Καταπέλτης εναντίον των υποστηρικτών της ρήξης με τους δανειστές και της επιστροφής σε εθνικό νόμισμα, ήταν το Σάββατο ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Κώστας Χρυσόγονος, μιλώντας σε εκδήλωση της Nuntius Χρηματιστηριακής, που έγινε στο πλαίσιο του πολυσυνεδρίου Money Show.
Θέμα της πολύ ενδιαφέρουσας εσπερίδας ήταν το ερώτημα αν υπάρχει ελπίδα για την ελληνική οικονομία, με συντονιστή τον κ. Αλέξανδρο Μωραϊτάκη (πρόεδρο της Nuntius Χρηματιστηριακής) και ομιλητές τους κ.κ. Χαράλαμπο Γκότση (πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς), Κώστα Χρυσόγονο (ευρωβουλευτή ΣΥΡΙΖΑ), Γκίκα Χαρδούβελη (καθηγητή πανεπιστημίου και πρώην υπουργό Οικονομικών), Ηλία Λεκκό (επικεφαλής τμήματος Οικονομικής Ανάλυσης και Αγορών της Τράπεζας Πειραιώς) και Μιχάλη Πεγκλή (οικονομολόγο).
Ειδικότερα, ο κ. Χρυσόγονος εστίασε την ομιλία του σε μια σειρά ζητημάτων, όπου μεταξύ άλλων:
• Θεώρησε ανέφικτη επιλογή τη ρήξη με τους δανειστές, που αν επιχειρηθεί, η κατάληξη θα είναι να βρεθούμε σε ακόμη χειρότερη μοίρα από αυτή που υφιστάμεθα σήμερα.
• Περιέγραψε με μελανά χρώματα ένα σενάριο επιστροφής της χώρας σε εθνικό νόμισμα.
• Υπεραμύνθηκε ενός κλίματος πολιτικής συνεννόησης και συναίνεσης σε ορισμένα βασικά ζητήματα, υποστηρίζοντας πως οι επόμενοι 18 μήνες θα πρέπει να αποτελέσουν περίοδο έλλογης διαχείρισης.
• Έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου πως αν η χώρα δεν καταφέρει να βγει στις αγορές έως τα μέσα του 2018, τότε κινδυνεύει με το σενάριο της άτακτης χρεοκοπίας.
• Πρότεινε ένα μοντέλο αξιοποίησης της κρατικής περιουσίας, με κορμό το ΤΑΙΠΕΔ (μέσω έκδοσης προνομιούχων μετοχών), στοχεύοντας στη γρήγορη άντληση δανειακών κεφαλαίων, στη μείωση των αποδόσεων στα κρατικά ομόλογα και στην αποδοτικότερη αξιολόγηση των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων σε βάθος χρόνου.
Ειδικότερα, ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε μεταξύ άλλων:
Η λύση της παύσης πληρωμών και της εξόδου από την Ευρωζώνη για την οποία έχει γίνει τόσος λόγος, κατ’ ουσία δεν υφίσταται. Το μεγαλύτερο μέρος του χρέους που οφείλουμε να αποπληρώσουμε τα επόμενα χρόνια είναι προς το ΔΝΤ. Σ’ αυτό συμμετέχουν πρακτικά όλα τα κράτη του κόσμου και η άρνηση της καταβολής θα μας έφερνε αντιμέτωπους με τον πλανήτη ολόκληρο.
Σε αντίθεση με την Ευρωζώνη, όπου νομικά δεν προβλέπεται διαδικασία αποβολής, τέτοια προβλέπεται στο άρθρο 24 του ΔΝΤ. Το χειρότερο όμως είναι ότι σε μια τέτοια περίπτωση, θα μπορούσαν να μας επιβληθούν από τα άλλη κράτη οικονομικά -και κάθε άλλου είδους- αντίποινα, μετατρέποντας την Ελλάδα σε κάτι ελαφρώς χειρότερο από τη Ζιμπάμπουε, η οποία προέβη σε παύση πληρωμών προς το Ταμείο επί σειρά ετών.
Μια έξοδος από την Ευρωζώνη θα προϋπέθετε, για να μπορούσε ρεαλιστικά να επιτευχθεί -ανεξάρτητα από το αν θα ήταν μακροπρόθεσμα ωφέλιμο-, να βρεθεί εξωτερικός χρηματοδότης για να διαθέσει περίπου 20 δισ. ευρώ για την αποπληρωμή του ΔΝΤ και τουλάχιστον άλλα τόσα για να αποκτήσει η Ελλάδα συναλλαγματικά διαθέσιμα, ώστε να υποστηριχτεί η ισοτιμία της νέας δραχμής.
