Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ξεπληρώστε και μετά πληρώστε

Ένα κανονικό κράτος εξοφλεί πρώτα τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του και μετά μοιράζει λεφτά που μπορεί να μην έχει στο μέλλον. Πολύ περισσότερο, όταν υπάρχουν δικαστικές εκκρεμότητες. Στην Ελλάδα, γενικά και ειδικά σε προεκλογικές περιόδους, αυτό δεν ισχύει.

Ξεπληρώστε και μετά πληρώστε

Είναι πιο ευχάριστο και πολιτικά πιο ωφέλιμο να μοιράζει κανείς λεφτά σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις αντί να αποπληρώνει ληξιπρόθεσμα χρέη προς ιδιώτες.

Το ελληνικό κράτος δια της κυβέρνησης είχε δεσμευθεί επανειλημμένα πέρυσι να εξοφλήσει τους προμηθευτές του μέχρι τα τέλη του 2018.

Παρ' όλα αυτά συνεχίζει να τους χρωστά πάνω από 2 δισ. ευρώ, με βάση τα πιο πρόσφατα στοιχεία.

Όμως, αυτό δεν το εμποδίζει να διανέμει εμπροσθοβαρώς λεφτά, προεξοφλώντας υπερπλεόνασμα για φέτος.

Κι ενώ εκκρεμούν αποφάσεις του ΣτΕ για προσφυγές που μπορούν να κοστίσουν εκατοντάδες εκατομμύρια ή δισ. ευρώ στον προϋπολογισμό.

Μ’ αυτό τον τρόπο δίνει -ακόμη μια φορά- το «καλό» παράδειγμα σε ιδιώτες που προτιμούν να πληρώνουν άλλα πράγματα αντί των εργαζομένων και των προμηθευτών τους, διαιωνίζοντας ένα φαύλο κύκλο.

Παρ’ όλα αυτά θα κατανοούσαμε την εμπροσθοβαρή διανομή του εκτιμώμενου υπερπλεονάσματος το 2019 για εκλογικούς λόγους.  

Όμως, από εκεί και πέρα, το κράτος όφειλε να γίνει κανονικό.

Με άλλα λόγια, να εξοφλήσει πλήρως τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του και να συνυπολογίσει το κόστος των όποιων δικαστικών αποφάσεων, πριν αρχίσει τις παροχές.   

Επίσης, η κυβέρνηση θα έπρεπε να διεκδικήσει τη μείωση του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 2,5% του ΑΕΠ από 3,5% την περίοδο 2020-2022, ώστε να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος που θα επέτρεπε φοροελαφρύνσεις κ.τ.λ.   

Αυτό δεν είναι ίδιο με τη δημιουργία ειδικού λογαριασμού ύψους 5,55 δισ. ευρώ ή 3% του ΑΕΠ «ως επιπλέον εγγύηση έναντι των δανειστών για τα επόμενα τρία χρόνια, ως το 2022. Εγγύηση ότι θα πάρουν τα χρήματα που αναλογούν στο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5%» όπως ειπώθηκε χθες.

Κι αυτό γιατί είναι άλλο πράγμα το δημοσιονομικό κενό (fiscal gap) κι άλλο το χρηματοοικονομικό κενό (financing gap).

Το δημοσιονομικό κενό, δηλαδή η διαφορά του στόχου από το πραγματικό πλεόνασμα, καλύπτεται με μέτρα λιτότητας και όχι δάνεια.

Το απόθεμα ρευστότητας των 30-40 δισ. ευρώ από το οποίο θα αντληθούν τα 5,5 δισ. ευρώ είναι δάνεια, από τη στιγμή που η χώρα έχει δημόσιο χρέος ύψους 320 δισ. ευρώ και βάλε.

Αν λοιπόν δεν πιαστεί ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, θα πρέπει να ληφθούν δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας για να συνεχίσει να βγαίνει ο λογαριασμός.

Όπως έχουμε αναφέρει ξανά στο παρελθόν, ο στόχος για πλεόνασμα 3,5%  δεν μπήκε τυχαία. Είναι μέρος της εξίσωσης που βγάζει το ελληνικό χρέος φερέγγυο (διατηρήσιμο).

Δεν νομίζουμε ότι στην κυβέρνηση δεν τα γνωρίζουν όλα αυτά.

Θα περιμέναμε οι θεσμοί και άλλοι κοινοτικοί αξιωματούχοι να μας το υπενθυμίσουν με κομψό τρόπο, λέγοντας π.χ. ότι η Ελλάδα θα πρέπει να σεβαστεί τη συμφωνία για πρωτογενή πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι τα τέλη του 2022.   

Εν τω μεταξύ, μετά τις χθεσινές σημαντικές ανακοινώσεις της κυβέρνησης, η στήλη είναι αναγκασμένη να αλλάξει στάση και να αποσύρει την πρόταση για νέα έξοδο της Ελλάδας στις αγορές πριν από τις ευρωεκλογές.

Η έξοδος μπορεί να περιμένει επί μήνες πλέον. Μετά τις εθνικές εκλογές. 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v