Επίθεση στη Νέα Δημοκρατία, στην οποία καταλογίζει «ότι προτιμά τα αδιέξοδα από τις λύσεις», εξαπολύει με γραπτή δήλωσή του ο πρώην πρωθυπουργός, Κώστας Σημίτης, με αφορμή την πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης να παραπεμφθεί και ο ίδιος σε προκαταρκτική επιτροπή για την υπόθεση Siemens.
«Η ΝΔ στην τοποθέτησή της για την υπόθεση Siemens ανέδειξε ανάγλυφα τα αίτια της υστέρησης και κακοδαιμονίας του τόπου», αναφέρει ο κ. Σημίτης, προσδιορίζοντάς τα στην «ακραία αντιπαλότητα, συνολική άρνηση του έργου άλλων κυβερνήσεων, αμφισβήτηση της εντιμότητας και του πατριωτισμού των αντιπάλων, συνεχείς υπερβολές, διαστρεβλώσεις και ανακρίβειες, συμβάλλοντας έτσι αποφασιστικά να κυριαρχήσουν οι πολιτικές σκοπιμότητες στο έργο της Επιτροπής».
Όσον αφορά τον ίδιο, ο κ. Σημίτης καταλογίζει στη ΝΔ ότι προσπάθησε να δημιουργήσει εντυπώσεις με ανακριβή, ελλιπή ή και ψευδή στοιχεία, προβάλλοντας για παράδειγμα συναντήσεις με τον Χριστοφοράκο, τον οποίο δεν συνάντησε ποτέ. «Αποσιώπησε, η αξιωματική αντιπολίτευση», συνεχίζει ο πρώην πρωθυπουργός, «τις ανταγωνιστικές διαδικασίες για το C4I για βελτίωση του τιμήματος».
Αναφορικά με τις προγραμματικές συμφωνίες που επικαλείται η ΝΔ, ο κ. Σημίτης της αποδίδει παραπλάνηση αφού «αποτελούσαν ευρωπαϊκή πολιτική για την ενίσχυση της εγχώριας βιομηχανίας και οδήγησαν στην εισαγωγή της κινητής τηλεφωνίας, την παροχή σταθερών τηλεφωνικών συνδέσεων, χωρίς περιορισμούς και την ανάδειξη του ΟΤΕ ως μιας από τις δυναμικές ελληνικές επιχειρήσεις» «Η χώρα», καταλήγει ο κ. Σημίτης, στη δήλωσή του, «βρίσκεται όχι μόνο σε οικονομική κρίση αλλά και σε αδυναμία να υπερβεί τις δυσκολίες της, γιατί ένα τμήμα των πολιτικών δυνάμεων προτιμά τα αδιέξοδα από τις λύσεις».
Εξυπηρέτηση κομματικών, αποκλειστικά, σκοπιμοτήτων και όχι της αναζήτησης της αλήθειας, καταλογίζει ο Γ. Παπαθανασίου, στην απόφαση της πλειοψηφίας της Εξεταστικής Επιτροπής της Siemens να τον παραπέμψει στην προανακριτική επιτροπή. Σε δήλωσή του, ο βουλευτής της ΝΔ και πρώην υπουργός Οικονομίας, σημειώνει ότι ουδεμία συμμετοχή είχε στην απομάκρυνση του εισαγγελέα, Γιώργου Ζορμπά, ούτε επέβαλε καμία θεσμική μεταβολή στην Αρχή για το Ξέπλυμα Χρήματος, όπως του αποδίδεται στο πόρισμα της πλειοψηφίας, αφού η απομάκρυνση αυτή και οι αλλαγές συντελέστηκαν πολύ πριν αναλάβει υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών.
Συμπληρώνει ακόμη ότι αυτά είναι δημόσια γνωστά στην πλειοψηφία, εκφράζοντας τη λύπη του «για τη συμπεριφορά των συναδέλφων της πλειοψηφίας που συμφώνησαν στο πόρισμα αυτό προς το πρόσωπο του, που κρίνεται ως άθλια και αντιδημοκρατική». Υπογραμμίζοντας ότι δεν χειρίστηκε ποτέ και καμία από τις επίμαχες συμβάσεις του Δημοσίου με τη Siemens, καταλήγει ότι «πρόκειται για μια απόφαση πέραν κάθε λογικής, η οποία όχι μόνο δεν εξυπηρετεί το σκοπό της διαφάνειας, αλλά γελοιοποιεί το σύνολο της διαδικασίας».
Εξαιρετικά αιχμηρός στην κριτική του απέναντι στην απόφαση να παραπεμφθεί για περαιτέρω διερεύνηση σε προκαταρκτική επιτροπή για τη Siemens είναι ο πρώην υπουργός Μεταφορών του ΠΑΣΟΚ επί κυβερνήσεων Σημίτη, Χρήστος Βερελής. «Η εξεταστική ξεκίνησε για «Μπεν Χουρ» και κατέληξε σε «Αμποτ και Καστελο» σημειώνει ο πρώην υπουργός, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα ότι «επιτεύχθηκε ο κεντρικός στόχος τα κομματικά ταμεία και αυτοί που έπρεπε να μείνουν ανέλεγκτοι».
Ο κ. Βερελής σημειώνει στη δήλωσή του ότι βρίσκεται στη λίστα των προτεινομένων για δύο λόγους: Πρώτον, επειδή ήταν υπουργός Μεταφορών, παρ’ ότι είναι γνωστό ότι στον ΟΣΕ και στον ΟΤΕ δεν υπέγραψε προγραμματικές συμβάσεις ή αλλαγές τους, ενώ αντίθετα αγωνίστηκε για να αποτρέψει ζημιές, ενώ ο ίδιος έγκαιρα ζήτησε να κηρυχτεί έκπτωτη σύμβαση με την Siemens, γεγονός που προκάλεσε την μήνι της γερμανικής εταιρείας. Δεύτερον, «γιατί ο κατάλογος συντάχθηκε με κριτήρια face control σε μία κυνική ατμόσφαιρα σκοπιμοτήτων», συμπληρώνει ο βουλευτής ,υπονοώντας ότι δεν είναι αρεστός στο κόμμα του και στο σύστημα.
Στη λογική αυτή, κρίνει ότι έγινε δυσάρεστος, όταν το Δεκέμβριο του 2008 μίλησε για την θλιβερή κατάσταση που επερχόταν για την οικονομία, πρότεινε να υπάρξει υπουργός Οικονομίας κοινής αποδοχής, η οποία επικρίθηκε δημόσια. Υπενθυμίζει ότι έκανε την μάλλον ασυνήθη για τα πολιτικά ήθη κίνηση να παραιτηθεί το Μάιο του 2009 (σ.σ. για τη διερεύνηση της υπόθεσης ΜΑΝ) για να δικαιωθεί στη συνέχεια, κάτι που «το λησμονούν ορισμένοι».
Καταλήγει ευχαριστώντας τους βουλευτές των κομμάτων που ευθέως διαφώνησαν με την παραπομπή του, σημειώνοντας ότι περιφρονεί την έννοια της παραγραφής κι ότι η πορεία του στην πολιτική «δεν υπήρξε στρογγυλή». Υπενθυμίζεται ότι διαφωνία για την παραπομπή Βερελή εξέφρασαν κατά τη χθεσινή καταληκτική συνεδρίαση οι Πάνος Καμμένος, Αναστάσιος Νεράντζης, Μαρία Κόλλια- Τσαρουχά από την ΝΔ, ενώ από το ΠΑΣΟΚ οι Παντελής Οικονόμου και Ανδρέας Μακρυπίδης (λόγω εντοπιότητας).