Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η αυταπάτη του δημοσιονομικού χώρου

Οι εταιρείες μοιράζουν μέρισμα όταν έχουν κέρδη. Όμως, το ελληνικό κράτος μοιράζει μέρισμα ακόμη κι όταν έχει ζημιές, δηλ. έλλειμμα. Δεν είναι σοφή πολιτική για μια υπερχρεωμένη χώρα αλλά ας όψεται η ΕΚΤ.

Η αυταπάτη του δημοσιονομικού χώρου

Θα ξεκινήσουμε με μια παρατήρηση που θεωρούμε σωστή και ανήκει σε στέλεχος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η ψήφιση του προϋπολογισμού είναι μια -υποτίθεται- κορυφαία κοινοβουλευτική διαδικασία. Πόσο θεσμικά σωστό είναι να ανακοινώνει ο πρωθυπουργός μέτρα στήριξης της μιας ή της άλλης ομάδας του πληθυσμού εκείνη την ημέρα, με προφανή στόχο να τύχουν ευρύτερης προβολής; Η απάντηση είναι πως δεν είναι θεσμικά σωστό και θα πρέπει να μπει ένα τέλος.

Από την άλλη πλευρά, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι βρίσκουμε τον προϋπολογισμό του 2022 ρεαλιστικό, σε αντίθεση με τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Η μείωση του ελλείμματος της Γενικής Κυβέρνησης στο 4% του ΑΕΠ το 2022 από 9,6% του ΑΕΠ το 2021 είναι μεγάλη αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε δύο πράγματα. Πρώτον, το τεράστιο δημόσιο χρέος των 355 δισ. ευρώ ή 189,6% του ΑΕΠ το 2022 από 350 δισ. το 2021 και δεύτερον τον πληθωρισμό που ευνοείται από τη δημοσιονομική και νομισματική χαλαρότητα. Αν θα έπρεπε να υπάρχει μια ένσταση, αυτή αφορά τον προϋπολογισμό του 2021, που ήταν πολύ πιο επεκτατικός απ’ όσο χρειαζόταν. Αυτό άλλωστε εξηγεί εν μέρει γιατί ο φετινός ρυθμός ανάπτυξης θα είναι τελικά πολύ υψηλότερος, φθάνοντας ή και ξεπερνώντας το 8% από τις αρχικές προβλέψεις. Αυτό πιθανόν οδηγεί σε νέα υπέρβαση του στόχου για τα φορολογικά έσοδα. Κι επειδή οι πολιτικές παραδόσεις στην Ελλάδα δύσκολα σπάζουν και το 2022 μπορεί να είναι προεκλογική χρονιά, τα υπερβάλλοντα έσοδα θα διατεθούν πιθανόν είτε για ενίσχυση κάποιων ομάδων είτε για μείωση της φορολογίας.  

Φυσικά, όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να γίνουν, αν το κόστος δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου από τις αγορές δεν ήταν πολύ χαμηλό. Κάτι που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στις αγορές ελληνικών τίτλων από την ΕΚΤ μέσω του PEPP. Κοινώς, τα χαμηλά επιτόκια δημιουργούν τον δημοσιονομικό χώρο για επιδοτήσεις, παροχές κ.λπ.  

Όπως δείχνουν τα στοιχεία του IIF, οι ξένοι επενδυτές πούλησαν ελληνικά κρατικά ομόλογα το 2020 σε ελκυστικές τιμές στην ΕΚΤ για να μειώσουν την έκθεσή τους στον ελληνικό κίνδυνο.  Το ίδιο πιθανόν επαναλήφθηκε το 2021 στην Ελλάδα και την Ιταλία, τις δύο πιο υπερχρεωμένες χώρες της ευρωζώνης. Για να αποφύγει την εκτόξευση των ελληνικών αποδόσεων με το τέλος των καθαρών αγορών τίτλων από το έκτακτο πρόγραμμα για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας (PEPP), η ΕΚΤ έστειλε την περασμένη Πέμπτη σήμα πως θα συνεχίσει τη στήριξη μέχρι και το τέλος του 2024, αν και υπάρχουν κάποια ερωτήματα.

Θεωρητικά, γιατί στην πράξη θα πρέπει να περιμένουμε να δούμε πώς θα ενεργήσει, σ’ ένα περιβάλλον υψηλού πληθωρισμού, με τη Fed και την Τράπεζα της Αγγλίας να κινούνται πιο γρήγορα και επιθετικά. Καλές λοιπόν οι παροχές, αλλά ο δημοσιονομικός χώρος που τις επιτρέπει είναι αυταπάτη σε μια υπερχρεωμένη χώρα με γηράσκοντα πληθυσμό.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v