Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Νικολαΐδης (Moody's): Γιατί αναβαθμίσαμε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα

O επικεφαλής του οίκου για τις ελληνικές τράπεζες καταθέτει στο Euro2day.gr τις εκτιμήσεις του για τον εγχώριο κλάδο. Οι εκδόσεις MREL, τι μπορεί να πάει στραβά και τι θα καθορίσει το 2023.

Νικολαΐδης (Moodys): Γιατί αναβαθμίσαμε το ελληνικό τραπεζικό σύστημα

O οίκος Moody’s και η ομάδα του Ν. Νικολαΐδη, Vice President - Senior Credit Officer Financial Institutions, τις προηγούμενες ημέρες αναθεώρησαν θετικά τις αξιολογήσεις έξι ελληνικών τραπεζών που βαθμολογούν, κατά μία ή δύο βαθμίδες, καθώς και την αυτόνομη Βασική Πιστωτική Αξιολόγηση (BCA) τριών από αυτές, ακριβώς όπως μας είχε «υποσχεθεί» στη συνέντευξή του φέτος τον Μάιο  με τίτλο: «Έρχονται αναβαθμίσεις για τις ελληνικές τράπεζες».

O κ. Νικολαΐδης, ο οποίος είναι ο επικεφαλής για τις αξιολογήσεις στις ελληνικές τράπεζες στον οίκο Moody’s, εκτιμά στη συνέντευξη που παραχώρησε στο Euro2day.gr ότι είναι πλέον καλύτερα προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις του 2023. Παρά την αρνητική συγκυρία, δεν φοβάται ότι το επόμενο έτος θα μπορέσει να ανατρέψει όσα έχει πετύχει ο εγχώριος τραπεζικός τομέας. Επισημαίνει επίσης ότι το θέμα των ημερών με τις εκδόσεις των MREL δεν «πιέζει» τις ελληνικές τράπεζες.

Το θέμα της διανομής μερισμάτων, το οποίο έχει στηρίξει τις τιμές των μετοχών φέτος, από πιστωτικής πλευράς δεν είναι κάτι που θα το έβλεπε αρνητικά, ακόμη και υπό το πρίσμα της συμμετοχής των DTCs στα κεφάλαια των τραπεζών.

Τέλος, το θέμα των εκλογών του 2023 θα απασχολήσει τις αγορές και τις τράπεζες μόνο αν η περίοδος αβεβαιότητας παραταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Κύριε Νικολαΐδη, η αναβάθμιση του ελληνικού τραπεζικού τομέα και των τραπεζών μεμονωμένα θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μια τολμηρή κίνηση, όταν η ενεργειακή κρίση μπορεί να επιδεινωθεί, η ευρωπαϊκή οικονομία ολισθαίνει προς την ύφεση και νέα NPEs θα μπορούσαν να επανεμφανιστούν στο εγγύς μέλλον, λόγω των προαναφερθεισών συνθηκών. Τι πιστεύετε;

Πιστεύουμε ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον καλύτερα προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που αναφέρετε παραπάνω, καθώς έχουν εξυγιάνει τους ισολογισμούς τους και έχουν ενισχύσει τη φερεγγυότητά τους τα τελευταία δύο χρόνια. Οι πρόσφατες αναβαθμίσεις αντικατοπτρίζουν σε κάποιο βαθμό τις βελτιώσεις που είδαμε στα θεμελιώδη χρηματοοικονομικά μεγέθη αυτών των τραπεζών, αλλά και τις καλύτερες διαρθρωτικές προοπτικές βασικής κερδοφορίας μετά τις σημαντικές ζημίες των τελευταίων ετών. Αναμένουμε ότι η Ελλάδα θα είναι μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην ΕΕ φέτος, στηρίζοντας τις χορηγήσεις και τα έσοδα των τραπεζών, αν και όπως σωστά επισημάνατε, το 2023 θα είναι ένα έτος προκλήσεων με σημαντικά χαμηλότερη αύξηση του ΑΕΠ, αλλά και πάλι σε θετικό έδαφος. Παρόλο που τα υψηλότερα επιτόκια θα επηρεάσουν αρνητικά την οικονομική δυνατότητα των ευάλωτων δανειοληπτών να πληρώσουν το χρέος τους, γεγονός που με τη σειρά του θα μπορούσε να προκαλέσει τη δημιουργία νέων NPEs, πιστεύουμε ότι αυτό θα είναι διαχειρίσιμο για τις ελληνικές τράπεζες και ότι τα υψηλότερα επιτόκια σε συνδυασμό με τα κονδύλια της ΕΕ στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας για την Ελλάδα θα στηρίξουν και τα βασικά τους έσοδα στο μέλλον.

