Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ετοιμάζεται να ξεκινήσει μια δύσκολη άσκηση ισορροπίας: Πώς μπορεί να ωθήσει τον δημόσιο τομέα να αγοράζει περισσότερα προϊόντα κατασκευασμένα στην ΕΕ, χωρίς να κατηγορηθεί για προστατευτισμό;
Αυτή την εβδομάδα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δηλώσει για πρώτη φορά ρητά τι σημαίνει στην πράξη η ατζέντα «Buy European», γράφει το Politico. Η σχετική διατύπωση θα συμπεριληφθεί στην Πράξη Βιομηχανικού Επιταχυντή, η οποία θα παρουσιαστεί την Τετάρτη -και αποσκοπεί στο να διασφαλίσει ότι δισεκατομμύρια ευρώ σε δημόσιες συμβάσεις θα κατευθυνθούν σε παραγωγούς της ΕΕ σε τομείς που εκτείνονται από τις ανεμογεννήτριες έως τα πληροφοριακά συστήματα.
Αλλά ήδη υπάρχει αντίδραση από μια ομάδα εννέα χωρών της ΕΕ -με επικεφαλής την Τσεχία και στις οποίες περιλαμβάνονται η Εσθονία, η Φινλανδία, η Ιρλανδία, η Λετονία, η Μάλτα, η Πορτογαλία, η Σλοβακία και η Σουηδία. Η αντίδραση αυτή πηγάζει από την ανησυχία ότι η ΕΕ μπορεί να βλάψει τον εαυτό της, εάν απομονώσει ορισμένους τομείς της οικονομίας από τον υπόλοιπο κόσμο.
Η ανταρσία σχετικά με την προτεινόμενη πράξη αποκαλύπτει δύο διαφορετικές οπτικές για το τι χρειάζεται η Ευρώπη, ώστε να ανταγωνιστεί τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Για την ομάδα που ηγείται ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν -και η οποία κυριαρχείται από τα βιομηχανικά μεγαθήρια του μπλοκ- η Ευρώπη μπορεί να πετύχει στην παγκόσμια αναμέτρηση μόνο εάν δίνει προνομιακή μεταχείριση στους δικούς της βιομηχανικούς και τεχνολογικούς πρωταθλητές κατά την ανάθεση μεγάλων συμβάσεων, όπως για παράδειγμα στα δίκτυα δημόσιων μεταφορών.
Για τις μικρότερες χώρες με πιο φιλελεύθερη εμπορική ατζέντα, όμως, μια τέτοια προσέγγιση είναι απαράδεκτη. Υποστηρίζουν ότι οι οικονομίες τους μπορούν να παραμείνουν ανταγωνιστικές μόνο εάν είναι ελεύθερες να επιλέγουν τα καλύτερα προϊόντα στην καλύτερη τιμή -ακόμη κι αν αυτό σημαίνει αγορά από την Κίνα ή την Κορέα.
Με τα χρόνια, αυτές οι χώρες έχουν υποψιαστεί ότι μια στρατηγική «Buy European» στην πραγματικότητα θα αποδυνάμωνε την ευρωπαϊκή οικονομία, παρέχοντας προνομιακή μεταχείριση στις μεγάλες γαλλογερμανικές εταιρείες, οι οποίες θα βρίσκονται υπό μικρότερη πίεση να ανταγωνιστούν και θα χρεώνουν άδικα υψηλότερες τιμές σε προμηθευτές και πελάτες.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν υποστήριξε την ιδέα να επιτρέπεται στις κυβερνήσεις και σε άλλους δημόσιους φορείς να εκφράζουν μια «ευρωπαϊκή προτίμηση» στις δημόσιες συμβάσεις, όταν ξεκίνησε τη δεύτερη θητεία της πριν από έναν χρόνο.
Η Πράξη Βιομηχανικού Επιταχυντή αποτελεί το πρώτο δοκιμαστικό πεδίο για αυτή την ιδέα, έχοντας ενσωματωθεί σε μια πρωτοβουλία που αρχικά σχεδιάστηκε για την επιτάχυνση των επενδύσεων σε έργα απανθρακοποίησης στο πλαίσιο της Πράσινης Βιομηχανικής Συμφωνίας της Φον ντερ Λάιεν.
Κατά τη διάρκεια της σύνταξης της πρότασης, ο επίτροπος βιομηχανικής πολιτικής, εκτελεστικός αντιπρόεδρος Στεφάν Σεζουρνέ της Γαλλίας, ενσωμάτωσε το concept «Buy European» στην πρόταση, μαζί με αυστηρότερο έλεγχο των ξένων επενδύσεων.
Χειρισμός με προσοχή
Στην παρέμβασή τους, οι Τσέχοι κάλεσαν τις Βρυξέλλες να «επιδείξουν τη μέγιστη δυνατή προσοχή κατά τον σχεδιασμό της προσέγγισης της “ευρωπαϊκής προτίμησης”», σύμφωνα με έγγραφο θέσεων που έλαβε το Politico πριν από τη συνάντηση των υπουργών Βιομηχανίας της ΕΕ τη Δευτέρα.
«Η υιοθέτηση δυσανάλογων κανόνων για την “ευρωπαϊκή προτίμηση” ως πρότυπο στις πολιτικές μας θα μπορούσε να διακινδυνεύσει… την εμβάθυνση της δυσπιστίας στο πολυμερές εμπορικό σύστημα και στην ΕΕ ως αξιόπιστο και προβλέψιμο εταίρο», προσθέτει το έγγραφο των Τσέχων, το οποίο υπογράφουν και οι άλλες οκτώ χώρες.
Οι φόβοι αυτοί δεν περιορίζονται στην Ευρώπη: αντιπροσωπεία της ιαπωνικής επιχειρηματικής ομοσπονδίας Keidanren -στην οποία περιλαμβάνονται εταιρείες όπως η Toyota και η Mitsubishi- συναντήθηκε πρόσφατα με μέλος του επιτελείου του Σεζουρνέ για να συζητήσει την ιδέα της ευρωπαϊκής προτίμησης, σύμφωνα με πρόσωπο που γνωρίζει το θέμα. Η ιδέα τους είναι οι «ομοϊδεάτες εταίροι» της ΕΕ, όπως η Ιαπωνία, να εξαιρούνται από τέτοιες απαιτήσεις.
Οι ανησυχίες που εκφράζονται στο έγγραφο των Τσέχων έχουν επίσης βρει απήχηση σε ορισμένες ευρωπαϊκές επιχειρηματικές ενώσεις -παρότι θεωρητικά αυτές θα ωφελούνταν εάν οι κυβερνήσεις τους αγόραζαν περισσότερα προϊόντα, υπηρεσίες ή τεχνολογίες ευρωπαϊκής προέλευσης.
Ο Πέτερ Κόφλερ, πρόεδρος της επιχειρηματικής ένωσης Danish Entrepreneurs, προειδοποίησε ενάντια στην οικοδόμηση «προστατευτικών τειχών που μας απομονώνουν από την παγκόσμια πραγματικότητα».