Μήπως στην πραγματικότητα οι «φούσκες» είναι... καλές;

Η περίπτωση της τεχνητής νοημοσύνης, η «πλάνη του αλχημιστή» και ο παραλληλισμός με τη μανία των σιδηροδρόμων της δεκαετίας του 1840. Το νόημα του διαχωρισμού που έκανε ο Jeff Bezos.

Μήπως στην πραγματικότητα οι «φούσκες» είναι... καλές;
  • του Tim Harford
Η Ελβετή ψυχίατρος Elisabeth Kübler-Ross πρότεινε πως υπάρχουν πέντε στάδια της θλίψης, αλλά κανένας δεν έχει πια χρόνο συγκέντρωσης σ’ αυτό. Αντ’ αυτού, έχουμε κάνει άλμα από το πρώτο στάδιο, την άρνηση -«δεν υπάρχει φούσκα ΑΙ»-, στο πέμπτο στάδιο, την αποδοχή -«η ΑΙ είναι μια φούσκα και οι φούσκες είναι υπέροχες».

Η υπόθεση πως «οι φούσκες είναι υπέροχες» έχει προωθηθεί τόσο στα λαϊκά όσο και στα ακαδημαϊκά βιβλία, αλλά ήταν δύσκολο να αγνοηθεί όταν ο Jeff Bezos, ένας από τους πλουσιότερους ανθρώπους του κόσμου, προσπάθησε να κάνει διάκριση μεταξύ των χρηματοπιστωτικών φουσκών (κακές) και των βιομηχανικών φουσκών (λιγότερο κακές, ίσως και καλές). Ο Bezos, άλλωστε, έχτισε μια από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις του 21ου αιώνα, την Amazon, εν μέσω μιας φούσκας που οδήγησε στο τέλος σύγχρονες εταιρείες όπως οι Webvan και Pets.com.

Υπάρχει μια αξιόπιστη θεωρία πίσω από την ιδέα πως οι επενδυτικές μανίες είναι καλές για την κοινωνία συνολικά: η θεωρία αυτή λέει πως χωρίς μια «μανία», τίποτα δεν γίνεται υπό τον φόβο πως οι καλύτερες ιδέες θα αντιγραφούν.

Επιχειρηματίες και εφευρέτες που παίρνουν το ρίσκο σύντομα βρίσκουν άλλους επιχειρηματίες και εφευρέτες να τους ανταγωνίζονται, και τα περισσότερα οφέλη δεν θα πάνε σε κανέναν από αυτούς, αλλά στους πελάτες τους. (Η δυναμική έχει το ευχάριστο όνομα «η πλάνη του αλχημιστή». Αν κάποιος ανακαλύψει πώς να μετατρέψει τον μόλυβδο σε χρυσό, πολύ σύντομα όλοι θα ξέρουν πώς να μετατρέψουν τον μόλυβδο σε χρυσό. Πόσο θα αξίζει τότε ο χρυσός;).

Ο οικονομολόγος και νομπελίστας William Nordhaus προσπάθησε κάποτε να εκτιμήσει πόσο κομμάτι της πίτας της αξίας των νέων ιδεών πάει στις επιχειρήσεις στις οποίες ανήκουν οι ιδέες αυτές, και πόσο πηγαίνει σε όλους τους άλλους (κυρίως καταναλωτές).

Συμπέρανε πως η απάντηση -στις ΗΠΑ, από το 1948 έως το 2001- ήταν 3,7% στις επιχειρήσεις που καινοτομούσαν και 96,3% σε όλους τους άλλους. Με άλλα λόγια, τα δευτερογενή οφέλη ήταν 26 φορές μεγαλύτερα από τα ιδιωτικά κέρδη.

Αν τα οφέλη της ΑΙ κατανεμηθούν με παρόμοιο τρόπο, τότε υπάρχει μπόλικο περιθώριο οι επενδύσεις στην ΑΙ να είναι κοινωνικά επωφελείς και ταυτόχρονα να αποτελούν καταστροφικά στοιχήματα για τους επενδυτές.

