Η αξία των νέων συμβάσεων επιχειρηματικών δανείων που υπεγράφησαν κατά το 2024 ανήλθε σε 28 δισ. ευρώ, ελαφρώς μειωμένη έναντι του 2023. Ωστόσο, οι οφειλές των επιχειρήσεων προς τις τράπεζες που αντιστοιχούσαν στις εν λόγω συμβάσεις, δηλαδή η αξία των δανείων που εκταμιεύθηκαν το 2024, ενισχύθηκαν σημαντικά σε 20,6 δισ. ευρώ, από 12,8 δισ. ευρώ το 2023, σύμφωνα με τα στοιχεία της Έκθεσης για την Νομισματική Πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδος.
Την μερίδα του λέοντος ως προς την αξία των εκταμιευμένων νέων δανείων (62%) αντιστοιχούσε σε «πιστωτικές γραμμές», οι οποίες κατά βάση αφορούν δάνεια τακτής λήξης τμηματικών εκταμιεύσεων επί μιας περιόδου που μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Ακολουθούν, με μερίδιο 28%, τα δάνεια τακτής λήξης, που στην πράξη περιλαμβάνουν δάνεια καθορισμένης διάρκειας εκταμιευόμενα εφάπαξ, και τέλος, με μερίδιο περίπου 9%, οι ανακυκλούμενες πιστώσεις, δηλαδή οι πιστώσεις που παρέχουν στο δανειολήπτη τη δυνατότητα επαναλαμβανόμενων αναλήψεων.
Οι τρεις αυτές κατηγορίες κάλυψαν σχεδόν το σύνολο των εκταμιεύσεων νέων τραπεζικών δανείων προς τις εγχώριες επιχειρήσεις για το 2024, με τις εναπομένουσες μορφές δανεισμού (πιστωτικές κάρτες, υπεραναλήψεις, χρηματοδότηση με εκχώρηση εμπορικών απαιτήσεων κ.ά.) να αναλογούν σε λιγότερο από 1% της αξίας των εκταμιευμένων νέων δανείων κατά το 2024.
Η αναλογία δανείων
Από τη συνολική αξία των εκταμιευμένων νέων δανείων, το μεγαλύτερο μερίδιο δάνεια ύψους 8,5 δισ. ευρώ κατευθύνθηκε σε επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους. Οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις και οι μικρές επιχειρήσεις έλαβαν 3,2 δισ. ευρώ και 1,8 δισ. ευρώ, αντιστοίχως. Περίπου 3 δισ. ευρώ χρηματοδοτήσεις κατευθύνθηκαν προς επιχειρήσεις που συστάθηκαν εντός του 2024 για τις οποίες δεν υπήρχαν έως το μήνα αναφοράς (Φεβρουάριο 2025) δημοσιευμένα οικονομικά στοιχεία ή αριθμός εργαζομένων προκειμένου για την κατά μέγεθος ταξινόμησή τους.
Επιπρόσθετα, αξιόλογο ύψος δανείων συνδεόταν με εταιρίες οι οποίες ταξινομούνται μεν στις πολύ μικρού μεγέθους επιχειρήσεις, δεν είναι ωστόσο αντιπροσωπευτικές της τυπικής πολύ μικρής επιχείρησης.
Οι μη αντιπροσωπευτικές αυτές επιχειρήσεις, λόγω της φύσης της δραστηριότητάς τους, απασχολούν μικρό αριθμό εργαζομένων (π.χ. εταιρίες holding) ή παρουσιάζουν πολύ χαμηλό κύκλο εργασιών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της στατιστικής βάσης, οι νέες δανειακές συμβάσεις που συνήφθησαν με επιχειρήσεις κατά το 2024 αφορούσαν κυρίως επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον κλάδο της βιομηχανίας και μεταποίησης και στην παραγωγή ηλεκτρισμού ή εκμετάλλευση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Σε όρους αξίας δανειακών συμβάσεων το 21% συνδεόταν με επιχειρήσεις βιομηχανίας και μεταποίησης, 20% ηλεκτρισμού, φυσικού αερίου, νερού και λυμάτων, 12% χονδρικού και λιανικού εμπορίου, 12% μεταφορών και αποθήκευσης και 10% καταλυμάτων και εστίασης.
Επιτόκια 4,3%-5,9% το 2024
Το κόστος τραπεζικού δανεισμού των ελληνικών επιχειρήσεων μειώθηκε κατά τη διάρκεια του 2024, σε συνέπεια με τις μειώσεις των επιτοκίων από την ΕΚΤ και των επιτοκίων της διατραπεζικής αγοράς του ευρώ.
Σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι σχεδόν το σύνολο των νέων συμβάσεων αφορούσε δάνεια σε ευρώ, καθώς και ότι η πλειονότητα των νέων συμβάσεων συνδεόταν με κυμαινόμενο επιτόκιο. Το εύρος μεταξύ ελάχιστου και μέγιστου επιτοκίου δανεισμού για το ήμισυ των δανείων που χορηγήθηκαν (αφού αποκλειστεί το 25% των φθηνότερων δανείων και το 25% των ακριβότερων δανείων) κινήθηκε μεταξύ 4,3%- 5,9%. Τα αντίστοιχα όρια για το 2023 ήταν 4,6%-6,8%.
Οι υψηλές τιμές επιτοκίων που καταγράφονται στην κατανομή επιτοκίων δανεισμού των ΜΧΕ αφορούν κυρίως εταιρικές πιστωτικές κάρτες, των οποίων η συμβολή στην εταιρική χρηματοδότηση είναι αμελητέα. Αν εξαιρεθούν οι πιστωτικές κάρτες, παρατηρείται ότι συνολικά η κατανομή των επιτοκίων δανεισμού των επιχειρήσεων κατά το 2024 είναι μετατοπισμένη προς τα αριστερά σε σύγκριση με το 2023, δηλ. καταγράφεται γενικευμένη μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων το 2024 έναντι του προηγούμενου έτους.