Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το θλιβερό debate και οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία στις ΗΠΑ

Πρωτοφανή στα εξήντα χρόνια τηλεοπτικών αναμετρήσεων υποψηφίων προέδρων τα όσα συνέβησαν χθες. Η στρατηγική Τραμπ που ρίχνει σκιές στην εκλογική διαδικασία, ο κίνδυνος εμπλοκής της δικαιοσύνης και το plan B με φόντο το 2024. Το editorial των FT.

Το θλιβερό debate και οι κίνδυνοι για τη δημοκρατία στις ΗΠΑ
  • editorial

Έχουν περάσει περίπου 60 χρόνια από το πρώτο τηλεοπτικό ντιμπέιτ ανάμεσα σε δύο υποψηφίους προέδρους των ΗΠΑ.

Κάποιες τηλεμαχίες έμειναν στην ιστορία, άλλες ήταν ανιαρές, αλλά καμία δεν προκάλεσε τέτοιο αποτροπιασμό όσο αυτή που διεξήχθη στο Οχάιο την Τρίτη.

Ανεξάρτητα από το αν οι παρεμβάσεις του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ ήταν αυθόρμητες ή εσκεμμένες με στόχο να βγάλουν τον Τζο Μπάιντεν έξω από τα νερά του, το βέβαιο είναι πως ήταν μια βραδιά δυσάρεστη και αποσπασματική που προβλημάτισε πολλούς Αμερικανούς και διαφώτισε ελάχιστους.

Παρ’ όλες τις αδυναμίες του συντονιστή της συζήτησης και το άσχημο θέαμα των εκατέρωθεν επιθέσεων, η συζήτηση κατέστησε τουλάχιστον πιο εμφανές ποιες είναι οι διαθέσιμες επιλογές.

Είναι ξεκάθαρο ότι ο κ. Τραμπ προτάσσει την ανάγκη επαναλειτουργίας των επιχειρήσεων σε μια οικονομία που παραμένει εν μέρει κλειστή. Ο κ. Μπάιντεν τονίζει περισσότερο την επαγρύπνηση απέναντι στην πανδημία της Covid-19. Μετά από ένα κύμα αστυνομικής βίας και διαδηλώσεων, ο πρόεδρος υπερασπίζεται τον νόμο και την τάξη. Ο αντίπαλός του προσθέτει τη λέξη «δικαιοσύνη» σε αυτό το ζεύγος των αφηρημένων ουσιαστικών, αφήνοντας νύξεις για μεταρρύθμιση της αστυνομίας.

Όσον αφορά την Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, την εκλεκτή του κ. Τραμπ για το Ανώτατο Δικαστήριο, οι δύο άντρες διαφωνούν τόσο για την υποψήφια όσο και για την ορθότητα του διορισμού της πριν την ορκωμοσία του επόμενου προέδρου. Οι επερχόμενες τηλεμαχίες αναμένεται να αναδείξουν περισσότερο τις διαφορές τους για την Κίνα και τον υπόλοιπο κόσμο.

To πιο ζοφερό συμπέρασμα της βραδιάς, ωστόσο, είναι με διαφορά ότι οι φόβοι για τις ίδιες τις εκλογές είναι δικαιολογημένοι. Ο κ. Τραμπ δεν έδειξε απλώς διστακτικός όταν ρωτήθηκε αν θα αποδεχθεί μια ήττα τον Νοέμβριο. Απηύθυνε και έκκληση στους υποστηρικτές του να μαζευτούν στα εκλογικά κέντρα και να «επιτηρούν πολύ προσεκτικά» γιατί «μπορεί να συμβούν άσχημα πράγματα». Οι ενδείξεις για ευρεία εκλογική νοθεία, η οποία θα ευνοήσει και δυσανάλογα τους Δημοκρατικούς, είναι ισχνές. Αλλά καλλιεργώντας την ιδέα, ο κ. Τραμπ προετοιμάζει το έδαφος για να αμφισβητήσει ένα δυσμενές για τον ίδιο αποτέλεσμα και ενθαρρύνει τη βάση του να πάρει τα πράγματα στα χέρια της.

