Oι αγορές δεν φαίνεται να διαβάζουν... εφημερίδες και ενημερωτικά sites, ούτε και να παρακολουθούν τα δελτία ειδήσεων των τηλεοπτικών καναλιών. Κι αυτό γιατί, κόντρα στην ειδησεογραφία των προβλημάτων, των εντάσεων και των κινδύνων, οι επενδυτές επιδεικνύουν αξιοσημείωτη ψυχραιμία.
Αυτό που μένει τώρα να φανεί είναι αν οι αγορές έχουν απλώς αργήσει να εκτιμήσουν τα νέα δεδομένα ή, διαφορετικά, αν θεωρούν τα τρέχοντα προβλήματα επουσιώδη, πιστεύοντας πως τα καλύτερα βρίσκονται μπροστά μας.
Οι χρηματιστηριακοί παράγοντες υποστηρίζουν συχνά πως σε ορισμένες περιόδους η αγορά είναι διατεθειμένη να ακούσει μόνο τα δυσάρεστα νέα και πως σε κάποιες άλλες δίνει βάση μόνο στις καλές ειδήσεις. Φαίνεται πως στην περίπτωσή μας ισχύει το δεύτερο. Η εικόνα όχι μόνο στο Χ.Α., αλλά και στο εξωτερικό, είναι πολύ διαφορετική από το περιεχόμενο των δελτίων ειδήσεων που ακούγονται στα κανάλια των τηλεοράσεων.
Στο Χρηματιστήριο της Αθήνας το κλίμα σταθερότητας και διατήρησης των κερδών που ξεκίνησαν να σημειώνονται από το β΄ εξάμηνο του 2012 σε ορισμένες περιπτώσεις μετοχών έχει μεταφραστεί σε... τριψήφιες ποσοστιαίες αποδόσεις. Ακόμη και σε συνεδριάσεις όπου ο Γενικός Δείκτης διορθώνει, η πτώση περιορίζεται σε χαμηλά νούμερα, χωρίς να σηκώνονται μεγάλοι όγκοι συναλλαγών.
Και σε αντίθεση με την εικόνα του χρηματιστηριακού ταμπλό, σε εγχώριο και διεθνές πεδίο, έχουμε:
1 Τις δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία, όπου οι απειλές είναι μεγάλες για το σύνολο της διεθνούς οικονομίας, της χώρας μας μη εξαιρουμένης.
2 Τις διαπραγματεύσεις της Ελλάδας με την τρόικα να παρουσιάζουν χαρακτηριστική στασιμότητα. Παρά την όποια πρόοδο ήδη χάθηκε και το ορόσημο του Eurogroup της Δευτέρας.
3 Το πολιτικό κλίμα παραμένει ασαφές και για όσους φοβούνται για την πολιτική σταθερότητα εδώ και κάποιο καιρό, τίποτε ουσιαστικό δεν έχει μεταβληθεί για να αλλάξουν τη γνώμη τους.
4 Το διαθέσιμο εισόδημα του Έλληνα μειώνεται και μέσα στο πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς, λόγω των αυξημένων και ποικιλόμορφων φορολογικών επιβαρύνσεων.
Ακόμη και τα όσα συνέβησαν τις τελευταίες ημέρες με τις τράπεζες, όπου τελικά το ύψος των απαιτούμενων πρόσθετων κεφαλαίων αυξήθηκε ως ένα βαθμό και που νέες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου ήρθαν στο προσκήνιο, δεν μπόρεσαν να φοβίσουν την αγορά, η οποία ξεπέρασε χωρίς σημαντικές απώλειες το πρώτο σοκ.
Επί του παρόντος τουλάχιστον, φαίνεται πως οι ξένοι όχι μόνο δεν τρομοκρατήθηκαν, αλλά και πως είναι διατεθειμένοι να βάλουν το χέρι στην τσέπη, καλύπτοντας σε μεγάλο βαθμό τις νέες τραπεζικές εκδόσεις.