 Άρα οι ελληνικές τράπεζες είναι πλέον καλύτερα προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν τους νέους αντίθετους ανέμους και τις προκλήσεις από τις πληθωριστικές πιέσεις και την αύξηση των επιτοκίων. Τι θα μπορούσε όμως να πάει στραβά με αυτή την υπόθεση;

Σε περίπτωση που κάποιες από τις βασικές μας υποθέσεις, όπως η θετική αύξηση του ΑΕΠ το 2023 και η επί της ουσίας ανεπαίσθητη αύξηση του ποσοστού ανεργίας, δεν επιτευχθούν ή για οποιονδήποτε λόγο η χρηματοδότηση από το RRF (σ.σ. Ταμείο Ανάκαμψης) δεν εκταμιευθεί πλήρως όπως έχει προγραμματιστεί, τότε οι συνθήκες αυτές θα μπορούσαν να έχουν πιο ουσιαστικές επιπτώσεις στις επιδόσεις των τραπεζών τους επόμενους 12-18 μήνες. Ένα τέτοιο σενάριο θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει την αλλαγή σε ορισμένες από τις θετικές προοπτικές αξιολόγησης που έχουμε για τις ελληνικές τράπεζες σε σταθερές, αν και θα χρειαστεί σημαντική επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού, της κερδοφορίας και των κεφαλαίων των τραπεζών για να ασκηθεί οποιαδήποτε αρνητική πίεση στην αξιολόγηση. Θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι πρόσφατες αναβαθμίσεις αξιολογήσεων έχουν πραγματοποιηθεί από σχετικά χαμηλή βάση, εντός του εύρους μη επενδυτικής βαθμίδας.

Όλες οι ελληνικές τράπεζες πρέπει να επιτύχουν συγκεκριμένους στόχους MREL σε μια περίοδο όπου η χρηματοδότηση «χονδρικής» γίνεται πιο ακριβή σε ολόκληρη την ΕΕ. Ποιες είναι οι δικές σας σκέψεις;

Η προθεσμία MREL για τις ελληνικές τράπεζες λήγει στο τέλος του 2025, γεγονός που παρέχει άφθονο χρόνο και περιθώριο για την εκπλήρωση αυτής της απαίτησης. Παρόλο που η πρόσφατη διεύρυνση των spreads έχει καταστήσει αρκετά ακριβές τις όποιες εκδόσεις προνομιούχων ομολόγων υψηλής εξασφάλισης, πιστεύουμε ότι οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να διερευνούν ευκαιρίες για την τοποθέτηση οποιουδήποτε χρέους, είτε μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης είτε στις διεθνείς κεφαλαιαγορές, προκειμένου να καλύψουν σταδιακά αυτές τις χρηματοδοτικές ανάγκες. Έχουμε δει παραδείγματα τέτοιων εκδόσεων χρέους φέτος από τη Eurobank και πιο πρόσφατα από την Alpha Bank, ενώ η Εθνική Τράπεζα έκανε μια έκδοση αυτή την εβδομάδα, όπως και η Τράπεζα Πειραιώς. Αναμένουμε επίσης ότι οι ελληνικές τράπεζες θα προβούν σε βραχυπρόθεσμες εκδόσεις ανακεκλημένου χρέους, με την ελπίδα να τις αναχρηματοδοτήσουν με χαμηλότερα επιτόκια στο μέλλον.