Ο ιστορικός παραλληλισμός που αναφέρεται επανειλημμένως είναι η φούσκα του σιδηρόδρομου. Ο σύντομος και χιουμοριστικός «οδηγός» για τη φούσκα του σιδηρόδρομου είναι ο εξής: Βρετανοί επενδυτές ενθουσιάστηκαν πολύ με τους σιδηρόδρομους τη δεκαετία του 1840, οι τιμές ανέβηκαν σε εξωφρενικά επίπεδα, κάποιοι επενδυτές έχασαν τα σώβρακά τους, αλλά στο τέλος, μαντέψτε! Είχαμε σιδηρόδρομους! Ή όπως έγραψε ο βικτωριανός ιστορικός John Francis, «τρελοί δεν είναι αυτοί που προωθούν τους σιδηρόδρομους, αλλά αυτοί που αντιτίθενται σε αυτούς».

Όταν τίθεται έτσι, δεν ακούγεται και τόσο κακό. Πρέπει όμως να το θέσουμε έτσι; Ήρθα σε επαφή με ορισμένους ιστορικούς στις φούσκες. Τους William Quinn και John D. Turner, που έγραψαν το «Boom and Bust: A Global History of Financial Bubbles» και τον Andrew Odlyzko, έναν μαθηματικό που έχει επίσης ερευνήσει βαθύτατα τη σιδηροδρομική μανία. Αυτοί δεν ήταν τόσο αισιόδοξοι.

«Η χρηματοδότηση των σιδηροδρόμων μέσω μιας φούσκας άφησε τη Βρετανία με ένα πολύ ανεπαρκώς σχεδιασμένο σιδηροδρομικό δίκτυο», λέει ο Quinn. «Αυτό προκαλεί προβλήματα ακόμα και σήμερα».

Αυτό έχει λογική. Υπάρχουν αρκετοί πιθανοί ορισμοί για τη φούσκα, αλλά οι δύο πιο απλοί είναι είτε πως η τιμή χρηματοοικονομικών assets αποσυνδέεται από τις θεμελιώδεις αξίες, ή πως οι επενδύσεις γίνονται στη βάση της ψυχολογίας της μάζας -από ανθρώπους που φοβούνται μήπως χάσουν την ευκαιρία ή που ελπίζουν να ξεφορτωθούν τα στοιχήματά τους και να τα περάσουν σε ένα ακόμα μεγαλύτερο κορόιδο. Όπως και να έχει, γιατί να περιμένει κανείς οι επενδύσεις που γίνονται σε ένα τέτοιο πλαίσιο να είναι κοινωνικά επιθυμητές;

Ή όπως το έθεσε το Edinburgh Review, «στην πραγματικότητα, σπανίως υπάρχει μια ενεργή γραμμή μεταξύ δύο σημαντικών τοποθεσιών, όσο απομακρυσμένες και αν είναι, που να μην έχει καταληφθεί από κάποια εταιρεία. Συχνά δύο, τρεις, ή τέσσερεις ανταγωνιστικές γραμμές έχουν ξεκινήσει ταυτόχρονα».

Το Edinburgh Review δεν έγραφε τη δεκαετία του 1840, αλλά περιέγραφε τη φούσκα του σιδηρόδρομου της δεκαετίας του 1830, που στις δόξες της είδε κάποιους να πιέζουν για τρένα με πανιά ή ακόμα και «πυραυλοκίνητες» ατμομηχανές που θα ταξίδευαν με ταχύτητα αρκετών εκατοντάδων μιλίων την ώρα.

Η μεγαλύτερη και πιο διαβόητη φούσκα της δεκαετίας του 1840 δεν είχε ακόμα εμφανιστεί, όπως και η φούσκα της δεκαετίας του 1860 («μια καταστροφή για τους επενδυτές», λέει ο Odlyzko, προσθέτοντας πως είναι συζητήσιμο το αν τα κοινωνικά κέρδη υπερέβαιναν τις ιδιωτικές ζημιές τη δεκαετία του 1860.

Το πιο προφανές δίδαγμα των μανιών των σιδηροδρόμων δεν είναι πως οι φούσκες είναι καλές, αλλά πως η ελπίδα είναι αιώνια και οι άπληστοι επενδυτές δεν μαθαίνουν ποτέ.