Αν αυτό το μείγμα των ειδήσεων το είχαμε το 2011 ή το 2012, οι τιμές των ελληνικών μετοχών θα είχαν πάρει την κατιούσα και μάλιστα με σημαντικότατη ορμή. Αντίθετα, παρατηρείται μια αξιοθαύμαστη ψυχραιμία. Είτε οι αγορές δεν θέλουν να καταλάβουν τι συμβαίνει, είτε θεωρούν πως όλες αυτές οι εξελίξεις δεν αποτελούν παρά πρόσκαιρες δυσκολίες που αργά ή γρήγορα θα ξεπεραστούν.
Η πορεία του χρηματιστηρίου, μάλιστα, δείχνει πως η κρίση στην Ουκρανία δεν ανησυχεί, πως η ελληνική οικονομία θα σταθεροποιηθεί το 2014 και θα ανακάμψει στη συνέχεια και πως σιγά-σιγά η Νότια Ευρώπη και η Ελλάδα θα αρχίσουν να επουλώνουν τις πληγές της πολυετούς κρίσης.
Διαφορετικός τρόπος αξιολόγησης
Γνωστός παράγοντας της χρηματιστηριακής αγοράς υποστηρίζει πως οι αγορές δεν αξιολογούν πλέον την Ελλάδα και την Ευρώπη με βάση τις επιδόσεις του 2014, αλλά με βάση τις μέσες επιδόσεις τις επόμενης πενταετίας-δεκαετίας και γι' αυτό οι τιμές των μετοχών βρίσκονται διεθνώς σ' αυτά τα επίπεδα.
Προς αυτήν την κατεύθυνση μάλιστα, λειτουργούν τόσο τα πολύ χαμηλά επιτόκια στη Γηραιά Ήπειρο όσο και η ισχυρή πορεία του ευρώ έναντι των άλλων βασικών νομισμάτων του κόσμου.
Η Ευρώπη, άλλωστε, μετά την αύξηση της αβεβαιότητας που παρατηρείται στις αναδυόμενες οικονομίες, αποτελεί «ασφαλή λιμένα» για τις διεθνείς επενδύσεις, σε μια περίοδο μάλιστα όπου:
*Οι χρηματιστηριακοί της δείκτες είναι σε πολλές περιπτώσεις ελκυστικότεροι σε σχέση με την άλλη πλευρά του Ατλαντικού.
*Από το τελευταίο τρίμηνο του 2013 έχει πείσει ότι περνάει σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
*Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δείχνει πως αντιμετωπίζει ενεργά το ζήτημα του ευρωπαϊκού Νότου, όπου οι αποδόσεις (yields) των κρατικών ομολόγων ακολουθούν την κατιούσα.
Η ελληνική υπόθεση
Ειδικότερα για την ελληνική οικονομία, η άποψη των ξένων παρουσιάζεται σήμερα αρκετά καλύτερη από εκείνη του περασμένου καλοκαιριού. Δεν είναι τυχαίο ότι οι δείκτες του οικονομικού κλίματος εμφανίζονται στα υψηλά των τελευταίων πεντέμισι ετών, θυμίζοντας επίπεδα προ της έναρξης της οικονομικής κρίσης.
Το πρωτογενές πλεόνασμα θεωρείται δεδομένο, η ύφεση ήταν αρκετά μικρότερη από την προβλεπόμενη και γενικότερα κάμπτεται ο ρυθμός αποκλιμάκωσης της ζήτησης σε πολλούς κλάδους.
Αν σε όλα αυτά συνεκτιμήσει κάποιος τις αναμενόμενες επιδράσεις από μια σειρά πραγμάτων, τότε μπορεί να ελπίζει πως (κυρίως) από το β΄ εξάμηνο, η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα να γυρίσει σε θετικό πρόσημο.
Τέτοιες θετικές εξελίξεις είναι:
*Η επανεκκίνηση των μεγάλων οδικών αξόνων, που αποτελεί πλέον γεγονός.
*Οι βάσιμες προσδοκίες (στοιχεία προκρατήσεων) για νέα τόνωση του εισερχόμενου τουρισμού.
*Η αναμενόμενη αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων από τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους (ψαλίδισμα στις εργοδοτικές εισφορές), του ίδιου του μισθολογικού κόστους (περικοπές αποδοχών στους εργαζόμενους), αλλά και από την κάποια υποχώρηση στο κόστος της ενέργειας των εγχώριων παραγωγικών μονάδων.