Οι ελληνικές τράπεζες εμμένουν στη θέση τους να επαναλάβουν τη διανομή μερισμάτων από τα κέρδη του 2022. Λαμβάνοντας υπόψη τα DTCs, μεταξύ άλλων, πιστεύετε ότι είναι η σωστή επιλογή;

Πράγματι, τα DTCs στην κεφαλαιακή διάρθρωση των ελληνικών τραπεζών είναι μια ανησυχία που περιορίζει την εκτίμηση της φερεγγυότητας και τις αξιολογήσεις για τις τράπεζες αυτές. Πιστεύουμε ότι η ποιότητά τους ως μορφή κεφαλαίου είναι αδύναμη, υπονομεύοντας τα ενσώματα κοινά ίδια κεφάλαια (TCE) και την ικανότητα απορρόφησης ζημιών των ελληνικών τραπεζών. Παρ' όλα αυτά, αυτά τα DTC εξακολουθούν να αναγνωρίζονται από την ΕΚΤ ως κεφάλαιο κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (CET1), γεγονός που επιτρέπει στις τράπεζες να αναφέρουν επαρκείς μετρήσεις εποπτικών κεφαλαίων. Από πιστωτικής άποψης, δεν θα βλέπαμε αρνητικά τυχόν μερισματικές πληρωμές που επιτρέπει η ρυθμιστική αρχή στους μετόχους που στήριξαν τις τράπεζες αυτές σε δύσκολες εποχές, υπό την προϋπόθεση ότι δεν θέτουν σε σημαντικό κίνδυνο τα επίπεδα του TCE τους.

Πιστεύετε ότι μια πιθανή ένταξη των senior notes του «Ηρακλή» (με εγγύηση της κυβέρνησης) στο χρέος της χώρας θα επηρεάσει τον τραπεζικό τομέα;

Μια τέτοια απόφαση είναι απίθανο να έχει άμεσο αντίκτυπο στον τραπεζικό τομέα, δεδομένου ότι τα εν λόγω senior notes με την εγγύηση της κυβέρνησης βρίσκονται ήδη στους ισολογισμούς των τραπεζών ταξινομημένα ως δάνεια σε εκτέλεση και μηδενικά σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο. Ωστόσο, μια ενδεχόμενη αύξηση των μετρήσεων του χρέους της χώρας θα μπορούσε να επηρεάσει έμμεσα τις τράπεζες, κυρίως με τη μορφή χαμηλότερων προοπτικών ανάπτυξης, εν μέσω αυστηρότερης δημοσιονομικής ικανότητας της κυβέρνησης για τη στήριξη της οικονομίας και των έργων υποδομής.

Τέλος, στην Ελλάδα θα διεξαχθούν γενικές εκλογές μέσα στο 2023, καθώς λήγει η θητεία της σημερινής κυβέρνησης. Η αλλαγή του εκλογικού συστήματος ενδέχεται να παρατείνει τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης. Θα μπορούσε αυτή η περίοδος αβεβαιότητας να πλήξει τις προοπτικές των τραπεζών;

Σε περίπτωση που μια τέτοια περίοδος αβεβαιότητας, η οποία επηρεάζει αρνητικά το οικονομικό κλίμα και τη δραστηριότητα, παραταθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε αυτό θα μπορούσε ενδεχομένως να επηρεάσει τις προοπτικές των τραπεζών και τις προοπτικές αξιολόγησης. Ωστόσο, αυτό είναι αρκετά κερδοσκοπικό, σε αυτό το σημείο, και θα απέφευγα να αναπτύξω περαιτέρω ένα τέτοιο πολιτικό σενάριο.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v