Δεν νοείται και δεν υπάρχει εθνικό νόμισμα χωρίς συναλλαγματικά διαθέσιμα σε σκληρό νόμισμα. Αυτό ισχύει κατά μείζονα λόγο στην περίπτωση κράτους με νέο εθνικό νόμισμα, όπου οι αγορές εύλογα δεν θα το αποδέχονται για μια περίοδο πολλών μηνών τουλάχιστον, έως ότου φανεί πού τελικά θα ισορροπήσει η ισοτιμία του νομίσματος αυτού με τα υπόλοιπα. Ποσά όμως των 40 δισ. ευρώ -και μάλιστα υπό μορφή χορηγίας και όχι δανείου, αφού η Ελλάδα θα έχει διακόψει τις πληρωμές της επισήμως- δεν πρόκειται να μας διαθέσει κανένα κράτος της υφηλίου…
Εφόσον δεν βρεθεί χρηματοδότης, η εκτύπωση δραχμών δεν θα μας ωφελούσε σε τίποτε προς το εξωτερικό. Το νέο νόμισμα δεν θα γινόταν αποδεκτό στις διεθνείς συναλλαγές και συνεπώς θα μέναμε για μεγάλο διάστημα χωρίς τη δυνατότητα εισαγωγών, κάτι που θα παρέλυε την οικονομική ζωή στη χώρα.
Ακόμη χειρότερα, το νέο νόμισμα δεν θα γινόταν αποδεκτό ούτε στο εσωτερικό της χώρας, επειδή πάρα πολλοί Έλληνες έχουν αποθησαυρισμένα χαρτονομίσματα ευρώ σε φυσική μορφή. Έτσι, οι συναλλαγές μεταξύ ιδιωτών θα γίνονται κατά μεγάλο μέρος με τα απαγορευμένα πια ευρώ στη μαύρη αγορά, δηλαδή στην παραοικονομία, που θα προσελάμβανε εφιαλτικές διαστάσεις, προκαλώντας -και- κατάρρευση των δημοσίων εσόδων.
Η νέα δραχμή θα απέμενε ουσιαστικά να χρησιμοποιείται μόνο στις συναλλαγές με το κράτος και το κράτος θα κατέληγε να πληρώνει με αυτή μισθούς και συντάξεις, που θα υφίσταντο έτσι ακόμη βιαιότερες περικοπές από τις μνημονιακές.
Από νομική άποψη, έξοδος από την Ευρωζώνη δεν προβλέπεται ούτε με πρωτοβουλία του ενδιαφερόμενου κράτους, ούτε με απόφαση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Με βάση τα υπάρχοντα σήμερα νομικά δεδομένα, η αποχώρηση από την Ευρωζώνη θα προϋπέθετε είτε αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση με συμφωνία όλων των υπόλοιπων κρατών, είτε τροποποίηση της συνθήκης για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης ώστε να προβλεφθεί ένα τέτοιο ενδεχόμενο και πάλι όμως με ομοφωνία όλων των κρατών-μελών.
Εφόσον όμως η πρόθεση αποχώρησης συνοδευτεί από στάση πληρωμών στο χρέος του συγκεκριμένου κράτους προς τα υπόλοιπα μέλη της Ευρωζώνης, είναι μάλλον απίθανο αυτά να καταλήξουν σε συμφωνία με το κράτος που επιθυμεί την έξοδο. Έτσι, η αποχώρηση θα αποκτούσε νομικό κύρος μόνο αν επρόκειτο για αποχώρηση συνολικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση και θα απαιτείτο και μια ολόκληρη διετία από την υποβολή της αίτησης για αποχώρηση.
Συνολικά, για τους παραπάνω λόγους η ρήξη με τους δανειστές είναι μια ανέφικτη επιλογή και αν επιχειρηθεί, η κατάληξη -τουλάχιστον εδώ που βρισκόμαστε πλέον- θα είναι να βρεθούμε σε ακόμη χειρότερη μοίρα από αυτή που υφιστάμεθα σήμερα.
Κίνδυνος ασύντακτης χρεοκοπίας
Θα μπορέσουμε συνεπώς να απεγκλωβιστούμε από τα μνημόνια μόνον εφόσον κατορθώσουμε να επανέλθουμε στις κεφαλαιαγορές με τη λήξη του τρέχοντος προγράμματος στα μέσα του 2018. Αν αυτό αποδειχτεί στην πράξη ανέφικτο, τότε ενδέχεται να μας περιμένουν τα χειρότερα, δηλαδή η ασύνταχτη χρεοκοπία. Δεδομένου ότι το πολιτικό κλίμα σε πολλά κράτη-μέλη της Ευρωζώνης επιδεινώνεται, με ισχυρή άνοδο της ευρωφοβικής ακροδεξιάς, είναι πολύ αμφίβολο αν το 2018 θα μπορούσε να υπάρξει και τέταρτη φορά διακρατικός δανεισμός προς την Ελλάδα, έστω και με επαχθέστερους όρους...