Ένα άλλο μάθημα της σιδηροδρομικής μανίας είναι πως όταν παίζονται μεγάλα χρηματικά ποσά, η γραμμή μεταξύ του εμπορίου και της πολιτικής σύντομα θολώνει, όπως και η γραμμή μεταξύ της υπερπροβολής και της ξεκάθαρης απάτης.

Ο «βασιλιάς του σιδηρόδρομου» George Hudson είναι ένα ωφέλιμο παράδειγμα. Γεννήθηκε σε μια απλή οικογένεια αγροτών στο Γιόρκσαϊρ το 1800 και κληρονόμησε μια μεγάλη περιουσία από έναν συγγενή υπό ύποπτες συνθήκες. Στη συνέχεια έχτισε μια αυτοκρατορία εταιρειών συμμετοχών σε σιδηρόδρομους, συμπεριλαμβανομένων των τεσσάρων μεγαλύτερων στη Βρετανία. Ήταν δήμαρχος του Γιορκ για πολλά χρόνια, καθώς και βουλευτής στο Ουέστμινστερ.

Τι; Μπίζνες και πολιτική είναι άρρηκτα συνδεδεμένα; Αδιανόητο!

Ένας άλλος ιστορικός στις φούσκες, ο William J. Bernstein, σχολιάζει για τον Hudson ότι «το πιο κοντινό σύγχρονο αντίστοιχο θα ήταν ο πρόεδρος της Goldman Sachs να είναι ταυτόχρονα και Γερουσιαστής στις ΗΠΑ». Αυτή είναι μια ωραία υποθετική αναλογία. Ίσως μπορείτε να σκεφτείτε λιγότερο υποθετικές αναλογίες.

Ο Hudson, δυστυχώς, δεν είναι άνθρωπος που θα πρέπει να μιμηθεί κανείς. Διατήρησε τα οικονομικά του σε αξιοπρεπή κατάσταση πραγματοποιώντας πληρωμές που θύμιζαν σαφώς το σύστημα Ponzi, χρηματοδοτώντας μερίσματα για τους υφιστάμενους μετόχους από πρόσφατα αντληθέντα κεφάλαια, και εξαπάτησε τους συναδέλφους του μετόχους, κάνοντας τις εταιρείες που έλεγχε να αγοράσουν τις προσωπικές του μετοχές σε τιμές υψηλότερες από αυτές της αγοράς.

Τελικά, προστατεύθηκε από την καταστροφή μόνο χάρη στον κανόνα ότι οι εν ενεργεία βουλευτές δεν μπορούσαν να συλληφθούν για απλήρωτα χρέη, ενώ η Βουλή των Κοινοτήτων βρισκόταν σε συνεδρίαση. Τελικά κατέφυγε στην εξορία στη Γαλλία.

Η μανία για τους σιδηροδρόμους δεν είναι εντελώς αποθαρρυντική. Ο William Quinn παρηγορείται από την παρατήρηση ότι όταν οι τράπεζες μένουν μακριά από τη φούσκα, η έκρηξή της έχει περιορισμένες επιπτώσεις. Αυτό ίσχυε στη δεκαετία του 1840 και ίσως ισχύει και σήμερα.

Και ο Odlyzko με διαβεβαιώνει ότι η μανία της δεκαετίας του 1830 «ήταν τελικά μια επιτυχία για τους επενδυτές που επέμειναν», ακόμα κι αν δεν μπορεί να ειπωθεί το ίδιο για τις δεκαετίες του 1840 και του 1860.

Αλλά ο Odlyzko δεν εντυπωσιάζεται από τις αναλογίες μεταξύ των σιδηροδρόμων και της τεχνητής νοημοσύνης. Οι άνθρωποι τουλάχιστον καταλάβαιναν πώς λειτουργούσαν οι σιδηρόδρομοι, λέει, και τι έπρεπε να κάνουν.

Αλλά η γενετική τεχνητή νοημοσύνη; «Χάνουμε την επαφή με την πραγματικότητα», υποστηρίζει.

© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v
Απόρρητο