*Η υποβολή έστω και μίας πρότασης (σχήμα Lamda Development) για την αξιοποίηση του Ελληνικού, όταν η αγορά αμφέβαλλε ιδιαίτερα κατά πόσον θα μπορούσε τελικά να «τρέξει» το έργο. Βέβαια, υπάρχει σημαντική απόσταση που πρέπει να καλυφθεί από την τρέχουσα κατάσταση μέχρις ότου οριστικοποιηθεί η συμφωνία και αρχίσουν οι εργασίες, ωστόσο η ελληνική οικονομία μπορεί να ελπίζει σε ένα πρωτόγνωρο επενδυτικό σχέδιο που θα φέρει χιλιάδες θέσεις απασχόλησης και θα επιδρά θετικά στο ΑΕΠ σε μόνιμη βάση.
Τέσσερα κλειδιά για τον Γενικό Δείκτη
Το 2014 έχει ξεκινήσει δυναμικά, με τον Γενικό Δείκτη να σημειώνει κέρδη άνω του 15%, ενώ σε επιμέρους δεικτοβαρείς μετοχές οι αποδόσεις ξεπερνούν το 20%.
1. Η ανοδική συνέχεια των τιμών των ελληνικών μετοχών μπορεί να υποστηριχθεί από τις αποτιμήσεις των ελληνικών εταιρειών, οι οποίες σε κάποιες περιπτώσεις είναι χαμηλές σε σχέση με τις αντίστοιχες μετοχές των αναδυόμενων αγορών αν ληφθούν υπόψη τα κέρδη του 2015.
2. Το δεύτερο στοιχείο είναι η διάθεση των ξένων θεσμικών χαρτοφυλακίων έναντι των ελληνικών μετοχών. Ο ρόλος των ξένων θεσμικών επενδυτών μεγεθύνεται διαρκώς και η αύξηση των θέσεών τους προκαλεί περαιτέρω ενδιαφέρον για την ελληνική αγορά και σε άλλους παίκτες. Αυτό με τη σειρά του φέρνει ντόμινο τοποθετήσεων.
3. Τέλος, σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν ακόμα μια φορά οι αποτιμήσεις των βασικών χρηματιστηριακών δεικτών. Η εγχώρια αγορά σε σχέση με τις αναδυόμενες χώρες που περιλαμβάνει ο δείκτης MSCI EM, διαπραγματεύεται σε υψηλότερα επίπεδα έναντι του μέσου όρου βάσει των εκτιμήσεων για τα κέρδη των 12 επόμενων μηνών (P/E 12 months forward). Για την περίοδο των επόμενων 12 μηνών, ο ελληνικός δείκτης διαπραγματεύεται με P/E της τάξεως του 20,4 έναντι 13,6 για το μέσο όρο ή 50% premium. Με premium ωστόσο διαπραγματεύεται και έναντι των ανεπτυγμένων αγορών, αφού το μέσο P/E υπολογίζεται σε 15,6 φορές για τις ανεπτυγμένες αγορές.
Από την άλλη πλευρά, με αρκετά διαφορετική εικόνα διαπραγματεύονται οι ελληνικές μετοχές με βάση τους πολλαπλασιαστές λογιστικής αξίας για τους επόμενους 12 μήνες (ΝΤΜ Price to Book Value). Για τον βασικό χρηματιστηριακό δείκτη, το discount σε σχέση με τον μέσο όρο των δεικτών προσεγγίζει το 12%. Παράλληλα, οι ελληνικές μετοχές είναι διαπραγματεύσιμες πολύ κοντά με τον μέσο όρο των δεικτών σε Τσεχία, Ουγγαρία και Πολωνία.
Τέλος, και η προσδοκώμενη μερισματική απόδοση του εγχώριου δείκτη φαίνεται να υπολείπεται των εκτιμήσεων για τις λοιπές αναδυόμενες αγορές, αφού προσεγγίζει το 1,4% έναντι 3,1% για τη μέση αναδυόμενη αγορά.