WSJ: Αυτό που λείπει στον ΣΥΡΙΖΑ είναι η εμπιστοσύνη των επενδυτών

Η έλλειψη πρόσβασης στις αγορές είναι βασικό πρόβλημα της Ελλάδας και αυτό κινδυνεύει να το παραβλέψει η νέα κυβέρνηση, γράφει σε άρθρο του στη Wall Street Journal ο Simon Nixon. Οι προγραμματικές δηλώσεις, η αντιπαράθεση με την ΕΕ και πού επικεντρώνουν την προσοχή τους οι επενδυτές.

WSJ: Αυτό που λείπει στον ΣΥΡΙΖΑ είναι η εμπιστοσύνη των επενδυτών

Ο Αλέξης Τσίπρας πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της δεύτερης εβδομάδας του στην εξουσία προσπαθώντας να διορθώσει τις γέφυρες που καταστράφηκαν στην πρώτη του εβδομάδα. Ωστόσο, ο νέος πρωθυπουργός της Ελλάδας έκλεισε την εβδομάδα μοιάζοντας ακόμα πιο απομονωμένος στην Ευρώπη απ' ό,τι όταν ξεκίνησε. Ακόμα και η γαλλική κυβέρνηση του είπε να μην προσπαθήσει να διχάσει την ευρωζώνη.

Τώρα ο κ. Τσίπρας αυξάνει το διακύβευμα: στη χθεσινή του ομιλία στη Βουλή, δημιούργησε το σκηνικό για μια ενδεχομένως αποφασιστική εβδομάδα αντιπαράθεσης.

Έχει να αντιμετωπίσει δύο προκλήσεις: η πρώτη είναι να βρει μια βραχυπρόθεσμη συμφωνία ώστε να διασφαλίσει τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για τις επόμενες εβδομάδες και η δεύτερη να διαπραγματευτεί μια νέα μακροχρόνια συμφωνία χρηματοδότησης, η οποία -όπως επιμένει η Αθήνα- θα πρέπει να περιλαμβάνει ελάφρυνση του χρέους.

Θεωρητικά, είναι δυνατή μια συμφωνία αφού κανένας δεν θέλει η Ελλάδα να φύγει από το ευρώ. Όμως η ομιλία του την Κυριακή είναι βέβαιο πως θα εντείνει τους φόβους της ευρωζώνης ότι το μεγαλύτερο εμπόδιο τόσο για μια βραχυπρόθεσμη όσο και για μια μακροπρόθεσμη συμφωνία είναι ο ίδιος ο Έλληνας ηγέτης. Οι policy makers ανησυχούν μήπως έχει διαγνώσει λάθος την κατάσταση της Ελλάδας και υποτιμά τους πολιτικούς, θεσμικούς, χρηματοοικονομικούς και νομικούς περιορισμούς της ευρωζώνης, καθιστώντας την επίτευξη λύσης πολύ πιο δύσκολη.

Η Αθήνα πιστεύει πως μπορεί να αντιμετωπίσει το βραχυπρόθεσμο πρόβλημά της κάνοντας την ΕΚΤ να της παράσχει την απαραίτητη χρηματοδότηση είτε άμεσα μέσω ενός δανείου, είτε έμμεσα, επιτρέποντας στις ελληνικές τράπεζες να αγοράσουν νέα βραχυπρόθεσμα έντοκα γραμμάτια και να τα αναχρηματοδοτήσουν χρησιμοποιώντας τους μηχανισμούς της ΕΚΤ.

Αυτό όμως φαίνεται απίθανο. Ακόμα και αν η ευρωζώνη συμφωνούσε να επιτρέψει στην Αθήνα να εκδώσει περισσότερα έντοκα γραμμάτια, η ΕΚΤ δεν θα αυξήσει το τρέχον όριο των 3,5 δισ. ευρώ για την αναχρηματοδότηση των εντόκων, καθώς θεωρεί ότι αυτό θα ισοδυναμούσε με χρηματική ενίσχυση της κυβέρνησης, κάτι που απαγορεύεται από τις Ευρωπαϊκές Συνθήκες.

Η υπόλοιπη ευρωζώνη πιέζει την Αθήνα να ζητήσει παράταση του υφιστάμενου μνημονίου. Όμως ο κ. Τσίπρας έχει αρνηθεί ξεκάθαρα να πάρει πίσω την προεκλογική του υπόσχεση για τερματισμό του μνημονίου.