Συμπερασματικά, από την εκδήλωση της κρίσης, το πρώτο στάδιο αντίδρασης της ελληνικής κοινωνίας ήταν η άρνηση όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από το περιβόητο «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου το 2009.
Το δεύτερο στάδιο ήταν αυτό της οργής όπως αυτή εκφράστηκε μέσα από το κίνημα των αγανακτισμένων κυρίως το 2011-2012.
Το τρίτο στάδιο, που διαρκεί από το 2012 έως σήμερα, είναι το στάδιο της κατάθλιψης, με διάφορες απεγνωσμένες αντιδράσεις, οι οποίες δεν μας έχουν οδηγήσει εκτός μνημονίου.
Το τέταρτο στάδιο για το οποίο ήρθε η ώρα -είναι οι επόμενοι 18 μήνες- είναι το στάδιο της έλλογης διαχείρισης.
Η πρόταση για αποκρατικοποιήσεις
Στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων, το ελληνικό δημόσιο πιέζεται από τους δανειστές του να προχωρήσει σε άμεση εκποίηση περιουσιακών του στοιχείων, η οποία λόγω του δυσμενούς μακροοικονομικού περιβάλλοντος και του περιορισμένου αγοραστικού ενδιαφέροντος θα καταλήξει σε λεηλασία του δημόσιου πλούτου.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, προκύπτουν και επιμέρους δυσχέρειες σχετικές με ασάφειες στη νομική ή πραγματική κατάσταση διαφόρων περιουσιακών στοιχείων του δημοσίου, με αποτέλεσμα η ροή εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις στα δημόσια ταμεία να είναι διαρκώς κατώτερη του προϋπολογισμού.
Για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα, θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος ένα σύνθετο σχήμα με άξονα το ΤΑΙΠΕΔ (θα πρέπει να συνεξεταστούν και ορισμένα νομικής φύσεως ζητήματα), με τα παρακάτω βασικά χαρακτηριστικά:
• Το δημόσιο να εισφέρει στο ΤΑΙΠΕΔ ακίνητα μιας συγκεκριμένης αντικειμενικής αξίας και μετοχές δημόσιων επιχειρήσεων.
• Το μετοχικό κεφάλαιο του ΤΑΙΠΕΔ θα διαιρεθεί σε έναν μεγάλο αριθμό προνομιούχων μετοχών με εγγυημένο μέρισμα αλλά άνευ ψήφου και μία κοινή μετοχή. Η κοινή μετοχή θα παραμείνει στην κατοχή του δημοσίου, ενώ οι προνομιούχες θα διατεθούν σε δημόσια εγγραφή.
• Το προϊόν της εγγραφής θα χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για την αγορά ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά, με σκοπό να περιοριστεί η προσφορά σε τόσο χαμηλά επίπεδα, έτσι ώστε να γίνει εφικτή η δραστική μείωση των αποδόσεων. Και έτσι θα γίνει εφικτή σταδιακά και η έκδοση νέων ομολόγων.
• Τα περιουσιακά στοιχεία που θα έχουν εισφερθεί από το δημόσιο στο ΤΑΙΠΕΔ να εκποιούνται σταδιακά όταν επιτυγχάνεται για το καθένα δίκαιη τιμή (κατ’ εκτίμηση της ελεγχόμενης από το δημόσιο διοίκησης) και δεδομένου ότι στο μεταξύ θα έχει βελτιωθεί το μακροοικονομικό περιβάλλον.
• Με το τίμημα της εκποίησης θα γίνεται τμηματική επιστροφή κεφαλαίου προς τους προνομιούχους μετόχους, έως ότου εξοφληθούν για το σύνολο της ονομαστικής αξίας των μετοχών τους, οι οποίες τότε θα ακυρωθούν και τα υπόλοιπα περιουσιακά στοιχεία που δεν έχουν εκποιηθεί, θα επιστραφούν στο ελληνικό δημόσιο.
• Διαφορετικά, μετά την πάροδο ενός συγκεκριμένου, μακρού φυσικά, χρονικού διαστήματος, οι προνομιούχες μετοχές θα μετατρέπονται σε κοινές. Εναλλακτικά, αν το ελληνικό δημόσιο προτιμά, θα μπορούσε να εξοφλήσει σταδιακά τους μετόχους του ΤΑΙΠΕΔ μέσα από τα φορολογικά ή άλλα έσοδά του, σε βάθος χρόνου, χωρίς εκποίηση περιουσιακών στοιχείων.
• Ένα παρόμοιο σχήμα θα μπορούσε να συμβάλει στη γρήγορη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου, η οποία είναι απολύτως απαραίτητη μέσα στους επόμενους 18 μήνες.