο Άρθρο αφορά τις Υπόχρεες Επιχειρήσεις

Το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας επιμερίζεται μεταξύ των αδειοδοτημένων παρόχων που παρέχουν Υπηρεσίες Φωνής (κωδικοί υπηρεσιών Α0104, Β0203, Β0205, Β0207, Β0208 και Β0209, ως ισχύουν, σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό Γενικών Αδειών) ή/και Υπηρεσίες Πολυμεσικής Πληροφόρησης συμπεριλαμβανομένων SMS (Short Messaging Service) / MMS (Multimedia Messaging Service) Προστιθέμενης Αξίας (κωδικός υπηρεσίας Β0108, ως ισχύει, σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό Γενικών Αδειών) ή/και υπηρεσίες πρόσβασης στο Διαδίκτυο (κωδικός υπηρεσίας Β0104, ως ισχύει, σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό Γενικών Αδειών) ή/και υπηρεσίες τηλεφωνικού καταλόγου (κωδικός υπηρεσίας Β0206, ως ισχύει, σύμφωνα με τον εκάστοτε ισχύοντα Κανονισμό Γενικών Αδειών) στην ελληνική επικράτεια.

Στο Άρθρο 4 ορίζονται τα Κριτήρια Συμμετοχής Παρόχων στον επιμερισμό του καθαρού κόστους Καθολικής Υπηρεσίας

  1. Στον επιμερισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας, συμμετέχουν μόνο οι υπόχρεες επιχειρήσεις του άρθρου 3, των οποίων ο συνολικός κύκλος εργασιών από παροχή δημοσίων δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών διαθέσιμων στο κοινό είναι 15 εκατ. ευρώ. Για τον επιμερισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας ως συνολικός κύκλος εργασιών νοείται ο κύκλος εργασιών που υποβάλλουν οι πάροχοι υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών σύμφωνα με τον Κανονισμό Γενικών Αδειών για τον προσδιορισμό των ετήσιων διοικητικών τελών τους. Για τη συμμετοχή στον επιμερισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας από το συνολικό κύκλο εργασιών αφαιρείται το ποσό των 15 εκατ. ευρώ.
  2. Σε περίπτωση υπόχρεων επιχειρήσεων που βρίσκονται υπό κοινό έλεγχο, το προαναφερθέν όριο 15 εκατ. ευρώ για τη συμμετοχή στον επιμερισμό του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας ελέγχεται με βάση το άθροισμα των εσόδων όλων των υπόχρεων επιχειρήσεων που βρίσκονται υπό κοινό έλεγχο.
  3. Το Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας επιμερίζεται στις υπόχρεες επιχειρήσεις, κατά την αναλογία συμμετοχής τους στο άθροισμα του κύκλου εργασιών όλων των υπόχρεων επιχειρήσεων
  4. Σε περίπτωση υπόχρεων επιχειρήσεων που βρίσκονται υπό κοινό έλεγχο, ο υπολογισμός της συμμετοχής στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας γίνεται αρχικά για το σύνολο των υπόχρεων επιχειρήσεων υπό κοινό έλεγχο και στη συνέχεια η συνεισφορά τους επιμερίζεται σε κάθε μία από αυτές ανάλογα με τον κύκλο εργασιών της στο σύνολο του κύκλου εργασιών όλων των υπόχρεων επιχειρήσεων που βρίσκονται υπό κοινό έλεγχο.

Στο Άρθρο 5 ορίζεται η διαδικασία Επιμερισμού του καθαρού κόστους Καθολικής Υπηρεσίας