Μέχρι πού θα φτάσει ο κ. Τσίπρας αυτή την πολιτική των άκρων; Είναι έτοιμος να αφήσει το τρέχον πρόγραμμα να τερματιστεί χωρίς να έχει ένα καινούριο σχέδιο; Αυτό θα αύξανε το διακύβευμα. Κανένας δεν γνωρίζει με σιγουριά για πόσο θα μπορεί η Αθήνα να συνεχίσει να ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις της δεδομένης της αβεβαιότητας σε ό,τι αφορά την είσπραξη φόρων. Ο κ. Τσίπρας μπορεί να ανακουφιστεί από το γεγονός ότι η ΕΚΤ δεν θα τραβήξει την πρίζα από τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες θα εξακολουθήσουν να έχουν πρόσβαση στον ELA μέσω της Τράπεζας της Ελλάδος.

Όμως αυτή η «άδεια» δεν θα ισχύει επ' άπειρον. «Περισσότερο από δύο εβδομάδες, αλλά λιγότερο από έναν χρόνο» σύμφωνα με ανώτατο αξιωματούχο της ΕΚΤ. Η ΕΚΤ θα μπορούσε να σταματήσει την πρόσβαση στον ELA εάν κρίνει πως το πρόγραμμα γίνεται υπερβολικό ή χρησιμοποιείται για να χρηματοδοτήσει την κυβέρνηση.

Ο κ. Τσίπρας μπορεί να πιστεύει ότι οι βραχυπρόθεσμες πιέσεις ίσως οδηγήσουν σε καλύτερη μακροπρόθεσμη λύση. Όμως οι Ευρωπαίοι νομοθέτες φοβούνται πως η στρατηγική του αποκαλύπτει μια ευρύτερα λανθασμένη εκτίμηση σε ό,τι αφορά τη φύση της δυσχερούς κατάστασης στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα.

Επικεντρώνοντας την προσοχή του στη σύναψη πολιτικών συμφωνιών με την ευρωζώνη, κινδυνεύει να παραβλέψει το πραγματικό πρόβλημα της Ελλάδας: την έλλειψη πρόσβασης στις αγορές. Όσο οι επενδυτές συνεχίζουν να αποφεύγουντην ελληνική κυβέρνηση, τις ελληνικές τράπεζες και επιχειρήσεις, ο κ. Τσίπρας δεν έχει πιθανότητα να ηγηθεί μιας οικονομικής ανάκαμψης, άσχετα από την όποια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.

Στο πλαίσιο του προγράμματος της τρόικας, η Ελλάδα είχε αρχίσει να ανακτά την πρόσβασή της στην αγορά, ακολουθώντας τα βήματα της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας. Δισεκατομμύρια ευρώ έρρευσαν προς την κυβέρνηση και τις τράπεζες το περασμένο έτος, δημιουργώντας ελπίδες ότι η χώρα θα μπορούσε να βγει από το πρόγραμμα διάσωσης φέτος, έστω και με το δίχτυ ασφαλείας της προληπτικής γραμμής πίστωσης της ευρωζώνης.

Η τρέχουσα πολιτική κρίση έχει ανατρέψει αυτές τις ελπίδες για την ώρα. Ο κ. Τσίπρας απαιτεί από την ευρωζώνη να σεβαστεί την εκλογική εντολή του, όμως η πρόκληση που αντιμετωπίζει είναι να κερδίσει τον σεβασμό των επενδυτών.

Πράγματι, μια μείωση του ελληνικού χρέους θα αποδεικνυόταν καλή για την ανάπτυξη και για τους επενδυτές, από την άποψη ότι θα δημιουργούσε περιθώριο για πιο χαλαρή δημοσιονομική πολιτική – αν και πολλά εξαρτώνται από το αν αυτό το δημοσιονομικό περιθώριο θα χρησιμοποιηθεί για να αναζωογονηθούν οι παραγωγικές επενδύσεις.