Η «πολιτική με κρυφά μηνύματα» είναι η ορολογία για τη γλώσσα αυτή, αλλά προϋποθέτει ένα βαθμό διακριτικότητας. Ο κ. Τραμπ ήταν ωμός. Για να μην αναφέρουμε το εξαιρετικά αμφίσημο μήνυμα του προς τους λευκούς ρατσιστές. Η διατύπωση «κάποιος πρέπει να κάνει κάτι για την Antifa και την αριστερά» μπορεί να είναι μια γενική παρατήρηση ή κάτι πολύ πιο σκοτεινό. Σε κάθε περίπτωση, ο πρόεδρος είχε την ευκαιρία να καταδικάσει χωρίς περιστροφές την άκρα δεξιά και δεν το έκανε.

Οι πρώτες δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν ότι ο κ. Μπάιντεν, αν και έδειχνε συχνά αδύναμος και βιαστικός, «κέρδισε» το ντιμπέιτ. Αλλά κανένας που νοιάζεται για την αμερικανική δημοκρατία δεν μπορεί να έκλεισε την τηλεόραση χωρίς να αισθάνεται κάτι άλλο από αηδία.

Οι σχολιαστές αναρωτιούνται συχνά σχετικά με την αδιαφορία που επιδεικνύει ο κ. Τραμπ προς τους ψηφοφόρους που δεν είναι ήδη στο πλευρό του. Αναμφίβολα δεν έκανε καμία απόπειρα να τους κερδίσει. Ο προστάτης των δημόσιων υποδομών και υπηρεσιών του 2016 έχει υιοθετήσει μια πιο περιορισμένη οπτική. Αλλά και όσον αφορά το ύφος, η αγένεια του δύσκολα θα μπορούσε να έχει απήχηση στους αναποφάσιστούς ψηφοφόρους των προαστίων. Είναι μια αλλοπρόσαλλη συμπεριφορά για κάποιον που βρίσκεται πίσω στις δημοσκοπήσεις.

Αυτού του είδους η κριτική, ωστόσο, βασιζόταν πάντοτε στην υπόθεση ότι η νίκη με τη συμβατική έννοια του όρου ήταν ο στόχος του κ. Τραμπ. Τούτο φαίνεται εξαιρετικά αφελές. Είναι πιθανό ο πρόεδρος να βλέπει τη διεξαγωγή νοθευμένων εκλογών, οι οποίες ενδεχομένως θα κριθούν στα δικαστήρια, ως την καλύτερη ευκαιρία του να παραμείνει στην εξουσία. Στη χειρότερη περίπτωση, αν καταφέρει να πείσει μια μεγάλη μειοψηφία Αμερικανών ότι ήταν θύμα νοθείας, ενδέχεται να ανοίξει ο δρόμος για αυτόν ή έναν συγγενή του να διεκδικήσει την εξουσία το 2024 υιοθετώντας τον ρόλο του αδικημένου.

Ως εκ τούτου, σε μια χρονιά που καθορίστηκε από μια φονική πανδημία, την κρατική βία και την κατάρρευση της οικονομίας, κανένα από τα παραπάνω προβλήματα δεν είναι το σημαντικότερο ζήτημα που κρίνεται τον Σεπτέμβριο.

Τούτο είναι η ίδια η δημοκρατική διαδικασία στις ΗΠΑ. Το χειρότερο προεδρικό ντιμπέιτ στην ιστορία ήταν επίσης και το πιο δυσοίωνο.

Κανείς δεν θα το απολάμβανε περισσότερο από τους απολυταρχικούς εχθρούς του αμερικανικού έθνους.

© The Financial Times Limited 2020. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v