  1. Όταν, κατόπιν αιτήματος αποζημίωσης της καθορισμένης επιχείρησης, η ΕΕΤΤ διαπιστώσει ότι υφίσταται υπερβολική επιβάρυνσή της, η ΕΕΤΤ οφείλει, εντός τριών (3) μηνών από τη διαπίστωση αυτή, να υπολογίσει με βάση την παρούσα την ακριβή συνεισφορά κάθε μιας από τις υπόχρεες επιχειρήσεις και να την κοινοποιήσει σε αυτές. Για τον προσδιορισμό της συνεισφοράς κάθε μιας από τις υπόχρεες επιχειρήσεις, η ΕΕΤΤ παίρνει ως βάση υπολογισμού τις δηλώσεις τους για το σύνολο των ακαθάριστων ετήσιων εσόδων τους, όπως αυτές υποβάλλονται σύμφωνα με τον Κανονισμό Γενικών Αδειών για τον προσδιορισμό των ετήσιων ανταποδοτικών τελών τους.
  2. Οι υπόχρεες επιχειρήσεις υποχρεούνται να καταβάλλουν τη συμμετοχή τους στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριών (3) μηνών από την γνωστοποίηση της υποχρέωσής τους σε αυτές. Τα χρήματα κατατίθενται σε χωριστό λογαριασμό που τον διαχειρίζεται η ΕΕΤΤ. Μετά την πάροδο της προθεσμίας των τριών μηνών, η ΕΕΤΤ καταβάλλει στις καθορισμένες επιχειρήσεις τα χρήματα, που κατά τα ανωτέρω έχουν καταβληθεί σε αυτήν.
  3. Η τελευταία ημέρα της ανωτέρω τρίμηνης προθεσμίας για την καταβολή της συνεισφοράς των υπόχρεων επιχειρήσεων στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας αποτελεί τη δήλη ημέρα καταβολής, μετά την παρέλευση της οποίας, η συνεισφορά επιβαρύνεται με τον νόμιμο τόκο υπερημερίας, όπως αυτός καθορίζεται με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
  4. Η πέραν των τριάντα (30) ημερών καθυστέρηση καταβολής της συμμετοχής των υπόχρεων επιχειρήσεων στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας επισύρει, πλέον του τόκου υπερημερίας, την επιβολή προστίμου ή άλλων διοικητικών κυρώσεων από την EETT, σύμφωνα με το ν. 4727/2020.
  5. Η ΕΕΤΤ διατηρεί τη δυνατότητα καταβολής της συνεισφοράς στο κόστος καθολικής υπηρεσίας από τους υπόχρεους παρόχους τμηματικά κατόπιν σχετικής συμφωνίας τους με τον πάροχο/τους παρόχους καθολικής υπηρεσίας. Η σχετική συμφωνία συνάπτεται μεταξύ των μερών και υποβάλλεται στην ΕΕΤΤ, εντός τριών (3) μηνών από τη γνωστοποίηση της υποχρέωσης καταβολής της συμμετοχής στο Καθαρό Κόστος Καθολικής Υπηρεσίας. Η ΕΕΤΤ παρακολουθεί την τήρηση της συμφωνίας από τα δύο μέρη. Η καταβολή των δόσεων, όπως έχουν συμφωνηθεί, γίνεται σε λογαριασμό της ΕΕΤΤ, η οποία στη συνέχεια καταβάλλει το αναλογούν ποσό στον πάροχο/στους παρόχους καθολικής υπηρεσίας. Εάν δεν τηρηθεί ο συμφωνημένος διακανονισμός, επιβάλλεται ο νόμιμος τόκος υπερημερίας, όπως αυτός καθορίζεται με πράξη του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.
  6. Κατά τον επιμερισμό του καθαρού κόστους καθολικής υπηρεσίας, οι υπόχρεες επιχειρήσεις καταβάλλουν ανά πάροχο καθολικής υπηρεσίας και ανά έτος, το ύψος της συμμετοχής τους, που αντιστοιχεί στο καθαρό κόστος καθολικής υπηρεσίας ενός έτους. Εάν η διαπίστωση της ΕΕΤΤ, ότι η Καθορισμένη Επιχείρηση ή οι Καθορισμένες Επιχειρήσεις υφίστανται υπερβολική επιβάρυνση από τις υποχρεώσεις Καθολικής Υπηρεσίας που έχουν αναλάβει, αφορά περισσότερα του ενός έτη, τότε η συμμετοχή των υπόχρεων επιχειρήσεων στο κόστος καθολικής υπηρεσίας ανά πάροχο καθολικής υπηρεσίας καταβάλλεται σε ετήσιες δόσεις, ίσες σε αριθμό με τον αριθμό των ετών που αφορά η διαπίστωση της ΕΕΤΤ ανά πάροχο καθολικής υπηρεσίας. Σε κάθε περίπτωση, είναι δυνατή η καταβολή της ετήσιας συνεισφοράς στο κόστος καθολικής υπηρεσίας από τους υπόχρεους παρόχους τμηματικά, κατόπιν σχετικής συμφωνίας τους με τον πάροχο/τους παρόχους καθολικής υπηρεσίας σύμφωνα με τα ανωτέρω.

Τέλος, στο Άρθρο 6 η ΕΕΤΤ, με την επιφύλαξη των κοινοτικών και εθνικών κανόνων για το επιχειρηματικό απόρρητο, στην περίπτωση που έχει ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός επιμερισμού του Καθαρού Κόστους Καθολικής Υπηρεσίας, δημοσιεύει ετήσια έκθεση, στην οποία φαίνεται το υπολογιζόμενο κόστος των υποχρεώσεων Καθολικής Υπηρεσίας, προσδιορίζονται οι συνεισφορές κάθε μιας από τις υπόχρεες επιχειρήσεις και προσδιορίζεται το οποιοδήποτε όφελος στην αγορά, που, ενδεχομένως, αποκομίζουν οι καθορισμένες επιχειρήσεις.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v