Ψηλά στην ατζέντα επιμένει να κρατά η κυβέρνηση τα θέματα της οικονομίας, με φόντο τις πρόσφατες εξαγγελίες του Κυριάκου Μητσοτάκη και σε αναμονή των φορολογικών προτάσεων της αντιπολίτευσης στη Θεσσαλονίκη. Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι το πακέτο της ΔΕΘ που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός συνιστά μια πολύ τολμηρή φορολογική μεταρρύθμιση, η οποία αφορά την πλειοψηφία των πολιτών και έχει έναν κεντρικό σκοπό: τη μείωση των φόρων και την ταυτόχρονη αύξηση των καθαρών μισθών.
Παράλληλα, ήδη έχει ξεκινήσει η έντονη αντιπαράθεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία ξετυλίγουν τα δικά τους αφηγήματα που θα αναπτύξουν εκτενώς κατά τις επισκέψεις των επικεφαλής τους στη συμπρωτεύουσα το επόμενο τετραήμερο. Στη μάχη για την κυβερνώσα παράταξη έχουν ριχτεί οι κορυφαίοι υπουργοί και τα προβεβλημένα στελέχη που με δημόσιες παρεμβάσεις τους επιχειρούν να πείσουν για τη σημασία των νέων μέτρων, αλλά και να αποδομήσουν τις αντιπροτάσεις της κοινοβουλευτικής μειοψηφίας.
Όπως τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, απευθυνόμενος στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κωνσταντίνο Τασούλα, κατά τη χθεσινή προγραμματισμένη συνάντησή τους, επιλογή της κυβέρνησης ήταν να διοχετευτεί ο δημοσιονομικός χώρος ο οποίος δημιουργήθηκε από το πλεόνασμα της ανάπτυξης και της καταπολέμησης της φοροδιαφυγής, με έναν διαφορετικό, πιο στοχευμένο τρόπο.
Μάλιστα, κάνοντας και μια έμμεση σύγκριση σε σχέση με το τι συμβαίνει σήμερα στην Ευρώπη και μάλιστα σε ισχυρές χώρες όπως η Γαλλία, σημείωσε πως «είμαστε στην ευχάριστη κατάσταση σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες να μπορούμε να μειώνουμε φόρους και να αυξάνουμε δαπάνες». Αυτό, όπως είπε, είναι «το επιστέγασμα μιας συνετής οικονομικής πολιτικής», η οποία -προανήγγειλε- «θα έχει και βάθος και συνέχεια».
Χωρίς παρέκκλιση
Πρόθεση της κυβέρνησης είναι κάθε χρόνο να εξασφαλίζεται αναπτυξιακό πλεόνασμα, χωρίς παρέκκλιση από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες και στη συνέχεια αυτό να επιστρέφεται με δίκαιο τρόπο στην κοινωνία.
Σχετικά με τις καταγγελίες ότι το πακέτο της ΔΕΘ είναι «ψίχουλα», ο υπουργός Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης εξήγησε ότι τα 1,76 δισεκατομμύρια ευρώ «είναι το μεγαλύτερο πακέτο μείωσης φόρων που έχει γίνει ποτέ και η οποία οδηγεί ευθέως σε αυξήσεις εισοδημάτων».
Κάτι που το οικονομικό επιτελείο αναμένει να αποτυπωθεί εμπράκτως από τον Ιανουάριο, όταν θα τεθούν σε εφαρμογή οι αυξήσεις εισοδημάτων για μισθωτούς και συνταξιούχους και θα συνεχιστούν όλο το 2026 με τις διάφορες φοροελαφρύνσεις (τον ΕΝΦΙΑ για 12.700 οικισμούς κάτω των 1.500 κατοίκων, τον μειωμένο ΦΠΑ για τα ακριτικά νησιά του Ανατολικού Αιγαίου κάτω των 20.000 κατοίκων, τις μειώσεις φόρων ενοικίων κ.λπ.).
Στο ερώτημα γιατί δεν μειώνεται συνολικά ο ΦΠΑ, όπως στα ακριτικά νησιά, από την κυβέρνηση υπογραμμίζουν ότι κάτι τέτοιο έχει πολύ υψηλό δημοσιονομικό κόστος και δεν θα έφτανε στο σύνολο ποτέ στους πολίτες. Σύμφωνα με πρώτους υπολογισμούς, υποστηρίζουν, κάθε μείωση όλων των τωρινών συντελεστών ΦΠΑ κατά 1 μονάδα θα κόστιζε τουλάχιστον 1,1 δισ. ευρώ.
Παραπέμπουν δε σε μελέτη της Τραπέζης της Ελλάδος, σύμφωνα με την οποία μόνο το 19% της μείωσης θα έφτανε στους πολίτες, ενώ το υπόλοιπο θα χανόταν στα ενδιάμεσα στάδια της αγοράς.
«Προτιμήσαμε να δώσουμε απευθείας τα οφέλη στους πολίτες μέσα από τη μείωση των φόρων και την αύξηση των εισοδημάτων τους. Η αντιπολίτευση κουνάει διαρκώς τα γκολπόστ ζητώντας τα πάντα και ουσιαστικά προτείνοντας να οδηγηθούμε σε μνημόνια», λένε αρμόδιες πηγές.