Αυτό όμως είναι απίθανο να αποκαταστήσει από μόνο του την πρόσβαση στις αγορές. Οι επενδυτές θα επικεντρωθούν στην ευρύτερη οικονομική στρατηγική του κ. Τσίπρα και ειδικότερα σε τέσσερα σημεία-κλειδιά:

Το πρώτο είναι η φορολογία: Ο κ. Τσίπρας έχει υποσχεθεί να καταργήσει τον ΕΝΦΙΑ και να αντλήσει χρήματα μέσω της πάταξης της φοροδιαφυγής. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα έχει ήδη εφαρμόσει βαθιές μεταρρυθμίσεις στον φορολογικό της κώδικα και στις φορολογικές αρχές που, εάν συνεχιστούν, σύντομα θα αρχίσουν να αποφέρουν αποτελέσματα. Εκεί όπου υπάρχουν ακόμα προβλήματα είναι στο καθεστώς ΦΠΑ. Ο ρυθμός είσπραξης του ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι πολύ χαμηλότερος από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, λόγω του διαβολικά περίπλοκου συστήματος εξαιρέσεων και ειδικών συντελεστών που ενθαρρύνουν την κατάχρηση. Η προηγούμενη κυβέρνηση με απροθυμία δεσμεύτηκε για μεγάλη μεταρρύθμιση στον ΦΠΑ. Θα το προχωρήσει αυτό ο κ. Τσίπρας;

Το δεύτερο είναι η διαφθορά, που ο κ. Τσίπρας έχει υποσχεθεί ότι θα πατάξει. Εδώ η πρόκληση είναι να βελτιώσει την ποιότητα της δημόσιας διοίκησης. Η προηγούμενη κυβέρνηση επεξεργαζόταν μια συνολική αναδιοργάνωση των κρατικών διευθύνσεων και νέους κανόνες για την εφαρμογή ανοικτών διαγωνισμών για θέσεις εργασίας, προσλήψεις μετά από αξιολόγηση και προαγωγές και μισθούς που θα βασίζονται στις επιδόσεις αντί στην αρχαιότητα στην υπηρεσία. Η νέα κυβέρνηση έχει πει πως θα εισαγάγει τη δική της μεταρρύθμιση του δημοσίου τομέα, θα πάει όμως τόσο μακριά όσο οι προκάτοχοί της και θα ρισκάρει να έρθει σε διένεξη με τους πολλούς υποστηρικτές της στα συνδικάτα των εργαζομένων στο Δημόσιο;

Το τρίτο είναι το καθεστώς των χρεοκοπιών, που είναι ζωτικής σημασίας ώστε να δώσει τη δυνατότητα στις ελληνικές τράπεζες να αντιμετωπίσουν τα τεράστια ποσά των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πέρυσι εισήχθη ένας νέος προσωρινός διακανονισμός που θα βοηθούσε τις τράπεζες να αναδιαρθρώσουν τα χρέη των μικρότερων επιχειρήσεων, όμως ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δηλώσει την αντίθεσή του, λέγοντας πως ήταν υπερβολικά γενναιόδωρος για τις τράπεζες, σε βάρος του κράτους. Εν τω μεταξύ, εκατομμύρια επονομαζόμενων εταιρειών-ζόμπι και νοικοκυριών παραμένουν στον αέραδιότι με τους υφιστάμενους κανόνες, αν χρεοκοπήσουν, οι τράπεζες δεν θα πάρουν τίποτα. Τολμά ο κ. Τσίπρας να δράσει εκεί που απέτυχε ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς;

Τέλος, η νέα κυβέρνηση έχει στείλει ανάμικτα μηνύματα σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικοποιήσεις. Ωστόσο, η αξία των πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων δεν αφορά μόνο τις τιμές που καταβάλλονται, αλλά και τις επενδύσεις που θα φέρουν. Αν συνεχίσει τις υφιστάμενες συμφωνίες, συμπεριλαμβανομένης της πώλησης μεριδίων στον λιμάνι του Πειραιά και στα 14 περιφερειακά αεροδρόμια, θα στείλει ένα ισχυρό μήνυμα στις αγορές αναφορικά με το πόσο ανοικτή είναι η νέα κυβέρνηση στις επιχειρήσεις.

Βέβαια, οι ριζοσπαστικές ανατροπές επίσης θα έστελναν μήνυμα στην ευρωζώνη, ενισχύοντας τη θέση του κ. Τσίπρα στην επίλυση των βραχυπρόθεσμων και μακροπρόθεσμων προβλημάτων του. Άλλωστε, η ευρωζώνη μπορεί να βοηθήσει την Ελλάδα μόνο αν πιστεύει ότι η χώρα είναι πρόθυμη να βοηθήσει τον εαυτό της. Ο κ. Τσίπρας μπορεί σύντομα να μάθει ότι αυτή είναι η μόνη βάση στην οποία είναι δυνατή η συμμετοχή στη νομισματική ένωση.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v